Oνεποτισμός είναι ένα από τα πιο χαρακτηριστικά, δυσάρεστα και ανθεκτικά γνωρίσματα της ελληνικής πολιτικής ζωής. Ενας από τους λόγους άλλωστε που οι εταίροι είδαν στην αρχή με καλό μάτι τον Αλέξη Τσίπρα ήταν ότι δεν προέρχεται από μια μεγάλη οικογένεια. «Εφτασε ώς εδώ με το σπαθί του», σκέφτηκαν. Κι όταν κατάλαβαν το λάθος τους, ήταν αργά.

Η δύναμη και η έκταση της οικογενειοκρατίας δεν εξηγούν από μόνες τους την ανάδειξη του Ανδρέα Παπανδρέου στην πρωθυπουργία ή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας. Το επίθετο βοηθάει, αλλά δεν φτάνει. Αν δεν έχεις ικανότητες, αργά ή γρήγορα αποκαλύπτεσαι. Αν πάλι έχεις, φροντίζεις να αποφύγεις τις παγίδες που σου βάζουν οι αντίπαλοί σου και να αντιμετωπίζεις τέτοια ευαίσθητα ζητήματα με ειλικρίνεια και ευθύτητα. Χωρίς ενοχές και συμπλέγματα.

Το αν ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έχει θερμή ή ψυχρή σχέση με την αδελφή του δεν αφορά τον ελληνικό λαό. Τον αφορά, αντίθετα, ότι η Ντόρα Μπακογιάννη υπήρξε μια επιτυχημένη υπουργός Εξωτερικών και παραμένει ένα ενεργό πολιτικό στέλεχος με βαθιές γνώσεις, ισχυρές απόψεις, επιρροή και κύρος. Ο αποκλεισμός της από μελλοντικά αξιώματα στο όνομα της πάταξης της οικογενειοκρατίας δεν είναι μόνο άδικος, όπως είπε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην «Καθημερινή» (μα γιατί ένας επίδοξος πρωθυπουργός να κάνει με τη θέλησή του κάτι άδικο;). Είναι κι ένα δώρο στους λαϊκιστές.

Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας κάνει λάθος αν θεωρεί ότι προγράφοντας την αδελφή του ή τον ανιψιό του απαντά στον διορισμό του εξαδέλφου του Τσίπρα ή των συγγενών της Σίας Αναγνωστοπούλου. Αυτό που κάνει είναι να αμφισβητεί εμπράκτως την έννοια της αξιοκρατίας. Και να επιβεβαιώνει τον αρχηγικό χαρακτήρα του κόμματός του. Αν θέλει να χτυπήσει την οικογενειοκρατία, είναι αρκετό να εργαστεί για την όσο το δυνατόν πιο δημοκρατική λειτουργία της Νέας Δημοκρατίας. Αντί να αποφασίσει, ας πούμε, ο ίδιος για τους υποψήφιους στις εκλογές ή τους υπουργούς του μετά τις εκλογές, να το κάνουν με διαφανείς και αδιάβλητες διαδικασίες τα κομματικά όργανα. Αξιολογώντας ικανότητες, και όχι ονόματα.

Στην τελευταία ταινία του Γιώργου Λάνθιμου, ο πρωταγωνιστής θυσιάζει κατ’ απαίτηση του εκβιαστή του ένα μέλος της οικογενείας του για να σώσει τα υπόλοιπα. Ο Μητσοτάκης τα θυσιάζει όλα για να σώσει το κεφάλι του. Με αυτόν τον τρόπο, όμως, δεν αποσκοπεί να εξουδετερώσει τον εκβιαστή του, αλλά να τον εξευμενίσει. Την επόμενη φορά δηλαδή που οι έξαλλοι του ΣΥΡΙΖΑ θα κατηγορήσουν την Ντόρα για τους λογαριασμούς του συζύγου της ή για τη διαφυγή του Χριστοφοράκου, εκείνος θα τους απαντήσει πως δεσμεύτηκε να μην της δώσει αξιώματα;

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δύσκολα θα χάσει τον αγώνα. Εκτός βέβαια αν συνεχίσει να βάζει αυτογκόλ.