Στη συζήτηση για τις έμφυλες ταυτότητες, ο Κυριάκος Μητσοτάκης με μεγάλη σαφήνεια εξέθεσε και την ταυτότητα της ΝΔ. Παρά τη διογκωμένη από τους αντιπάλους του «γκάφα» της περιγραφικής και εύκολα παρεξηγούμενης αναφοράς σε κάποιον ψυχωσικό, ο αρχηγός της συντηρητικής παράταξης δεν υπεξέφυγε, αρκούμενος απλώς να κολακεύσει τα κλισέ της Δεξιάς του Κυρίου και της μεταπολιτευτικής κοινοτοπίας που το κόμμα του συνδιαμόρφωσε. Εξέπληξε, μάλιστα, διευκρινίζοντας την καταστατική αρχή ότι, προκειμένου για δικαιώματα, το κόμμα του δεν το απασχολεί ο αριθμός όσων αφορά το θέμα. «Μας είναι αδιάφορο αν είναι ένας ή ένα εκατομμύριο», είπε. «Κι αυτό, γιατί τα ατομικά δικαιώματα εκφράζουν τον ακρογωνιαίο λίθο κάθε φιλελεύθερης παράταξης».

Με δεδομένη τη συγκεκριμένη καταστατική διακήρυξη, είναι εύλογη από την πλευρά του Κυριάκου Μητσοτάκη και η αντίρρηση που εξέφρασε για το δικαίωμα στην αλλαγή ταυτότητας φύλου από την ηλικία των 15. Τα παραδείγματα που έφερε δεν ήταν αυθαίρετα. Αναφέρονταν σε νομοθεσίες, στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, σε ξένα παραδείγματα, σε επιστημονικά κείμενα, σε μαρτυρίες καθηγητών. Ακόμα και όσοι του προσάπτουν επικριτικά συντηρητισμό είτε εθελοτυφλούν είτε επιδιώκουν την κατεδάφισή του. Αλλά από πότε ο συντηρητισμός είναι κάτι κακό; Ουδέποτε ο συντηρητισμός, από μόνος του, έβλαψε το δημόσιο συμφέρον –όπως ουδέποτε συνέβη το ίδιο αποκλειστικά με την προοδευτικότητα.

Βεβαίως, πολλοί αγορητές της ΝΔ κατέθεσαν τερατώδεις αστοχίες. Αναπόφευκτο. Είναι αυτονόητη η ύπαρξη εκπροσώπων της βαθιάς Ελλάδας, η εμπλοκή τους με την Εκκλησία, η αδυναμία τους να καταλάβουν τον μεγάλο κόσμο –άλλωστε δεν είναι οι μόνοι. Αλλά έχει σημασία η ΝΔ να καταγραφεί στους θεσμικούς εγγυητές, χωρίς δημαγωγικούς μικροϋπολογισμούς, της ελληνικής ανάκαμψης εντός του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι. Τέτοιου τύπου κόμματα, άλλωστε, λαϊκά, πολυσυλλεκτικά, και ταυτόχρονα κόμματα αρχών που δεν αποφεύγουν να κατονομάσουν και να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα, είναι η εγγύηση της δημοκρατικής πορείας των κρατών.

Το συντηρητικό κόμμα, επ’ αυτού, έχει πάρει τον δρόμο του –αργά, βασανιστικά, με κλυδωνισμούς, τον έχει πάρει. Δυστυχώς, το «παρών» της ΔΗΣΥ, η υπεκφυγή της, μαζί με την αποφυγή κορυφαίων στελεχών της να τοποθετηθούν υπεύθυνα στα ζητήματα που τέθηκαν στη συγκεκριμένη συζήτηση, δείχνει ότι και ο άλλος πυλώνας της δημοκρατικής ομαλότητας, η παράταξη που πασχίζει να ανασυνταχθεί, οφείλει σοβαρά να βρει τον δρόμο του. Ο δρόμος αυτός περιέχει την ιδεολογική ταυτότητα, την αναδοχή συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών, την υπεράσπισή τους. Και είναι μονόδρομος.