Μάλλον χρειάζεται εμβριθής έρευνα για να ανακαλύψει κανείς μια άλλη, περισσότερο κακοποιημένη έννοια από εκείνη της «μεταρρύθμισης» (που απαντάται και στον πληθυντικό ως «μεταρρυθμίσεις»). Και ναι, αναμφίβολα η μεταρρύθμιση, διαφοροποιούμενη από την επανάσταση, για κάποιους που είτε διάγουν είτε έχουν συμπληρώσει, προ πολλού, τον κύκλο της νεότητάς τους (αλλά έχουν «καθηλωθεί» σ’ αυτήν) έχει αρνητικό πρόσημο. Οτιδήποτε κι αν σημαίνει η μεταρρύθμιση γι’ αυτούς, δεν είναι πάντως «επαναστατικό», οπότε απορρίπτεται αυθωρεί οτιδήποτε βρίσκεται κάτω από την ετικέτα αυτή.

Ενα άλλο, όχι ευκαταφρόνητο ποσοστό συνελλήνων και πολιτικών κομμάτων διαχειρίζεται τις «μεταρρυθμίσεις» με όρους πολιτικής θεολογίας. Αυτές συνδέονται περισσότερο με το πρόσωπο του ηγέτη που θα τις κάνει, ακριβώς επειδή ως ηγέτης έχει τη δύναμη/παντοδυναμία ως άλλος Θεός να τις κάνει. Μάλιστα, αν οι μεταρρυθμίσεις συνδέονται και με μια έκτακτη ανάγκη που μπορεί να ενισχύσει τα μεταφυσικά χαρακτηριστικά του ηγέτη, ακόμη καλύτερα. Στη διαδρομή του ηγέτη προς το «θαύμα» εξιδανικεύονται γεγονότα, σύμβολα ή πρόσωπα, τα οποία μπορούν να προσθέσουν αξία στην προσπάθειά του. Για παράδειγμα, τα κόμματα της ΝΔ, του ΠΑΣΟΚ και των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ χρησιμοποιούν, αδιαφοροποίητα, πρόσωπα –νεκρά, κατά προτίμηση –και σύμβολα που, απλώς και μόνον, η επαναφορά τους στο σήμερα αρκεί να τα καθαγιάσει.

Μια άλλη ομάδα, όχι ευάριθμη αλλά σημαντική για την πορεία των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα, οι δανειστές, οριοθετούν τις μεταρρυθμίσεις ιδίως ως προς τις δημοσιονομικές τους επιπτώσεις. Γι’ αυτούς, οι μεταρρυθμίσεις δεν υπακούουν σε κοινωνικές ανάγκες και προτεραιότητες, δεν έχουν εν γένει κοινωνική διάσταση. Προέχει η εξισορρόπηση της διαταραγμένης δημοσιονομικής ισορροπίας, ανεξαρτήτως των κοινωνικών, πολιτικών ή και οικονομικών επιπτώσεών της. Τα αποτελέσματα των μεταρρυθμίσεων είναι ευεργετικά για τη δημοσιονομική τάξη αλλά καταστροφικά για τις κοινωνικές ομάδες, ιδίως τις πιο ευάλωτες. Μάλιστα, η πολιτική αντιπαράθεση των κομμάτων που κυβέρνησαν/κυβερνούν διεξάγεται σε σχέση με την ικανότητά τους να υλοποιούν αυτές τις μεταρρυθμίσεις. Εν τέλει, με τον τρόπο αυτό διασφαλίζεται η εναλλαγή των κομμάτων στην εξουσία χωρίς να υπάρχει διακύβευμα ως προς την ακολουθητέα πολιτική ατζέντα.

Υπάρχουν και κάποιοι ολίγοι, οι οποίοι θεωρούν ότι οι μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα πρέπει να επικεντρώνονται σε ένα μείζον ζήτημα: να θέσουν εκποδών το πελατειακό κράτος. Για να γίνει αυτό, προφανώς δεν αρκεί να διατρίβουμε επί των ποσοστών των πρωτογενών πλεονασμάτων ούτε να κατασκευάζουμε αναπτυξιακά σχέδια πομφόλυγες. Πρέπει να αναδεικνύουμε εκείνες τις προφανείς ή καλυμμένες συμφύσεις του ορθολογικού πλαισίου οργάνωσης μιας πολιτικής με το πελατειακό κράτος. Και πιστέψτε με, είναι τόσο οχληρή αυτή η δουλειά που θα βρει ελάχιστους υποστηρικτές, πλην όμως είναι η μοναδική έξοδος της Ελλάδας από τον φαύλο κύκλο της υπερχρέωσης και της επιτροπείας. Για ένα τέτοιο σχέδιο δεν χρειάζονται πορφυρογέννητοι ούτε σύμβουλοι πάσης φύσεως ή κοινοτικά εκατομμύρια (που κατασπαταλώνται, πάντως, ανοήτως). Χρειάζεται ένα πολιτικό υποκείμενο το οποίο συγκροτείται επ’ αυτής ακριβώς της βάσεως: μεταρρυθμίσεις με αντιπελατειακό πρόσημο!

Ο Παναγιώτης Καρκατσούλης είναι εμπειρογνώμων Δημόσιας Διοίκησης. Το νέο του βιβλίο «Διοικώντας (σ) την κρίση» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Σιδέρη