Το κλείσιμο των τραπεζών – αυτονόητη συνέπεια της απόφασης για δημοψήφισμα μετά τη λήξη του ελληνικού προγράμματος – οδηγεί σε έναν καθημερινό θάνατο την ελληνική οικονομία.

Η απόφαση να τεθούν σε διαθεσιμότητα 40.000 εργαζόμενοι στα εργοτάξια όλης της χώρας, όπως και οι τεράστιες απώλειες στο εμπόριο, τον τουρισμό και την ακτοπλοΐα είναι μόνο μερικές από τις επιπτώσεις εκείνης της απόφασης.

Η μηχανή της οικονομίας απλώς σταμάτησε – και μάλιστα στην κορύφωση της τουριστικής περιόδου, κάτι που θα έχει ανυπολόγιστες συνέπειες για τη «βαριά βιομηχανία» της χώρας.

Μια κοινωνία που δίνει πλέον καθημερινό αγώνα στα ΑΤΜ για τα 50 ευρώ δεν έχει βεβαίως την πολυτέλεια να αναλογιστεί τη ζημιά – που μεγαλώνει συνεχώς λόγω της έλλειψης συμφωνίας με τους δανειστές.

Η συνεχιζόμενη αδυναμία λειτουργίας των τραπεζών οδηγεί πολύ γρήγορα σε καταστάσεις πρωτόγνωρες: μια κοινωνία που συναλλάσσεται μόνο με μετρητά – όσο ακόμα υπάρχουν –, που δεν πληρώνει λογαριασμούς, που δεν πληρώνει φόρους δεν μπορεί να προσδοκά έξοδο από την κρίση.

Η πεντάμηνη – άκαρπη – διαπραγμάτευση δικαιώνει μεν την κυβέρνηση για τη σταθερή στάση της, αλλά δεν επιτρέπει την παραμικρή αισιοδοξία για το αύριο της χώρας, αφού συνδυάζεται με τον χρηματοδοτικό στραγγαλισμό της.

Η χώρα χρειάζεται λύσεις – και τις χρειάζεται αμέσως. Και εδώ που έχουμε φτάσει, η όποια συμφωνία προϋποθέτει επώδυνους συμβιβασμούς – για να αποφευχθούν τα χειρότερα.