Με τη συμφωνία να είναι «ωσεί παρούσα», ήτοι θα γίνει δεν θα γίνει, αποφάσισα να το ρίξω στις υποθέσεις, διότι Παρασκευή μεσημέρι γράφονται αυτές οι γραμμές, τίποτε δεν έχει τελειώσει ακόμη, τι άλλο να κάνει ο φτωχός καλλιτέχνης προκειμένου να περιορίσει τις πιθανότητες να πάει κατευθείαν στα βράχια –τα ίδια αυτά βράχια που όλη την εβδομάδα βλέπαμε αρχικά από μακριά και εν συνεχεία όλο και πιο κοντά, να πλησιάζουν;

Υποτεθείσθω λοιπόν, που έλεγαν και παλιά οι μαθηματικοί (πριν η γλώσσα μας, η καθομιλουμένη, αποκτήσει χαίτη και γένια και γίνει υπέρ το δέον μαλλιαρή), ότι οι διαπραγματεύσεις σήμερα καταλήγουν επιτέλους σε μια συμφωνία και αυτή τη συμφωνία την παίρνει ανά χείρας ο πρόεδρος Αλέξης και μας την εμφανίζει καμαρώνοντας σαν «γύφτικο σκεπάρνι» –συγγνώμη για την καταφυγή στη λαϊκή σοφία, αλλά το έκρινα ως το πλέον κατάλληλο να περιγράψει την περίπτωση.

Εκτός από εμάς που θα… παραληρούμε από εθνική υπερηφάνεια, υπάρχει και η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ, η οποία πρέπει να την ψηφίσει στη Βουλή, διότι αλλιώς πώς θα γίνει; Θα την πάρει σπίτι του να την κορνιζάρει ο αρχηγός, να τη βλέπει η κυρία Μπέτυ σύντροφος, να νευριάζει; Οχι, θα (επιχειρήσει να) την περάσει από τη Βουλή, και ας τον συμβουλεύουν για το αντίθετο κάποιοι κορυφαίοι παράγοντες του δημοσίου βίου, που με απογοητεύουν τρελά με αυτά που πληροφορούμαι τελευταία, για τη λειτουργία τους.

Εδώ λοιπόν είναι και το κρίσιμο ερώτημα: πόσοι εκ των 149 συντρόφων βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ θα την καταψηφίσουν;

Ρώτησα τον ειδήμονα περί αυτά Νίκο Φίλη, φίλο μου πλέον. Τον συνάντησα στη Βουλή, στα όρθια, μία ημέρα πριν αναφερθεί στο θυελλώδες (εκ των αντιδράσεων…) «πόσοι είναι αυτοί που τρώνε μακαρόνια».

Δεν βλέπω παραπάνω από 8-9, μου είπε. Αυτοί οι πέντε της ΚΟΕ (Κομμουνιστική Οργάνωση Ελλάδος) και τρεις – τέσσερις άλλοι. Παραπάνω δεν βλέπω.

–Δεν είναι και λίγοι, επισήμανα.

Σωστά δεν είναι και λίγοι, και αν με ρωτούσε ο Τσίπρας θα του σύστηνα να πάει σε εκλογές…

Εμένα τώρα αυτά δεν μου αρέσουν καθόλου. Διότι αν πάμε σε εκλογές, πλην όλων των άλλων πάνε περίπατο τα «μπάνια του λαού» –και τα δικά μου! Είτε 26 Ιουλίου θα γίνουν, είτε 2 Αυγούστου. Στην κάλπη με μαγιό και σαγιονάρα, λέει; Δεν λέει.

Ιδιοφυές

Απ’ όλα όσα γίνονται στο προσκήνιο, και κυρίως στο παρασκήνιο, δεν μπορώ να μην επισημάνω την περίπτωση του προέδρου Αντώνη «εγώ τα Μνημόνια τα έσκιζα με ρυθμό ένα την ώρα» Σαμαρά.

Ο άνθρωπος, φίλος μου το πάλαι, είναι αυτό που λέμε η προσωποποίηση του «δεν προλαβαίνομαι» (φίλος ναι, διότι αν δεν του τα πει ο φίλος, εγώ δηλαδή, ποιος περιμένει να του τα πει; Ο Χρύσανθος που βρίσκεται με ένα λιβανιστήρι στο χέρι όλη μέρα;).

Το 2011 αρνήθηκε να στηρίξει την κυβέρνηση Παπανδρέου που είχε πνιγεί προσπαθώντας να τα βγάλει πέρα με τους δανειστές. Και το 2012 έριξε την κυβέρνηση Παπαδήμου για να γίνει πρωθυπουργός, μας πήγε επί τούτου δύο φορές σε εκλογές, και το μόνο που κατάφερε ήταν να βάλει τον ΣΥΡΙΖΑ στον προθάλαμο της εξουσίας –τέτοια διορατικότητα ο μεγάλος. Τώρα όλοι λένε ότι αν είχε παραμείνει η κυβέρνηση Παπαδήμου ώς τον Οκτώβριο του 2013, τα πράγματα, για τη χώρα κυρίως, θα ήταν εντελώς διαφορετικά. Αλλά βιαζόταν, βιαζόταν πολύ ο άνθρωπος.

Και πώς έγινε πρωθυπουργός, ε; Υποσχόμενος στα… Ζάππεια ότι δεν θα χρειάζονταν μέτρα λιτότητας, διότι αυτός είχε τη μαγική συνταγή: 18 δισ. ισοδύναμα μέτρα. Τα οποία φυσικά δεν τα είδαμε ποτέ –τα ‘φαγε το (μαύρο) σκοτάδι.

Τώρα, λοιπόν, που η κρίση έφθασε στην κορύφωσή της και όλες οι πολιτικές εξελίξεις είναι ανοιχτές, τι έκανε το αστέρι; Εδωσε συνέντευξη στο περιοδικό του Τράγκα για να θέσει θέμα τι πρέπει να γίνει στην περίπτωση απώλειας της δεδηλωμένης από τον Τσίπρα! Αποτέλεσμα; Εδωσε την ευκαιρία στη στριμωγμένη από παντού κυβέρνηση να ισχυριστεί ότι οι δανειστές την πιέζουν για να πέσει και να επαναφέρουν τον Σαμαρά στην εξουσία. Αϊτός!..

Ενα μεγάλο «δεν»

Και πάνω εκεί που τα σκεφτόμουν όλα αυτά (τα επεξεργαζόμουν για την ακρίβεια) λέω δεν παίρνω τον φίλο μου τον Θόδωρο (Ρουσόπουλο), να δω τι κάνει και δεν τρέχει να τον αναλάβει τον άνθρωπο, μήπως και τον γλιτώσει από καμιά λακκούβα.

Δεν αναλαμβάνω τίποτε, μου το ξέκοψε. Δεν έχω τη διάθεση, δεν μου αρέσει αυτό που μου προτάθηκε και επιπλέον έχω άλλες προτεραιότητες στη ζωή μου σε αυτή τη φάση.

–Διάβασα εδώ και εκεί ότι αναλαμβάνεις τα επικοινωνιακά του αρχηγού προσπάθησα να δώσω συνέχεια στη συζήτηση.

–Δεν αναλαμβάνω τίποτε, λέμε. Συναντηθήκαμε δύο φορές τελευταία με τον πρόεδρο, αλλά η πρόταση που μου έκανε δεν μπορεί να υλοποιηθεί από εμένα.

–Μα τι είναι αυτό που σου πρότεινε;

–Να γίνω πολιτικός σύμβουλος.

–Αφού έχει τον Χρύσανθο…

–Μαζί με τον Χρύσανθο…

Δεν περιγράφω άλλο, που λέει και ο συνάδελφός μου ο Χελάκης. Δεν περιγράφω άλλο, τελειώσαμε!

Πρωτοπορία

Στις Βρυξέλλες τώρα, μια μεγάλη επιτυχία που έχουμε σημειώσει και η οποία δεν έχει περάσει απαρατήρητη από τους άλλους είναι ότι στις διαπραγματεύσεις μετέχουν δύο… Ελλάδες!

Η μία είναι αυτή υπό τον Τσίπρα: επικεφαλής ο αρχηγός και από κοντά ο Δραγασάκης, ο Παππάς ο δικός μου, ο Χουλιαράκης. Η άλλη είναι αυτή που εμφανίζεται κάθε τόσο στο Eurogroup: επικεφαλής ο Βαρουφάκης, ο Τσακαλώτος ουσιαστικά διαπραγματευτής, ο Θεοχαράκης.

Η… επιτυχία, που φαντάζομαι πρέπει να τη διεκδικούμε όλοι ως πολίτες αυτής της χώρας, είναι ότι οι δύο ομάδες δεν μιλιούνται μεταξύ τους. Μόνο ο Τσακαλώτος ενημερώνει τον Τσίπρα από τη δεύτερη ομάδα, ο Βαρουφάκης δεν υπάρχει πουθενά στο κάδρο. Τη δε νύχτα της Τετάρτης συνέβη και το καταπληκτικό, να είναι και οι δύο ομάδες μαζί στο κτίριο της Κομισιόν, αλλά ο Βαρουφάκης πουθενά. Ενας δικός μου που το έψαξε το θέμα έμαθε ότι της απουσίας είχε προηγηθεί ένας άγριος καβγάς μεταξύ Δραγασάκη – Βαρουφάκη, για άγνωστη αιτία.

Το «ουάου» αγόρι Βαρουφάκης εμφανίστηκε στη σύναξη υπό τον πρόεδρο Αλέξη μιάμιση ολόκληρη ώρα μετά –τον έφερε ένα αυτοκίνητο της αποστολής που έστειλαν να τον φέρει. Μετράει ημέρες –απλό.
Ποιος φοβάται τον… Παπαδήμο;

Βρίσκω εντελώς λογική τη συνεχώς επαναλαμβανόμενη, από το περιβάλλον του Πρωθυπουργού, προειδοποίηση ότι «ο Τσίπρας δεν θα γίνει Παπαδήμος». Πρώτον, γιατί είναι τουλάχιστον unfair να γίνεται αυτή η συζήτηση –για τις πιθανές έκτακτες πολιτικές εξελίξεις στην περίπτωση της αποτυχίας επίτευξης συμφωνίας ή, αν επιτευχθεί, για την αδυναμία της κυβέρνησης να την περάσει από τη Βουλή –πριν καν ολοκληρωθούν οι σκληρές διαπραγματεύσεις των Βρυξελλών. Με αβέβαιο αποτέλεσμα και με όλα ανοιχτά πάνω στο τραπέζι, τι συζήτηση μπορεί να γίνει για το ποιο μπορεί να είναι το διάδοχο σχήμα που θα ακολουθήσει την κυβέρνηση Τσίπρα;

Και δεύτερον, γιατί αν κινηθούν οι έκτακτες πολιτικές διαδικασίες που θα προκύψουν από την αδυναμία του Πρωθυπουργού να πείσει την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ να υπερψηφίσει τη συμφωνία στη Βουλή, το συγκεκριμένο περιβάλλον είναι βέβαιο ότι θα εξαφανιστεί από το προσκήνιο. Ως εκ τούτου, ο υπουργός Επικρατείας Παππάς, ασφαλώς υπέρμαχος της παραμονής στην εξουσία του Πρωθυπουργού, ακόμη και αν απολέσει τη δεδηλωμένη, έχει κάθε λόγο να ρίχνει προειδοποιητικές βολές –η θέση του έχει πλην των άλλων και έναν καθαρά ωφελιμιστικό χαρακτήρα, απολύτως κατανοητό από εμένα.

Ωστόσο το πολιτικό πρόβλημα δεν είναι η τύχη του Πρωθυπουργού «εάν και εφόσον», ούτε πολύ περισσότερο του εν λόγω Παππά, όπως και του κάθε πρωθυπουργικού συνεργάτη. Το πολιτικό πρόβλημα είναι ότι έπειτα από πέντε μήνες διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ τίποτα δεν θυμίζει την Ελλάδα που παρέλαβε. Και δεν μιλώ για τις υποσχέσεις και τα υπερφίαλα προγράμματα όπως αυτό της Θεσσαλονίκης. Μιλώ για τη δυσχερή θέση στην οποία έχει περιέλθει η χώρα, η οποία αδυνατεί πλέον να εκπληρώσει τις στοιχειώδεις υποχρεώσεις της ακόμη και στο εσωτερικό: ξύνουν, ας πούμε, τον πάτο του βαρελιού για να μπορέσουν να βρουν 150 εκατ. Να πληρώσουν τις συντάξεις του ΙΚΑ μεθαύριο…

Αυτό ουδέποτε είχε συμβεί στα χρόνια που διαρκεί η κρίση –ούτε καν τον Απρίλιο του 2010, όταν η κυβέρνηση Παπανδρέου αναγκάστηκε να καταφύγει στον μηχανισμό στήριξης και στο Μνημόνιο. Συμβαίνει τώρα. Και δείχνει ότι αυτά τα πέντε χρόνια αιματηρών θυσιών για τον λαό πήγαν εντελώς χαμένα. Εξαιτίας μιας τριπλής επώδυνης συγκυρίας που συνέπεσε να διαπνέει τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και τον επικεφαλής της: απειρία, ερασιτεχνισμός, ανικανότητα…

Για μένα λοιπόν το πιο μεγάλο πρόβλημα της χώρας αυτή την ώρα δεν είναι αν θα υπάρξει συμφωνία, γιατί είναι αδιανόητο να μην υπάρξει. Το πρόβλημα είναι πώς –και πότε φυσικά… –θα κερδηθούν τα πέντε χρόνια που χάθηκαν, ώστε να μπορέσει να ξεφύγει από τον θανατηφόρο κύκλο της ύφεσης…