«Επανάσταση» δεν είναι. Και ας την είχε προαναγγείλει ως τέτοια ο Εμανουέλ Μακρόν, ξεκαθαρίζοντας ήδη από την προεκλογική του εκστρατεία την πρόθεσή του να μεταρρυθμίσει μέσω προεδρικών διαταγμάτων τον γαλλικό εργατικό κώδικα, ώστε να προχωρήσει γρήγορα εμπρός. Ο φόβος των συνδικάτων, και των πολύμηνων διαδηλώσεων που στιγμάτισαν, αν δεν τορπίλισαν, προηγούμενες απόπειρες εργασιακής μεταρρύθμισης από προκατόχους του (με πιο πρόσφατο τον νόμο Ελ Κομρί επί προεδρίας Ολάντ και με τον Μακρόν τότε στο υπουργείο Οικονομίας), επέβαλε στον νυν γάλλο πρόεδρο μια τρίμηνη διαπραγμάτευση και περίπου 50 συσκέψεις με τους «κοινωνικούς εταίρους». Στο πέρας αυτής της διαδικασίας, αποφάνθηκε ο γαλλικός Τύπος, ο Μακρόν αναγκάστηκε να βάλει αρκετό νερό στο κρασί του. Βλέπει άλλωστε ήδη τη δημοτικότητά του να έχει πέσει στο 41% κι ας ζητεί να κριθεί σε βάθος χρόνου. Σε κάθε περίπτωση, τα πέντε διατάγματα που παρουσιάστηκαν χθες, με σκοπό να απελευθερώσουν τη δυσλειτουργική αγορά εργασίας της Γαλλίας, να καταστήσουν τη χώρα περισσότερο ελκυστική στους ξένους επενδυτές, να κάμψουν το ποσοστό της ανεργίας, που ξεπερνά το 9%, και να πείσουν τόσο τις Βρυξέλλες όσο και (ιδίως) το Βερολίνο για την πρόθεση του Παρισιού να βάλει σε τάξη τα οικονομικά του, οδηγούν σε μια σημαντική αναδιοργάνωση του γαλλικού εργατικού κώδικα, πριμοδοτώντας τη διαπραγμάτευση εντός των επιχειρήσεων, με προτεραιότητα τις πολύ μικρές και τις μικρομεσαίες από αυτές.

«Στόχος μας είναι να ανακτήσουμε τα χαμένα χρόνια. Να ενισχύσουμε τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης παρέχοντας περισσότερη ασφάλεια και ορατότητα στους εργοδότες και περισσότερες εγγυήσεις στους εργαζομένους» δήλωσε ο γάλλος πρωθυπουργός Εντουάρ Φιλίπ. Η σχεδιαζόμενη μεταρρύθμιση, που αναμένεται να υιοθετηθεί από το υπουργικό συμβούλιο στις 22 Σεπτεμβρίου και να τεθεί σε ισχύ στα τέλη Σεπτεμβρίου, δεν κάνει καμία αναφορά στο 35ωρο εργασίας, το ιερό τοτέμ των γάλλων Σοσιαλιστών, παρέχει ωστόσο στους εργοδότες μεγαλύτερη ελαστικότητα ώστε να διαπραγματεύονται με τους εργαζομένους συμφωνίες που θα το παρακάμπτουν. Προσφέρει επίσης στις επιχειρήσεις μεγαλύτερη ελευθερία όσον αφορά τις προσλήψεις και τις απολύσεις, καθώς και την προσαρμογή των μισθών στις συνθήκες της αγοράς.

Ενα από τα σημεία στα οποία έβαλε νερό στο κρασί της η κυβέρνηση Μακρόν, υποχωρώντας στις αξιώσεις των συνδικάτων, είναι η αποδοχή ενός κατώτατου ορίου όσον αφορά τις αποζημιώσεις που μπορούν να επιδικάσουν τα εργατοδικεία σε περίπτωση καταχρηστικής απόλυσης. Το κατώτατο αυτό όριο βέβαια κατεβαίνει από τους έξι στους τρεις μισθούς έπειτα από δύο χρόνια εργασίας στην επιχείρηση –για λιγότερο από δύο χρόνια εργασίας, προβλέπεται ένας μισθός. Από την άλλη πλευρά, προβλέπεται πλέον και ανώτατο όριο στις αποζημιώσεις αυτές: είκοσι μισθοί, έπειτα από 30 χρόνια εργασίας.

Στο πλαίσιο αυτού του δούναι και λαβείν με τα συνδικάτα, το πλαφόν αυτό δεν ισχύει σε περίπτωση προσφυγής για διάκριση ή για παραβίαση των θεμελιωδών δικαιωμάτων του εργαζομένου. Και η κανονική αποζημίωση, σε περίπτωση απόλυσης, αυξάνεται κατά 25%. Από την άλλη πλευρά, οι πολυεθνικές που θέλουν να προχωρήσουν σε μαζικές απολύσεις στη Γαλλία θα αξιολογούνται πλέον ανάλογα με την οικονομική τους κατάσταση εντός της συγκεκριμένης χώρας και όχι σε όλες τις χώρες όπου επιχειρούν. Οι επιχειρήσεις με λιγότερους από 50 εργαζομένους –το 95% των γαλλικών επιχειρήσεων –θα έχουν υπό όρους τη δυνατότητα να παρακάμπτουν τα συνδικάτα προκειμένου να διαπραγματευτούν τις συνθήκες εργασίας. Οσο για τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, θα μπορούν να συνάπτουν περισσότερο συγκεκριμένες συμφωνίες με τα συνδικάτα, αντί της υποχρεωτικής συμμόρφωσης προς τους αυστηρότερους κλαδικούς κανόνες, και να οργανώνουν εσωτερικά δημοψηφίσματα ώστε να υπερνικούν οποιαδήποτε αποτυχία επίτευξης συμφωνίας.

Ξένοι οικονομολόγοι έσπευσαν να κάνουν συγκρίσεις με τη Γερμανία. «Μοιάζει πολύ με την εργασιακή μεταρρύθμιση που πραγματοποιήθηκε στη Γερμανία το 2004-2005» σχολίασε ο Φλόριαν Χενς, οικονομολόγος στην Berenberg Bank, αναφερόμενος στην Ατζέντα 2010 του Γκέρχαρντ Σρέντερ. «Θα μπορούσε κάλλιστα να ωθήσει τη Γαλλία σε μια χρυσή δεκαετία, όπως αυτή που είχε η Γερμανία». Αυτό ελπίζει και ο Εμανουέλ Μακρόν, έχοντας ξεκαθαρίσει την πρόθεσή του να προωθήσει το όραμά του για μια «Ευρώπη που προστατεύει», και ειδικότερα για μια μεταρρύθμιση της ευρωζώνης, έπειτα από τις γερμανικές ομοσπονδιακές εκλογές. Προηγουμένως πάντως πρέπει να ξεπεράσει τον σκόπελο του CGT, του μεγαλύτερου και πλέον αριστερού των γαλλικών συνδικάτων, που πρωτοστάτησε πέρυσι στις διαδηλώσεις εναντίον του νόμου Ελ Κομρί –και έχει ήδη προαναγγείλει κινητοποιήσεις για τις 12 Σεπτεμβρίου. Οπως και των Ανυπότακτων Γάλλων του Ζαν-Λικ Μελανσόν, που καταγγέλλουν ένα «κοινωνικό πραξικόπημα» και καλούν σε διαδηλώσεις στις 23 Σεπτεμβρίου. Τα δύο άλλα μεγάλα συνδικάτα της Γαλλίας πάντως, το μεταρρυθμιστικό CFDT και η Εργατική Δύναμη (FO), ανακοίνωσαν πως –παρά την απογοήτευσή τους –δεν θα συμμετάσχουν στις διαδηλώσεις.