Ακούγονται πολλά δραματικά στη Γαλλία τελευταία. Μέχρι και με τον Τιτανικό συγκρίνουν το Σοσιαλιστικό Κόμμα: «Το πλοίο βυθίζεται και η ορχήστρα συνεχίζει να παίζει». Υπερβολές; Ενδεχομένως. Γεγονός είναι ότι οι γάλλοι Σοσιαλιστές διανύουν τη χειρότερη κρίση στην ιστορία τους –όχι ότι δεν έχουν ζήσει και άλλους αλληλοσπαραγμούς, αλλά αυτή τη φορά βρίσκονται στην κυβέρνηση και οι εσωκομματικές έριδες που τρέφονται από τους χαλεπούς καιρούς μεγεθύνονται από το φως των προβολέων.

Αναλυτές θεωρούν πλέον πιθανή μια διάσπαση του κόμματος μετά τις προεδρικές εκλογές του 2017. Συνολικά 39 σοσιαλιστές αντάρτες επέλεξαν να απόσχουν την Τρίτη από την πρώτη κοινοβουλευτική ψηφοφορία για τον προϋπολογισμό του 2015. Κατά την ψηφοφορία για το πρόγραμμα δημοσιονομικής σταθερότητας, την άνοιξη, οι αποχές ήταν περισσότερες: 41. Μόνο που αυτή τη φορά απέσχον έχοντας επιστρέψει στην Εθνοσυνέλευση και πρώην υπουργοί όπως ο Μπενουά Αμόν και η Ορελί Φιλιπετί που αποχώρησαν με πάταγο, μαζί με τον πρώην υπουργό Οικονομίας Αρνό Μοντμπούρ, στον ανασχηματισμό του Αυγούστου.

ΛΑΔΙ ΣΤΗ ΦΩΤΙΑ. Ο Αμόν έριξε περισσότερο λάδι στη φωτιά καταγγέλλοντας ότι η πολιτική που εφαρμόζουν ο Φρανσουά Ολάντ και ο Μανουέλ Βαλς «απειλεί τη δημοκρατία» και οδηγεί προς μια «τεράστια δημοκρατική καταστροφή» (βλ. Μαρίν Λεπέν) το 2017. Ο Βαλς έξυσε περισσότερο τις πληγές δηλώνοντας πως η σημερινή Αριστερά πρέπει να είναι «πραγματιστική, μεταρρυθμιστική και δημοκρατική»∙ άφησε εσκεμμένα το «σοσιαλιστική» απ’ έξω, επανήλθε μάλιστα με την ιδέα να αλλάξει το κόμμα όνομα. Ο πόλεμος ανάμεσα στη δεξιά και την αριστερή πτέρυγα των Σοσιαλιστών μαίνεται πιο άγριος από ποτέ. Δεν είναι τυχαίο που ο επικεφαλής τους Ζαν-Κριστόφ Καμπαντελίς απηύθυνε δραματική έκκληση για ενότητα.

Το πλαίσιο έχει σημασία. Διότι σε αυτό το πλαίσιο έκανε τη μεγάλη επιστροφή της η Μαρτίν Ομπρί. Από τότε που έχασε το σοσιαλιστικό χρίσμα του υποψηφίου για την προεδρία από τον Φρανσουά Ολάντ, το 2011, και μάλιστα αφότου εγκατέλειψε τα ηνία του Κόμματος, τον Σεπτέμβριο του 2012, η θυγατέρα του Ζακ Ντελόρ που έγραψε ιστορία εφαρμόζοντας ως υπουργός Απασχόλησης του Λιονέλ Ζοσπέν το 35ωρο εργασίας είχε επιλέξει τη σιωπή. Παρέμενε ενεργή, είναι δήμαρχος της Λίλλης από το 2001∙ αλλά σιωπηλή. Εριξε μια πρώτη προειδοποιητική βολή τον Ιούλιο, καταγγέλλοντας την περιφερειακή μεταρρύθμιση που θα ενώσει το «δικό της» Νορ-πα-ντε-Καλαί με την Πικαρδία. Τα πραγματικά πυρά όμως άρχισε να τα ρίχνει την περασμένη Κυριακή, εξαπολύοντας ευθεία επίθεση στην οικονομική και όχι μόνο πολιτική της κυβέρνησης.

Πρώτα έδωσε μια συνέντευξη στη «Ζουρνάλ ντι Ντιμάνς», έπειτα ανέβασε στο Ιντερνετ μακροσκελές κείμενο με δεκάδες υπογραφές και τίτλο «Για να πετύχουμε». «Η πολιτική που εφαρμόζεται εδώ και δύο χρόνια είναι εις βάρος της ανάπτυξης και άρα δεν μπορεί να επιτύχει» διακήρυξε. «Χρειάζεται καλύτερη δοσολογία ανάμεσα στην αναγκαία μείωση των ελλειμμάτων και στην ανάπτυξη». Διατύπωσε συγκεκριμένες προτάσεις. Να απελευθερωθούν, για παράδειγμα, 20 από τα 41 δισεκατομμύρια ευρώ που προορίζονται για την ενίσχυση των επιχειρήσεων μέσω φοροελαφρύνσεων και να χρησιμοποιηθούν σε ένα σχέδιο στήριξης της ανάπτυξης, για την ενίσχυση των νοικοκυριών και της τοπικής αυτοδιοίκησης. Ζήτησε να μη χαθεί άλλος χρόνος σε «ξεπερασμένες συζητήσεις», σαν αυτές για το 35ωρο εργασίας και για την κυριακάτικη αργία. Αξίωσε «να δοθεί λίγο νόημα σε αυτό που κάνουμε σήμερα», εκτιμώντας ότι ορισμένες σωστές μεταρρυθμίσεις, όπως εκείνη περί σχολικών ωραρίων, εκλαμβάνονται ως κακές επειδή δεν επεξηγούνται σωστά.

ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ. Η Ομπρί απέρριψε και τον όρο «αντάρτισσα» και τον ρόλο της «επικεφαλής των ανταρτών». Οι απόψεις που διατύπωσε ταυτίζονται κατά ένα 80% με εκείνες του Αρνό Μοντμπούρ, συνεννόηση ανάμεσά τους όμως δεν υπάρχει. Εκείνος είναι φιλόδοξος και δεν το κρύβει. Εκείνη επέμεινε πως δεν έχει βλέψεις ούτε για την πρωθυπουργία ούτε για την προεδρία ούτε καν για μια νέα θητεία στην ηγεσία των Σοσιαλιστών, θέλει απλώς να φανεί «χρήσιμη», επιθυμεί μόνο «τη συζήτηση», θέλει όσο τίποτε άλλο «να πετύχει ο Φρανσουά Ολάντ». Αλλά την Πέμπτη, το «Κανάρ Ανσενέ» αποκάλυψε αποσπάσματα από συνομιλία που είχε με στενά της πρόσωπα: «Είχα δίκιο, ο Ολάντ είναι ανίκανος. Απέτυχε σε όλα» φέρεται να είπε η Ομπρί. Και αμέσως πολλαπλασιάστηκαν τα δημοσιεύματα για την κακή σχέση που διατηρούν οι δύο τους εδώ και δεκαετίες, την πικρία της Μαρτίν για τον ρόλο του μέντορα που έπαιξε ο πατέρας της στον κατά τέσσερα χρόνια μικρότερό της Φρανσουά τη δεκαετία του 1980, το σχόλιό της όταν παρέλαβε από αυτόν τα ηνία του Κόμματος το 2008 ότι χρειάστηκε να επισκευάσει ακόμη και τις τουαλέτες, τους χαρακτηρισμούς («μαλακοκ***ης» και «διεστραμμένη») που φέρεται να αντάλλαξαν κατά τη μάχη για το σοσιαλιστικό χρίσμα το 2011, τον θυμό της Ομπρί που δεν της πρότεινε ο Ολάντ την πρωθυπουργία το 2012 κ.ο.κ.

Οχι, όχι, οι κριτικές της Μαρτίν Ομπρί είναι ένα δώρο για τον Φρανσουά Ολάντ αποφάνθηκε ο Σερζ Ραφί στο περιοδικό «Λ’Ομπζ». Του επιτρέπουν να ξαναβρεί την αγαπημένη του θέση, εκείνη του ανθρώπου της σύνθεσης. «Ανάμεσα στον δεξιό Μανουέλ Βαλς και την επικεφαλής αντάρτισσα Μαρτίν Ομπρί», εξήγησε ο Ραφί, «ξαναγίνεται το σημείο ισορροπίας, ο αδιαφιλονίκητος άνθρωπος της ειρήνης και της συσπείρωσης». Δεν μπορεί κανείς παρά να θαυμάσει την αισιοδοξία του.