«Ενας εξάδελφός μου πήγε στην αγορά και όταν επέστρεψε με το αυτοκίνητο, του έβαλαν πρόστιμο για παράνομο παρκάρισμα» λέει σκανδαλισμένος ο Σιρουάν, ένας Κούρδος του Ιράκ που αναγκάστηκε να τραπεί σε φυγή λόγω της προέλασης της οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος. Το περιστατικό συνέβη στη Ράκα, την πόλη της Συρίας που έχουν ανακηρύξει οι τζιχαντιστές πρωτεύουσα του «χαλιφάτου» τους. Μπροστά στους αποκεφαλισμούς, τον διωγμό των θρησκευτικών μειονοτήτων και τη φρικτή μεταχείριση των γυναικών, το πρόστιμο για παράνομη στάθμευση μοιάζει εντελώς ασήμαντο. Οπως επισημαίνει ωστόσο στην «Ελ Παΐς» η Ανχελες Εσπινόσα, δίνει μια καλή ιδέα για το πόσο αποφασισμένη είναι αυτή η οργάνωση που τη βομβαρδίζουν τώρα ΗΠΑ και σύμμαχοι, να μετατραπεί σε κράτος.

Αφού κατέκτησε μεγάλες ζώνες της Συρίας και του Ιράκ (έκταση 130.000 τ.χλμ., όσο η Αυστρία και η Ελβετία μαζί) το Ισλαμικό Κράτος κυβερνά 8 εκατ. ανθρώπους, διαθέτει στρατό, ίδια χρηματοδότηση και τη δική του σημαία. «Είναι κάτι πολύ περισσότερο από μία ομάδα ανταρτών που κρύβεται στα βουνά» επισημαίνει ο Τζούλιεν Μπαρνς-Ντάσι από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Εξωτερικών Υποθέσεων. «Εχει εγκαθιδρύσει ολόκληρο σύστημα στις πόλεις που ελέγχει, πρώτα στη Ράκα και τώρα στη Μοσούλη». Πρόκειται για μια περίπλοκη διοικητική δομή που θέτει σε ισχύ νόμους, συλλέγει φόρους, απονέμει (τη δική του…) δικαιοσύνη, παρέχει ακόμα και κοινωνικές υπηρεσίες.

Στην κορυφή της πυραμίδας βρίσκεται ο «χαλίφης» Αμπού Μπακρ αλ Μπαγκντάντι, που στηρίζεται όμως σε δύο άτομα της εμπιστοσύνης του, ένα για τις συριακές επαρχίες και ένα για τις ιρακινές –καθώς και ένα συμβουλευτικό συμβούλιο (Σούρα) που διευθετεί ιδεολογικά και θρησκευτικά ζητήματα, ένα στρατιωτικό συμβούλιο και ένα υπουργικό συμβούλιο που ασχολείται με τα οικονομικά, την εσωτερική ασφάλεια και βεβαίως την προπαγάνδα. «Το Ισλαμικό Κράτος ανέπτυξε στη Ράκα ένα άνευ προηγουμένου δίκτυο πολιτικών και κοινωνικών θεσμών» διαβεβαιώνει ο Γκαμπριέλ Γκαρούμ, ένας νεαρός συροκαταλανός πολιτειολόγος που μόλις ολοκλήρωσε μια διδακτορική διατριβή για τη διακυβέρνηση του Ισλαμικού Κράτους σε αυτή την πόλη. «Το Ραμαζάνι, για παράδειγμα, έδωσε 2.000 συριακές λίρες (10 ευρώ) σε κάθε σουνιτική οικογένεια και άλλες 1.000 για κάθε γιο».

Πέρα από τα κέντρα θρησκευτικής μελέτης και ανάγνωσης, έχει ανοίξει γραφεία «ισλαμικών υπηρεσιών» (ασχολούνται με την προμήθεια νερού και ηλεκτρικού, την επιδιόρθωση του οδικού δικτύου κ.λπ.), συλλογής φόρων, κοινωνικής βοήθειας σε ορφανά, ακόμα και προστασίας του καταναλωτή. Αυτό το μοντέλο που εφάρμοσε πρώτα στη Ράκα, στη συνέχεια το εξήγαγε στις άλλες πόλεις που κατέκτησε όπως το Μανμπίζ, το Ελ Μπαμπ και το Ντέιρ Εζόρ στη Βόρεια Συρία, ή τη Μοσούλη στο Βόρειο Ιράκ.

«Οι υπηρεσίες το βοηθούν να προσελκύσει τον κόσμο, ιδιαίτερα τους φτωχούς που δεν έχουν εναλλακτικές λύσεις για να βγάλουν τα προς το ζην» επισημαίνει η Λίνα Κάτιμπ, διευθύντρια του κέντρου Carnegie στην Εγγύς Ανατολή. Από πού βρίσκει όμως τα χρήματα; Στις αρχές, το Ισλαμικό Κράτος εξαρτιόταν από τις δωρεές ισχυρών υποστηρικτών του στον Κόλπο, τα λύτρα για τους απαχθέντες και τη λεηλασία των περιοχών που κατακτούσε. Τώρα πια, οι ειδικοί συμφωνούν ότι η οργάνωση διαχειρίζεται μια αυτοβιώσιμη οικονομία, χάρη στους φόρους τους οποίους επιβάλλει στους κατοίκους των ζωνών που ελέγχει και, πάνω από όλα, στο λαθρεμπόριο πετρελαίου.

Το Ισλαμικό Κράτος ελέγχει τουλάχιστον τρία κοιτάσματα πετρελαίου στη Συρία και άλλα πέντε στο Ιράκ. Εχει μόνο ένα διυλιστήριο, στη Συρία, χρησιμοποιεί όμως και μικρές κινητές εγκαταστάσεις –που έχουν βρεθεί στο στόχαστρο των τελευταίων βομβαρδισμών της αμερικανικής αεροπορίας. Το πετρέλαιο που δεν χρησιμοποιεί, το πουλάει, μικρές ποσότητες τοπικά και το περισσότερο μέσω του λαθρεμπορίου στην Τουρκία· κάτι που του αποδίδει, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, μεταξύ 1,65 και 2,36 εκατ. ευρώ καθημερινά.

Είναι τρελοί

«Είναι τρελοί και πιστεύουν πραγματικά ότι στήνουν ένα κράτος», δήλωσε στην «Ελ Παΐς» νεαρός πρόσφυγας από τη Ράκα. Ο ίδιος περιέγραψε τη ζωή στην πόλη ως «τραγική». Και εντούτοις, παρά τον τρόμο που σπέρνουν και τα κύματα φυγής που προκαλούν, οι τζιχαντιστές υποστηρίζονται από κάποιους κατοίκους για «την ασφάλεια» και «τη σταθερότητα» που έχουν φέρει