Οταν ήμουν 12 ετών σκότωσα τον μικρότερο αδελφό μου σε κυνηγετικό ατύχημα που σημειώθηκε κοντά στο σπίτι μας στα βόρεια της πολιτείας της Νέας Υόρκης. Επέστρεψα στην ανάμνηση αυτού του γεγονότος όταν διάβασα τι συνέβη στο νεαρό κορίτσι από το Νιου Τζέρσεϊ που έχασε τον έλεγχο ενός υποπολυβόλου όπλου σε σκοπευτήριο του Λας Βέγκας και σκότωσε τον εκπαιδευτή του (φωτογραφία).

Δεν έχω κάποιο πολιτικό επιχείρημα να παρουσιάσω. Αλλά πιάνω τον εαυτό μου να αναρωτιέται εάν όσα πέρασα πολλά χρόνια πριν μπορούν να μου πουν κάτι για όσα περνάει ή πρόκειται να περάσει το κορίτσι αυτό. Αυτό το κορίτσι και τόσα άλλα παιδιά τα οποία ξαφνικά υποχρεούνται να ζήσουν με τις συνέπειες ενός θανάσιμου ατυχήματος και να κατανοήσουν τον ρόλο τους σε αυτό.

Το πρώτο πράγμα που θα έλεγα είναι ότι δεν μπορούν. Δεν μπορούν να κατανοήσουν ή να αποδεχθούν τη δυστυχία που προκλήθηκε στις ζωές τους και στις ζωές όσων τα περιστοιχίζουν. Αυτό είναι δεδομένο. Το παιδί είδε κάτι το οποίο δεν μπορεί να κατανοήσει. Και το παιδί δεν στέκεται ως μάρτυρας στο περιθώριο της σκηνής αλλά στο κέντρο αυτής κρατώντας το όπλο.

Ημουν λίγο πριν από την εφηβεία. Απλά ένα παιδί που συμμετείχε σε ένα διαδεδομένο αμερικανικό τελετουργικό: κυνηγούσα και κρατούσα όπλο. Το ατύχημα που κόστισε τη ζωή του αδελφού μου είχε ως αποτέλεσμα να αλλάξει συθέμελα ολόκληρος ο κόσμος μου. Επιβίωσα, μεγάλωσα και ίσως και να πέτυχα. Αλλά ποτέ δεν θεραπεύτηκα. Και η επιβίωσή μου έχει να κάνει με την τύχη όπως καθετί. Μέρος της τύχης μου ήταν ότι ανακάλυψα την ποίηση η οποία με έχει στηρίξει μια ολόκληρη ζωή.

Ως συγγραφέας, πιστεύω ότι οι λέξεις μπορούν να μας βοηθήσουν να κατανοήσουμε τις ζωές μας εκφράζοντας τα μυστικά και ντροπές, καθώς και τις χαρές μας. Αλλά, όταν προσπαθώ να σκεφτώ τι θα μπορούσα να πω σ’ αυτό το κορίτσι, σκέφτομαι επίσης ότι υπάρχει ο κίνδυνος να χρησιμοποιηθούν πρόωρα οι λέξεις για την αιτιολόγηση του συμβάντος και την παρηγοριά του. Εχασα τη θρησκευτική μου πίστη την ημέρα του θανάτου του αδελφού μου γιατί ένας καλοπροαίρετος ενήλικος με διαβεβαίωσε ότι ο νεκρός αδελφός μου βρισκόταν ήδη, εκείνη τη στιγμή, στον Παράδεισο μαζί με τον Χριστό. Πώς θα μπορούσα να του πω εγώ ότι ο αδελφός μου ήταν ακόμη δίπλα μου, ότι κάθε φορά που σφράγιζα τα μάτια μου για να ξεφύγω από τον κόσμο, τον έβλεπα να κείτεται άψυχος στα πόδια μου;

Είναι πολύ αργά για να γνωρίζω εάν μια πιο διακριτική προσέγγιση θα είχε αποτέλεσμα, αλλά η προειδοποίησή μου είναι αυτή: αυτό που συνέβη σε εκείνο το παιδί το βύθισε βαθιά στον τρόμο της ύπαρξης. Μην πιστεύετε ότι η άμεση χορήγηση ηρεμιστικών θα βοηθήσει, πόσω μάλλον να θεραπεύσει.

Ο Gregory Orr είναι καθηγητής Αγγλικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βιρτζίνια