Σε αυτή την περίπτωση, η 60χρονη Παρκ θα γίνει η πρώτη γυναίκα που αναλαμβάνει το κορυφαίο αξίωμα σε μια χώρα όπου κυριαρχούν οι άνδρες με τα σκούρα κοστούμια.

Ακόμη και αν χάσει, θα μείνει στην ιστορία της χώρας της ως η πρώτη γυναίκα που διεκδίκησε την Προεδρία. Εχει πείρα 15 ετών ως βουλευτής και ήδη την αποκαλούν «η βασίλισσα των εκλογών», επειδή κατάφερε να αντιστρέψει την αρνητική πορεία του κόμματός της. Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, η διαφορά που τη χωρίζει από τον κεντροαριστερό υποψήφιο Μουν Γιάε Ιν είναι της τάξης του 0,5%.

Το κόμμα της, πάντως, το συντηρητικό Σαενούρι (Νέο Σύνορο), την είχε απορρίψει όταν η Παρκ είχε ζητήσει το χρίσμα για τις προεδρικές του 2007. Τώρα επιστρέφει στην επίθεση, επιδιώκοντας μάλιστα να αλλάξει τη φυσιογνωμία του ώστε να πάψει να ταυτίζεται με τους μεγαλοεπιχειρηματίες και το κατεστημένο. Χρησιμοποιώντας το σύνθημα του πατέρα της «Ας ζήσουμε καλά», θέλει να το μετατρέψει σε πρωταθλητή των μεταρρυθμίσεων, τις οποίες πολλοί Νοτιοκορεάτες πιστεύουν πως χρειάζεται η χώρα, έστω και αν μερικοί συντηρητικοί ανθίστανται. Η δημοτικότητα αυτής της ανύπανδρης 60χρονης πολιτικού ενισχύεται κυρίως από τη νοσταλγία για τον πατέρα της, στο πλευρό του οποίου είχε ρόλο πρώτης κυρίας μετά τη δολοφονία της μητέρας της, το 1974, σε μια επίθεση με στόχο τον ίδιο τον δικτάτορα. Ο Παρκ δολοφονήθηκε το 1979 από τον αρχηγό των μυστικών υπηρεσιών του.

Μετά τον θάνατο του πατέρα της, έζησε για χρόνια απομονωμένη. Επέστρεψε στην πολιτική σκηνή και εξελέγη βουλευτής το 1998, για να βοηθήσει, όπως λέει, να σωθεί η χώρα της από την καταστροφική ασιατική οικονομική κρίση της περιόδου 1997-98. Προσπάθησε από τότε να απαλλαγεί από τον χαρακτηρισμό της «κόρης του δικτάτορα», εκμεταλλευόμενη τη δημόσια εικόνα του Παρκ, ο οποίος πλέον θεωρείται ευρέως σύμβολο του «νοτιοκορεατικού οικονομικού «θαύματος». Μάλιστα φαίνεται πως τα κατάφερε, καθώς επανεξελέγη τέσσερις φορές. Ωστόσο, «η ταυτότητα που είχε για καιρό ως συντηρητική υποψήφια και η νέα ταυτότητά της ως υποψήφια της αλλαγής αλληλοσυγκρούονται», επισημαίνει στο αμερικανικό περιοδικό «Τάιμ» ο Τζιονγκ Χαν Γουλ, ειδικός για την κοινή γνώμη στο Ινστιτούτο Ανατολικής Ασίας με έδρα τη Σεούλ.

Κατά καιρούς η Παρκ έχει εμφανιστεί ως η «νοτιοκορεάτισσα Μάργκαρετ Θάτσερ» υποσχόμενη δύσκολες οικονομικές μεταρρυθμίσεις ή ως «Ανγκελα Μέρκελ της Ασίας». Την έχουν πει ακόμη «βασίλισσα του πάγου», καθώς παραμένει πάντα ψύχραιμη και στις ομιλίες της ουδέποτε ξεφεύγει από το γραπτό κείμενό της, ενώ έχει πει πως έχει για πρότυπο την «παρθένα βασίλισσα» Ελισάβετ Α’ της Αγγλίας. Ωστόσο οι υπεύθυνοι της εκστρατείας της μοιάζει να έχουν βαλθεί να υπονομεύσουν το μήνυμα της υποψήφιας ότι είναι μια σοβαρή γυναίκα, ικανή να ηγηθεί της οικονομίας και να αντιμετωπίσει την εχθρική Βόρεια Κορέα. Θεωρώντας πως φαίνεται υπερβολικά «ψυχρή», άρχισαν να χρησιμοποιούν στις συγκεντρώσεις της το διεθνές πλέον νοτιοκορεατικό χιτ «Gangnam Style» για να την εμφανίσουν πιο… κουλ. Μια προηγούμενη ανάλογη προσπάθειά τους όμως είχε παταγώδη αποτυχία. Είχαν χρησιμοποιήσει για την προεκλογική εκστρατεία ένα τραγούδι που συνέκρινε τις πολιτικές της υποψήφιας με την «S-line», δηλαδή τις γυναικείες καμπύλες. Το κόμμα απέσυρε το τραγούδι έπειτα από πολλές διαμαρτυρίες ότι είναι υποτιμητικό για τις γυναίκες, αλλά παραστρατήματα όπως αυτό συνέβαλαν στην πτώση της δημοτικότητας της Παρκ μεταξύ των γυναικών ηλικίας 20-30 και 30-40 ετών. «Μόνο το γεγονός ότι βιολογικά είναι γυναίκα δεν είναι πειστικό», λέει η Μα Τζι Χίε, 25χρονη φοιτήτρια στη Σεούλ.