«Οποιος φωνάζει, έχασε ήδη», σύμφωνα με μια γερμανική παροιμία. Η κυβέρνηση δεν φωνάζει για το ζήτημα του ελληνικού χρέους, διότι δεν θέλει να χάσει. Ο Αλέξης Τσίπρας, μετά τη συμφωνία των Πρεσπών μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ, αναμένει ένα καλό πολιτικό δώρο με μια γενναία διευθέτηση του ελληνικού χρέους. Τα βλέμματα όλων στο Μέγαρο Μαξίμου, στην αντιπροεδρία της Κυβέρνησης, αλλά και στο υπουργείο Οικονομικών είναι στραμμένα στην ερχόμενη Πέμπτη, ημέρα κατά την οποία θα συνεδριάσουν οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης.

Η 21η Ιουνίου είναι, έστω και καθ’ υπερβολήν, η «D-day» για το ελληνικό χρέος και όλες οι προσπάθειες της κυβέρνησης επικεντρώνονται εκεί ώστε να πέσουν τα φώτα στην απόφαση που θα ληφθεί, καθώς θα προβληθεί με ένταση, στον απόηχο και της συμφωνίας των Πρεσπών.

Για το Μέγαρο Μαξίμου, η προσεχής Πέμπτη είναι ουσιαστικά, όσο και εάν δεν το παραδέχονται ευθέως, μία από τις πιο κρίσιμες στιγμές της διακυβέρνησης του Πρωθυπουργού τα τριάμισι χρόνια που πέρασαν. Ο Τσίπρας αναμένει μια καλή λύση για το χρέος, για το οποίο ήδη υπάρχει σε εξέλιξη ακόμα και τώρα σκληρό παζάρι, τίποτα δεν έχει κλειδώσει και θέλει να ακούσει και την οριστικοποίηση του διαζυγίου μεταξύ ευρωζώνης και ΔΝΤ με την αποχώρηση του Ταμείου από το ελληνικό πρόγραμμα. Μέχρι όμως να επιβεβαιωθεί η φράση ανώτερου κυβερνητικού παράγοντα ότι στο Eurogroup της Πέμπτης «η Ελλάδα θα πάρει και λύση για το χρέος» πρέπει να υπάρξει και τελική απόφαση σε ανώτατο επίπεδο της ΕΕ και ειδικά να ξεκαθαρίσει τι θέλει τελικά το Βερολίνο και ποια θα είναι η λύση.

Η συνάντηση. Η σημερινή συνάντηση τριών βασικών παραγόντων, της καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ, του γάλλου προέδρου Μακρόν και του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν – Κλοντ Γιούνκερ, η οποία αναμένεται να γίνει στο περιθώριο του Συνεδρίου των Βιομηχάνων στο Βερολίνο, έχει την ιδιαίτερη σημασία της, δύο εικοσιτετράωρα πριν από την κρίσιμη συνεδρίαση του Eurogroup και της απόφασης για τα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού δημόσιου χρέους σε μεσοπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο ορίζοντα.

Στη σκιά της ιδιαίτερα παραγωγικής και πετυχημένης συνάντησης των Πρεσπών για τον διεθνή παράγοντα, ήδη κυκλοφορούν σενάρια για το ποια απόφαση θα υπάρξει για το ελληνικό χρέος και εάν συνδέεται ή όχι με τη συμφωνία των Πρεσπών μεταξύ Ελλάδας και ΠΓΔΜ.

«Το αποτέλεσμα της Μακεδονίας; Η συμφωνία μπορεί να ενισχύσει τις ελπίδες για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους», σύμφωνα με χθεσινό δημοσίευμα του Reuters, στο οποίο υπάρχει και η αναφορά αξιωματούχου της ΕΕ ότι η συμφωνία των δύο χωρών θα βοηθήσει (την Ελλάδα) στις συζητήσεις για την ελάφρυνση του χρέους.

«Η κυβέρνηση θα πάει στις συζητήσεις με άλλο ηθικό», κατά τον ίδιο αξιωματούχο, ο οποίος πρόσθεσε ωστόσο ότι ουδέποτε οι ευρωπαίοι εταίροι συνέδεσαν την υπογραφή της συμφωνίας για τη «Βόρεια Μακεδονία» με θετική προς την Ελλάδα απόφαση για την ελάφρυνση του χρέους. Σε αντίστοιχο μήκος κύματος, και το Μέγαρο Μαξίμου απορρίπτει κάθετα κάθε αναφορά ότι η ελάφρυνση του χρέους εξαρτάται από τη διευθέτηση του ζητήματος με την ΠΓΔΜ. «Δεν έχει υπάρξει ποτέ τέτοια συζήτηση. Δεν έχει ζητηθεί σε καμία χρονική στιγμή αυτό. Δεν υπήρξε ποτέ συναλλαγή…» αναφέρουν.

Το αλισβερίσι. Πριν από το δημοσίευμα του Reuters, πάντως, υπήρχε η δημόσια τοποθέτηση του διαγραφέντος από τους ΑΝΕΛ Δημήτρη Καμμένου, που είπε ότι στην τελευταία ΚΟ του κόμματος, υπό την προεδρία του Πάνου Καμμένου, ελέχθη, ψηφίστε τη συμφωνία για το Σκοπιανό γιατί θα μας δώσουν ανταλλάγματα. «Η συμφωνία για το Σκοπιανό μπήκε στη ζυγαριά με το χρέος και τις συντάξεις» ανέφερε ο Δημήτρης Καμμένος στην τηλεόραση του Σκάι, προσθέτοντας: «Στην ΚΟ ειπώθηκε να ψηφίσουμε για να μην περάσουν οι περικοπές στις συντάξεις και να έχουμε μείωση 30% στον ΕΝΦΙΑ και επιμήκυνση για το χρέος… Εγινε εισήγηση, το υποστήριξε και ο πρόεδρος (σ.σ.: ο Πάνος Καμμένος)». Ακολούθησε η αντίδραση από τους ΑΝΕΛ, με τον εκπρόσωπο του κόμματος Θόδωρο Τουσουνίδη να χαρακτηρίζει τις αναφορές Καμμένου (σ.σ.: στις οποίες αναφέρθηκε και το Reuters) «προφάσεις εν αμαρτίαις» και να σημειώνει ότι ποτέ δεν έγινε στην ΚΟ αντιστοίχιση της συμφωνίας για το Μακεδονικό με την οικονομική διαπραγμάτευση με τους δανειστές.

Ψήφισμα των δικηγόρων. Επιφυλακτική απέναντι στη συμφωνία των Πρεσπών εμφανίζεται και η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας, η οποία με ψήφισμά της προτείνει την κύρωση από τη Βουλή με αυξημένη πλειοψηφία 180 βουλευτών, τονίζοντας παράλληλα ότι «η σημερινή κυβέρνηση οφείλει να εξηγήσει πειστικά στον ελληνικό λαό τους λόγους που επέβαλαν την υπογραφή της συμφωνίας στην παρούσα χρονική περίοδο και να τον ενημερώσει πλήρως για τους όρους της, τα άγνωστα σε αυτόν τυχόν πλεονεκτήματα, τις δεσμεύσεις και τους κινδύνους που αναλαμβάνει η χώρα, ιδίως ενόψει των πολλαπλών αιρέσεων υπό τις οποίες τελεί η συμφωνία».