Εικόνα σχεδόν καθολικής απόρριψης της κυβερνητικής πολιτικής διαμορφώνεται στην ελληνική κοινωνία, ενώ σε συντριπτικό ποσοστό κάτω από τη βάση βαθμολογούν τη διαχειριστική ικανότητα της κυβερνητικής σύμπραξης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ ακόμη και οι ψηφοφόροι των δύο κομμάτων στις κάλπες του περασμένου Σεπτεμβρίου.

Η κυβερνητική καθίζηση και το τεράστιο χάσμα που δημιουργείται ανάμεσα στην κυβέρνηση Τσίπρα και την κοινωνία αποτυπώνονται έντονα στην νέα πανελλαδική δημοσκόπηση που διενεργήθηκε για την ΓΣΕΕ από την εταιρεία Alco και παρουσιάζουν σήμερα «ΤΑ ΝΕΑ». Σε ποσοστό 80% οι ερωτηθέντες θεωρούν ότι ο ετερόκλητος συνασπισμός ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ είναι ανίκανος να οδηγήσει τη χώρα στην έξοδο από την κρίση, ενώ αμφισβητεί την αποτελεσματικότητα των στρατηγικών στόχων που προβάλλει η κυβέρνηση για την ανάταξη της χώρας, πρωτίστως μια συμφωνία για τη διευθέτηση του χρέους. Η κοινωνία στέλνει ηχηρό μήνυμα ότι μόνο μέσα από κινήσεις που θα σηματοδοτούν το τέλος του πολυετούς κύκλου της λιτότητας θα μπορούσε να αντιληφθεί φως στο βάθος του τούνελ.

Είναι αξιοσημείωτο ότι το κλίμα απόλυτης απαισιοδοξίας που καλύπτει σχεδόν όλες τις κοινωνικές και ηλικιακές ομάδες δεν φαίνεται να μεταβάλλεται από την ολοκλήρωση της αξιολόγησης από τους δανειστές. Αντιθέτως, η νέα έρευνα που πραγματοποιήθηκε στο διάστημα 30 Μαΐου – 2 Ιουνίου καταγράφει –πέραν της διάχυτης καχυποψίας για τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς –και τη μεγάλη ανησυχία των πολιτών για τα μέτρα που θα συνοδεύουν την επόμενη αξιολόγηση του φθινοπώρου, ιδίως στο πεδίο των εργασιακών αλλαγών.

Στην πραγματικότητα, και η νέα δημοσκόπηση έρχεται να επιβεβαιώσει μια εικόνα κυβερνητικής αποξένωσης και συνακόλουθα την αποστασιοποίηση της ελληνικής κοινωνίας από τα κυβερνητικά πεπραγμένα –και, μάλιστα, σε πρωτοφανή βαθμό για μια περίοδο μόλις οκτώ μηνών από τις τελευταίες εκλογές. Πρόκειται για καταγραφή που δεν αναδεικνύει μόνο ένα τέλος ανοχής, αλλά και μια πρόωρη γήρανση του κυβερνητικού ειδώλου. Η κυβέρνηση Τσίπρα όχι μόνο δεν πείθει, αλλά στη συντριπτική πλειονότητά τους οι ερωτηθέντες δεν περιμένουν τίποτε θετικό από αυτήν. Το στοιχείο είναι προφανές ότι θα μπορούσε να αποδειχθεί καταλυτικό τόσο για την κυβερνητική προοπτική όσο και για το κλίμα του προσεχούς φθινοπώρου στο πολιτικό και κοινωνικό πεδίο.

Τα πλέον ανησυχητικά σημάδια για την κυβερνητική ευστάθεια, ωστόσο, δεν έχουν να κάνουν με την εικόνα μιας γενικευμένης αποδοκιμασίας, αλλά με τη μεγάλη μεταστροφή που καταγράφεται στο σώμα των ψηφοφόρων του κυβερνητικού συνασπισμού στις τελευταίες εκλογές: Το 63% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ του περασμένου Σεπτεμβρίου και το 61% των ψηφηφόρων των ΑΝΕΛ αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους και δεν θεωρούν ικανή την παρούσα κυβέρνηση να βγάλει τη χώρα από την κρίση. Σε συνολικό επίπεδο, εξάλλου, μόλις το 11% εξακολουθεί να επενδύει στις κυβερνητικές ικανότητες. Ακόμη και στην προνομιακή για τον ΣΥΡΙΖΑ ομάδα των νέων ψηφοφόρων (ηλικίες 18-24) το ρήγμα είναι μεγάλο, αφού μόνο το 28% των ερωτηθέντων εξακολουθεί να δείχνει κάποια εμπιστοσύνη, ενώ στις λεγόμενες παραγωγικές ηλικίες και στους συνταξιούχους η κυβέρνηση βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα τείχος αμφισβήτησης (άνω του 80%).

ΠΟΙΟ ΧΡΕΟΣ; Την ίδια στιγμή, μια συμφωνία για τη βιωσιμότητα του χρέους, στην οποία επενδύει πολλά το Μαξίμου, δεν συγκινεί και δεν δείχνει ικανή, ακόμη κι αν επιτευχθεί στο προσεχές μέλλον, να αλλάξει την αρνητική εικόνα: Τα μέτρα λιτότητας είναι το μόνο κριτήριο που κατά τους ερωτηθέντες (σε ποσοστό 74%) δείχνει την κατεύθυνση της ελληνικής οικονομίας. Εν αναμονή του επόμενου πακέτου για τα εργασιακά, μάλιστα, το 84% εκφράζει εκ των προτέρων τη βεβαιότητα ότι οι ομαδικές απολύσεις θα καθηλώσουν αντί να δώσουν ώθηση στην οικονομία.

Με την εικόνα μιας βαριά τραυματισμένης και αναξιόπιστης κυβέρνησης, εξάλλου, συνδέεται και η οπτική των ερωτηθέντων για το ποιους ευνόησαν ή έπληξαν τα πρόσφατα μέτρα: Οι ελεύθεροι επαγελματίες θεωρούνται ως ο μεγαλύτερος στόχος (38%), ενώ φαίνεται να αποτελεί κοινή αντίληψη πλέον ότι η κυβέρνηση ενδιαφέρεται σχεδόν αποκλειστικά για τα συμφέροντα των δημοσίων υπαλλήλων.