Είναι από εκείνες τις ιστορίες που τα γενικά τουλάχιστον χαρακτηριστικά τους, εντοπίζονται σχεδόν συχνά: ο αφροαμερικανός πρωταγωνιστής της, γεννημένος το 1935 στο Σικάγο, γιος ενός επισκευαστή και μιας καθαρίστριας, πρωτοάκουσε μουσική από την χορωδία της τοπικής ενορίας. Από το γκόσπελ πέρασε στον Ντιουκ Έλινγκτον και τον Αρτ Τέιτουμ, ενώ πριν καλά-καλά μπει στην εφηβεία, τα μαθήματα κλασικού πιάνου, αν και ζόριζαν οικονομικά τους γονείς του, τον είχαν κάνει απαραίτητο κομμάτι της κυριακάτικης λειτουργίας.

Όλα αυτά ίσως θα κατέληγαν σε μια μικρότερη ή μεγαλύτερη καριέρα στην κλασική μουσική, αν ο Ράμσεϊ Λιούις δεν συμμετείχε στα δεκαπέντε του στην τζαζ μπάντα με το όνομα The Cleffs: έπαιζαν σε πάρτι, έπαιζαν σε χοροεσπερίδες και μόνο ο πόλεμος της Κορέας θα τους χώριζε. Μετά το τέλος του, κάποια μέλη επανενώθηκαν σε ένα μουσικό τρίο τόσο καλό στο ελαφρύ και ανέμελο κομμάτι του μπίμποπ, που υπόγραψε στην Chess. Έβγαλαν δίσκους, περιόδευσαν και ένα βράδυ του 1965 στην Ουάσιγκτον, έπαιξαν σε μια πιο σουίνγκ εκδοχή, το The In Crowd του Ντόμπι Γκρέι.

Η διασκευή έγινε ανάρπαστη. Κυκλοφόρησε σε σινγκλ, το οποίο έγινε χρυσό και τιμήθηκε με Γκράμι. Το όνομα The Ramsey Lewis Trio βρισκόταν στα χείλη κάθε ραδιοφωνικού παραγωγού, επίτευγμα που δεν άρεσε σε όλους: ο μπασίστας Έλντι Γιανγκ και ο ντράμερ Ρεντ Χολτ, δυσανασχετούσαν που επισκιάζονταν από το όνομα του «αρχηγού». Μέχρι πάντως τα πράγματα να φτάσουν στο απροχώρητο, θα συνέχιζαν να παίρνουν βραβεία, να πουλάνε και εκτός του τζαζ σιναφιού ή να ακούγονται στα πιο ωραία πάρτι.

Τραγούδια σαν τα Hold it right there και Hang on Sloopy, ήταν ό,τι πρέπει για να λικνίζεσαι με το ποτό στο ένα χέρι, χτυπώντας τα δάχτυλα του άλλου στο ρυθμό της μουσικής. Μερικά άλλα, παραδοσιακά «νέγρικα», σαν το Wade in the water, αποκτούσαν χορευτική χροιά χωρίς να απονευρώνονται από το νόημα που είχαν κάποτε για τους σκλάβους των φυτειών.

Τελικά οι Γιανκγ και Χολτ αποχώρησαν, όμως οι νέοι συνεργάτες του Λιούις δεν ανέκοψαν την ανοδική του πορεία. Στη δεκαετία του ’70, αποφασισμένος μάλλον ότι τα πρώτα, κλασικά του βήματα ήταν και τα τελευταία, φλέρταρε και με το rhythm & blues. Κάποια στιγμή ενσωμάτωσε και το ηλεκτρικό πιάνο. Το καλύτερο δείγμα αυτής της μικρής στροφής, το άλμπουμ Sun Goddess του 1976, έγινε μεν επίσης χρυσό, απομάκρυνε δε τους καθαρολόγους που έκαναν λόγο για εμπορευματοποίηση.

Ποιος δικαιώθηκε; Η δεκαετία του ’80 δεν ήταν ιδανική για τον Λιούις, δεν είχε πει ωστόσο την τελευταία του λέξη. Τα εξαιρετικά ντουέτα με τον ομότεχνο Μπίλι Τέιλορ απόδειξαν ότι θυμόταν καλά τις τζαζ καταβολές του -σύντομα θα τις μνημόνευε και στη δημοφιλή εκπομπή που θα παρουσίαζε από το 1997 μέχρι το 2009 σε ραδιοφωνικό σταθμό του Σικάγο. Εκείνη η κλίση στην κλασική μουσική, καλλιεργημένη σε δισκογραφικές συνεργασίες με την λονδρέζικη Philarmonia Orchestra, βρήκε χώρο και σε άλμπουμ σπάνια όπως το Appasionata του 1999, το οποίο διύλιζε οπερετικές άριες μέσα από ένα τζαζ τρίο.

Τι από όλα αυτά θα παρουσιάσει με το κουαρτέτο του στο Gazarte, στην πρώτη του εμφάνιση στην Ελλάδα; Ίσως ένα μίγμα, του οποίου τα συστατικά δεν είναι ανομοιογενή. Και η μητέρα του προβληματιζόταν κάποτε για τον περισπασμό που συνιστούσε η τζαζ στην κλασική παιδεία, άδικα όμως. Λέγεται ότι κάποτε είχε εκφράσει την αγωνία της και στην καθηγήτρια πιάνου του μικρού Ράμσεϊ. «Θα είμαι ειλικρινής μαζί σας», την είχε καθησυχάσει εκείνη. «Δεν υπάρχουν πολλές ευκαιρίες στην κλασική μουσική για έναν αφροαμερικανό. Νομίζω ότι ο γιος σας πρέπει να παίζει όπου και όποτε μπορεί. Δεν θα επηρεάσει καθόλου την τεχνική του».

Ιnfo:

Ramsey Lewis Quartet

Σάββατο 6 Φεβρουαρίου

GAZARTE Theater Stage

Βουτάδων 32-34, Γκάζι

Ώρα έναρξης: 22:00

Τιμές εισιτηρίων:

Προπώληση: A ζώνη: 50€, Β ζώνη: 40€, Όρθιοι 20€

Ταμείο: A ζώνη: 55€, Β ζώνη: 45€, Όρθιοι 25€

Masterclass

Πριν από την έναρξη της συναυλίας θα πραγματοποιηθεί masterclass σε μορφή open soundcheck, στο πλαίσιο συζήτησης με τους συμμετέχοντες.

Ώρες: 16:00-17:00

Τιμή συμμετοχής: 25 ευρώ