«Θαυμάσιος Βοκκάκιος»: Ποιο είναι το σινεμά που μας αφορά και γιατί; Μήπως το μοντέρνο και ανατρεπτικό, αυτό δηλαδή που ανανεώνει την κινηματογραφική γλώσσα; Ή το παραδοσιακό που, όταν είναι εκλεκτικά στημένο, μας οδηγεί σ’ εκείνη τη γνήσια αισθητική απόλαυση που γνωρίζουμε και αγαπάμε; Πριν από λίγα χρόνια, οι γηραιοί αλλά θεαματικά ενεργοί αδελφοί Ταβιάνι απάντησαν καταφατικά και στα δύο με το εξαίσιο «Ο Καίσαρας πρέπει να πεθάνει» που έφυγε από το Φεστιβάλ Βερολίνου με τη Χρυσή Αρκτο. Και τώρα, εμπνέονται από το «Δεκαήμερο» του Βοκκάκιου, σε τούτο εδώ το νέο τους πόνημα που βγαίνει αυτή την εβδομάδα στις αίθουσες.

Γραμμένο τα πρώτα χρόνια της Αναγέννησης, το «Δεκαήμερο» αποτελεί μια ομολογουμένως αιχμηρή δουλειά, που ταυτοχρόνως αντανακλά τις ιδέες και τη βασική προβληματική του Αναγεννησιακού Ουμανισμού. Ιστορίες στις οποίες καλόγριες και ιερείς εμπλέκονται σε μάλλον αθέμιτες καταστάσεις, διεφθαρμένοι κληρικοί πωλούν αντικείμενα λατρείας και ερωτιάρες ηρωίδες εξαπατούν τους συζύγους τους υπογραμμίζουν με τον τρόπο τους τα μεταβαλλόμενα ιδεώδη μιας εποχής και καταγράφουν τη διαφθορά που, αχαλίνωτη, διέβρωνε την Εκκλησία και γενικότερα τον τότε κοινωνικό ιστό. Το «Δεκαήμερο» λοιπόν τοποθετείται απέναντι σ’ αυτήν, προβάλλοντας μια, θα λέγαμε, κοσμική στάση ζωής, με πρωταγωνιστές ανθρώπους ευτυχισμένους που υποκύπτουν στα πάθη τους και την ίδια στιγμή υποβαθμίζουν τις αρχές της χριστιανικής ηθικής που απέκλεισε τη χαρά από την καθημερινή ζωή.

Οι αδελφοί Ταβιάνι τώρα, αφήνοντας στην άκρη την –πιο σκοτεινή –παζολινική εκδοχή (ο Βοκκάκιος άλλωστε δεν φοβόταν τον ρεαλισμό), κοιτούν, μάλλον αναπόφευκτα, τους νεαρούς πρωταγωνιστές τους με νοσταλγία, εξιδανικεύοντας τα νιάτα τους, όπως άλλωστε έκαναν και όλοι οι μεγάλοι παραμυθάδες. Για να το πω πιο απλά: μπορεί εδώ οι σπουδαίοι φιλμογράφοι να μη στήνουν ένα ακόμη αριστούργημα (δεν είναι δα και υποχρεωμένοι!), μου ήταν όμως αδύνατον να αντισταθώ στη ζεστασιά της γραφής τους και στη ζωντάνια των εικόνων τους. Στον «Θαυμάσιο Βοκκάκιο» αισθάνθηκα ξανά το άγγιγμα ενός κινηματογράφου «κλασικού» –κόντρα στα τόσα που διάβασα περί τηλεοπτικής αισθητικής. Με άλλα λόγια, υπέκυψα κι εγώ στο δικό μου πάθος.

Βαθμοί: 8

«Ο μικρός πρίγκιπας»: Ενα μικρό κορίτσι, που η αγχωτική μητέρα του το προορίζει για το καλύτερο κολέγιο της πόλης. Ενας παράξενος μα καλοσυνάτος γεράκος –ο γείτονάς της, και αεροπόρος, που την ξεναγεί σε έναν εκπληκτικό κόσμο όπου όλα είναι πιθανά, τον κόσμο που ο ίδιος γνώρισε πριν από καιρό από τον Μικρό Πρίγκιπα. Και μια ταινία τοποθετημένη ανάμεσα σε δυο σύμπαντα (ψηφιακό animation στο «σήμερα», stop-motion και χαρτοκοπτική στο «παραμύθι» –πόσο θαυμαστή επιλογή), όπου μέσα από μια δεξιοτεχνική δραματουργικά ιστορία (απαραίτητη για να φέρει το όνειρο του αυθεντικού σε αντιδιαστολή με την κυνική και άχαρη πραγματικότητα) αναδύεται η ίδια εκείνη σπαρακτική τρυφερότητα που σημάδεψε όλους εμάς τους θαυμαστές της ιστορίας του Αντουάν ντε Σεντ Εξιπερί.

Βαθμοί: 7

«Η σιωπηλή δολοφόνος»: Οι ασιατικές ταινίες που συνδυάζουν το δράμα εποχής με τις πολεμικές τέχνες (οι λεγόμενες Wuxia) ριζώνουν στο λαϊκό θέαμα. Μια αρχή που δεν θα μπορούσε να τεθεί υπό διακύβευση –κι όμως αυτό ακριβώς επιχειρεί ο Χου Χσιάο Χσιέν με τη «Σιωπηλή δολοφόνο», μία από τις πιο όμορφες ταινίες που έχω δει τα τελευταία χρόνια. Στ’ αλήθεια, κάθε πλάνο αποτελεί και απόσταγμα εικαστικής χάρης που μαγεύει και τον πιο δύσκολο θεατή. Ελα όμως που αυτή, από μόνη της, δεν μπορεί να σταθεί ως φορέας νοημάτων. Η ιστορία; Στην Κίνα του 9ου αιώνα, μια καλόγρια απάγει δεκάχρονο κορίτσι ούτως ώστε να το μετατρέψει σε ψυχρή δολοφόνο. Το κορίτσι αυτό όμως, έπειτα από 13 χρόνια εξορίας, θα υποχρεωθεί να διαλέξει ανάμεσα στον άντρα που αγαπά και τον ιερό σκοπό που πλέον υπηρετεί. Δυστυχώς, η ντελικάτη γραφή ουδόλως βοηθά την απελπιστικά αργή αφήγηση που τελικά αδυνατεί να μετατρέψει τη θέαση του φιλμ σε μια καθαρά μυητική εμπειρία –κάτι που φαντάζομαι ήταν ανάμεσα στις προθέσεις του Χσιέν.

Βαθμοί: 5

«Στην καρδιά της θάλασσας»: Από τη μια, ο «Μόμπι Ντικ», το λογοτεχνικό αριστούργημα του Χέρμαν Μέλβιλ. Και από την άλλη, η αληθινή ιστορία που τον ενέπνευσε και, φυσικά, η οδυνηρή κατάληξη της συνάντησης, καθώς το πλήρωμα του πλοίου που καταφέρνει να επιβιώσει, θα φτάσει στα άκρα προκειμένου να μείνει ζωντανό. Τα ειδικά εφέ είναι αρκούντως εντυπωσιακά και ο Ρον Χάουαρντ παραμένει ένας μάστορας του ακαδημαϊκού θεάματος. Το αποτέλεσμα όμως δεν μας απογειώνει, παραμένοντας δέσμιο των «εύκολων» στόχων της σκηνοθετικής γραφής. Από την άλλη, αν την έβλεπα πιτσιρικάς, μάλλον θα ‘χανα τη μιλιά μου.

Βαθμοί: 5

«Brooklyn»: Μεταναστεύοντας στην Αμερική κάπου γύρω στα 50s, η Ιρλανδή Ελις βρίσκει τον έρωτα –θα επιστρέψει όμως στη γενέτειρά της ύστερα από μια οικογενειακή τραγωδία. Και κάπου εκεί, θα βρεθεί αντιμέτωπη ανάμεσα σε δύο άντρες και δύο χώρες. Η Σίρσε Ρόναν είναι υπέροχη, το ξεθυμασμένο αυτό δράμα ωστόσο, που στάζει «ασφαλή» νόστο και τηλεοπτική αισθητική, δεν ξεπερνά τα επίπεδα ενός ανεκτού ρομάντζου.

Βαθμοί: 4

«Μπελ & Σεμπάστιαν 2: Η περιπέτεια συνεχίζεται»: Η ιστορία του μικρού Σεμπάστιαν και της αγαπημένης του σκυλίτσας Μπελ, που ξεπήδησε από τις σελίδες του μυθιστορήματος της Σεσίλ Ομπρί και γρήγορα μεταφέρθηκε –με επιτυχία –στην τηλεόραση (η σειρά προβλήθηκε από το 1965 ώς το 1970 με τεράστια επιτυχία), πέρασε επιτυχώς στον κινηματογράφο πριν από κάποια χρόνια. Το σίκουελ ήταν αναπόφευκτο –οι δε μικροί θεατές μπορούν να «ποντάρουν» άφοβα.