Οταν το 1993 το Sani Festival έκανε το ντεμπούτο του στον Λόφο της Σάνης με τον ομώνυμο μεσαιωνικό πύργο, πλάι στο Sani Resort της Κασσάνδρας Χαλκιδικής, ο ενθουσιασμός, το άγχος και οι προσδοκίες των διοργανωτών και της καλλιτεχνικής διευθύντριας Ολγας Ταμπουρή-Μπάμπαλη συνοδεύονταν από την προσήλωσή τους στη διαμόρφωση ενός διακριτού στίγματος: τη γεφύρωση του πολιτισμού με τον τουρισμό και την πλαισίωση της καλλιτεχνικής ταυτότητας του φεστιβάλ από ένα ποικίλο, θεματικά δομημένο πρόγραμμα.

Τα κατάφεραν; Αν κρίνουμε από τους καλλιτέχνες που επισκέφτηκαν το φεστιβάλ –τον Τίτο Πουέντε, την Κασάντρα Γουίλσον, τον Μπραντ Μελντάου, την Τζος Στόουν, τον Αρτούρο Σαντοβάλ ή τον Γιαν Γκαρμπάρεκ -, ναι, και με το παραπάνω. Η ενότητα «Jazz on the Hill» συμπληρώθηκε και από άλλες, με τίτλους εύλογους, όπως «Sani Classic», «Sounds of the World», «Greek Variations», καθώς και με κάποιες που περιελάμβαναν κινηματογραφική μουσική, θεατρικά ή εικαστικά πρότζεκτ. Και κάπως έτσι το Sani Festival έφτασε να μετράει φέτος 25 χρόνια παρουσίας στα θερινά πολιτιστικά δρώμενα, τα οποία γιορτάζει ώς τις 19 Αυγούστου με την αναβίωση μερικών από τις καλύτερες στιγμές του: προσκαλώντας καλλιτέχνες που το ίδιο σύστησε στο ελληνικό κοινό, αλλά και φιλοξενώντας άλλους για πρώτη φορά.

Η εκκίνηση δόθηκε το προηγούμενο Σαββατοκύριακο με την πολυμελή νορβηγική Trondheim Jazz Orchestra: με επικεφαλής τον σαξοφωνίστα, συνθέτη και ενορχηστρωτή Εϊρικ Χέγκνταλ, που συνέπραξε με τον ομότεχνό του Τζόσουα Ρέντμαν, έναν από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της αφροαμερικανικής σκηνής, η ορχήστρα έπλεξε μοναδικά τα αμερικανικά ηχοχρώματα του τζαζ ιδιώματος με τα ευρωπαϊκά. Αυτό το Σάββατο, τη σκυτάλη παίρνει ο κουβανός πιανίστας Γκονζάλο Ρουμπαλκάμπα, ανακάλυψη του Ντίζι Γκιλέσπι, άξιος εκπρόσωπος της αφροκουβανέζικης σκηνής της δεκαετίας του ’90, αλλά και κάτοχος τεσσάρων Γκράμι. Το 2005 είχε εμφανιστεί στη Σάνη μαζί με τον μακαρίτη Τσάρλι Χέιντεν, τον πρωτοποριακό κοντραμπασίστα της φρι τζαζ, για χάρη του οποίου ο Ρουμπαλκάμπα θα παρουσιάσει ένα μουσικό αφιέρωμα.

Μάνα και κόρη. Σειρά έχει η τραγουδίστρια Ντι-Ντι Μπρίτζγουοτερ, που στις 23 Ιουλίου επιστρέφει για τρίτη φορά στο Sani Festival, αλλά και στις μουσικές ρίζες της, στο Μέμφις, τις οποίες τιμά στο επικείμενο άλμπουμ της μέσα από ανακατασκευές γνωστών μπλουζ και σόουλ επιτυχιών, όπως το «The thrill is gone» του B.B. King ή το «Try a little tenderness» του Οτις Ρέντινγκ. Μία εβδομάδα μετά, στις 29 Ιουλίου, θα τη διαδεχτεί η κόρη της, Τσάινα Μόουζες, επίσης παλιά γνώριμη του φεστιβάλ, που έχει μεν επιρροές από r’n’b, τζαζ και σόουλ, κάτι όμως το νέο της άλμπουμ «Nightintales», κάτι η καριέρα της ως παρουσιάστριας στο γαλλικό MTV και σε αρκετούς ραδιοφωνικούς σταθμούς, και το στερεότυπο της τζαζ τραγουδίστριας επαναπροσδιορίζεται στην περίπτωσή της.

Η ενότητα «Greek Variations» δεν έχει λιγότερο ενδιαφέρον: στις 5 Αυγούστου ο Μανώλης Μητσιάς θα παρουσιάσει μια επετειακή συναυλία με τίτλο «Τα μεγάλα μου τραγούδια», η οποία θα διατρέχει τις περισσότερες επιτυχίες των μεγάλων ελλήνων συνθετών με τους οποίους συνεργάστηκε. Την Κυριακή 13 Αυγούστου η Νατάσσα Μποφίλιου θα εμφανιστεί για πρώτη φορά στο Sani Festival με την παράσταση «Βαβέλ 2», που βασίζεται στην πέμπτη δισκογραφική της δουλειά, χωρίς να αγνοεί αγαπημένες στιγμές από το παρελθόν της. Το φεστιβάλ θα ολοκληρωθεί, ως συνήθως, με τον θεματικό άξονα «Classical Waves»: στη μοναδική εκδήλωσή του, η Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης θα παρουσιάσει ένα αφιέρωμα στη Μαρία Κάλλας, με τη διεύθυνση της ορχήστρας να ανατίθεται στον Μιχάλη Οικονόμου και με σολίστ τη σοπράνο Μυρσίνη Μαργαρίτη και τον τενόρο Γιάννη Χριστόπουλο.