Με την περιουσία του να υπολογίζεται στο 1,2 δισ. ευρώ, ο Πολ Μακάρτνεϊ είναι

ο πιο πλούσιος σταρ στον κόσμο

«Θα με χρειάζεσαι ακόμα, θα με ταΐζεις ακόμα, όταν θα είμαι 64;». Όταν

πρωτοτραγούδησε στο στούντιο αυτούς τους στίχους, ο Πολ Μακάρτνεϊ ήταν μόλις

24 χρόνων. Το τραγούδι ήταν αφιερωμένο στον πατέρα του, που τότε έκλεινε τα

64. Χθες, 40 χρόνια αργότερα, ο μπασίστας των Beatles γιόρτασε κι αυτός με τη

σειρά του τα 64α γενέθλιά του, έναν μήνα μετά τον χωρισμό του από τη Χέδερ

Μιλς, τη δεύτερη σύζυγό του.

Το τραγούδι ήταν το πρώτο που ηχογράφησε η μπάντα για το «Sgt. Pepper’s Lonely

Hearts Club Band», τον πιο διάσημο δίσκο της καριέρας τους και ένα από τα

άλμπουμ με τη μεγαλύτερη επιρροή στην ποπ μουσική. Σύμφωνα με το βιβλίο των

ρεκόρ Γκίνες, ο Μακάρτνεϊ θεωρείται ο πιο πετυχημένος καλλιτέχνης στην ιστορία

της μουσικής. Έχει πουλήσει τους περισσότερους δίσκους (400 εκατομμύρια), τα

περισσότερα τραγούδια που έφτασαν στο νούμερο ένα των πωλήσεων (50) κι έχει

παίξει στο πολυπληθέστερο κοινό που πλήρωσε εισιτήριο για να τον δει

(350.000). Είναι επίσης ο πλουσιότερος σταρ στον κόσμο, με την περιουσία του

να υπολογίζεται στο 1,2 δισ. ευρώ, ενώ το τραγούδι του «Yesterday» έχει σπάσει

όλα τα ρεκόρ ηχογραφήσεων από διαφορετικούς καλλιτέχνες, ξεπερνώντας τις

3.000. H οικογένειά του ανήκε στην εργατική τάξη. Ο Μακάρτνεϊ έχασε τη μητέρα

του από καρκίνο του μαστού σε ηλικία 14 ετών, απώλεια που τον σημάδεψε, όπως

έχει αποκαλύψει, σε όλη του τη ζωή – το 1998 έχασε και τη μητέρα των τριών

παιδιών του από την ίδια ασθένεια. Ο έφηβος τότε Πολ βρήκε παρηγοριά στη

μουσική, γνώρισε τον Τζον Λένον, που είχε ήδη τη δική του μπάντα και μαζί

έφτιαξαν τους Beatles με την προσθήκη του Τζορτζ Χάρισον. Από όλους τους

Beatles, ο Μακάρτνεϊ ήταν ο μόνος που προτίμησε να παραμείνει στο κεντρικό

Λονδίνο και δεν κλειδαμπαρώθηκε πίσω από φράχτες και επαύλεις στα προάστια.

Έστειλε τα παιδιά του σε δημόσιο σχολείο κι έκανε ό,τι μπορούσε για να τους

χαρίσει ένα ζεστό σπιτικό, ίδιο με αυτό που είχε γνωρίσει ο ίδιος

μεγαλώνοντας. Παράλληλα, ήταν λάτρης της τέχνης, των γκαλερί, των εναλλακτικών

χάπενινγκ στο Λονδίνο του ’60, όπως και ο Λένον, μόνο που ο Πολ πήγαινε σε

αυτά μεταμφιεσμένος και περνούσε απαρατήρητος. Τα χθεσινά του γενέθλια είχαν

μια δόση λύπης, μια που οι γυναίκες της ζωής του δεν ήταν δίπλα του για να

απαντήσουν στο ερώτημα που έθεσε το 1966 με το τραγούδι. Χωρίς αμφιβολία όμως,

εκατομμύρια θαυμαστές σε όλο τον κόσμο θα του απαντούσαν καταφατικά.