Είναι πιστεύω παρακινδυνευμένο, αλλά και κάπως άκομψο, να επιχειρήσει κανείς

μια βιαστική αποτίμηση του έργου του Ζακ Ντεριντά, λίγα εικοσιτετράωρα μετά

τον θάνατό του. Είναι ωστόσο θεμιτό να διατυπωθούν κάποιες κρίσεις που

στηρίζονται στις πρώτες εντυπώσεις από την προσεκτική μελέτη βασικών κειμένων

του. Φυσικά, στο σύντομο αυτό σημείωμα δεν μπορούμε ούτε καν να συνοψίσουμε

τις θέσεις του φιλοσόφου.

Φοβούμαι, πάντως, ότι οι θέσεις αυτές παρουσιάζουν ενδιαφέρον μόνον για όποιον

έχει ήδη αποδεχθεί μια συγκεκριμένη, κατά τη γνώμη μου ξεπερασμένη αντίληψη

του φιλοσοφείν, στον βαθμό που επιτρέπουν να καταδειχθούν τα αδιέξοδα κάποιας

ακραίας και εσφαλμένης θεμελιοκρατικής ερμηνείας της υπερβατολογικής και της

φαινομενολογικής παράδοσης. Για τους θαυμαστές του, ο Ντεριντά εκφράζει την

τελευταία και συνεπέστερη εκδοχή της κριτικής φιλοσοφίας. Για τους επικριτές

του, στην προσπάθεια να ξορκίσει το φάντασμα ενός παρωχημένου πλατωνισμού –

που ελάχιστους απασχολεί πλέον – οδηγεί την κριτική σκέψη σε αυτοϋπονόμευση

αμφισβητώντας κεντρικές κανονιστικές της αρχές.

Κατά τα άλλα, η ντεριντιανή συλλογιστική, στην καλύτερη περίπτωση, όταν δεν

συσκοτίζεται από την κατάχρηση ρητορικών τρόπων και ένα ιμπρεσιονιστικό ύφος

που υποδύεται τη βαθύτητα, αξιοποιεί δημιουργικά χαρακτηριστικές μορφές

σοφιστικής και σκεπτικιστικής επιχειρηματολογίας. Δυστυχώς, συνήθως καταλήγει

σε συμπεράσματα που παραπαίουν μεταξύ παραδοξολογίας και κοινοτοπίας. Οι

τοποθετήσεις του Ντεριντά δεν νομίζω πως συμβάλλουν ουσιαστικά στη σύγχρονη

φιλοσοφική προβληματική, που ακολουθεί νέους, διαφορετικούς δρόμους. Και ίσως

δεν είναι τυχαίο ότι τα τελευταία χρόνια ο στοχασμός του, που έβρισκε απήχηση

κυρίως σε ορισμένους θεωρητικούς της λογοτεχνίας, συμπληρωνόταν από

μυστικιστικές αποχρώσεις και οιονεί υπερβατικές αναφορές στην έννοια της

δικαιοσύνης, αναγνωρίζοντας τη μη αποδομησιμότητά της.

Ο Στέλιος Βιρβιδάκης είναι αναπληρωτής καθηγητής Φιλοσοφίας στο

Πανεπιστήμιο Αθηνών.