Παραμένεις ακόμη στα αποδυτήρια. Οι υπόλοιποι της αποστολής άλλαξαν και βγήκαν

ήδη έξω. Σε απασχολεί η αίσθηση ότι το μικρό δάχτυλο του αριστερού σου ποδιού

έχει χωθεί, περισσότερο από το κανονικό, θαρρείς, κάτω από τον παράμεσο.

Σκλήρυνε ξαφνικά σαν να φοράς σκαρπίνια. Αυτό δεν σου προξενεί πόνο, αλλά εσύ

καλλιεργείς αυτή την αίσθηση για να ενισχύσεις την κακή σου διάθεση,

τοποθετώντας την σε κάποιο, ελάχιστο έστω, σημείο του σώματός σου. Βέβαια,

έκοψες τα νύχια όλων των δαχτύλων σου προχθές, το ίδιο έκαμες και χθες ακόμη,

αλλά η δυσφορία παραμένει. Προσπαθείς, εις μάτην, να την αγνοήσεις. H ελληνική

ζέστη, περισσότερο η υγρασία σού φαίνεται ανυπόφορη. Αυτός ο Αύγουστος είναι

αλλόκοτος, διαμαρτύρονται όλοι. Παρ’ όλα αυτά, οι κερκίδες του Ολυμπιακού

Σταδίου είναι από ώρα γεμάτες. Ένα πολύχρωμο πλήθος από όλο τον κόσμο αδημονεί

και περιμένει. Οι αντιπρόσωποι όλων των χωρών είναι στις πρώτες κερκίδες, οι

ρεπόρτερ και οι φωτογράφοι στα πόστα τους. Οι κριτές στις θέσεις τους. Σήμερα

είναι η μέρα σου. Δείχνεις ήρεμος, χαλαρός και ισορροπημένος. Εσωτερικά το

σώμα σου επιθυμεί την κίνηση, την εκτίναξη, την εκτόνωση. Την αναμέτρηση,

τη νίκη. Έτσι όπως είσαι γερμένος, θαρρείς με προσήλωση, επάνω από τα

παπούτσια σου, δίνεις την εντύπωση ότι καθυστερείς επίτηδες, για να μείνεις

μόνος και να προσευχηθείς. Για κάποιον που δεν σε ξέρει, η εικόνα σου εκπέμπει

θρησκευτική ευλάβεια. Πόσο όμως θα έπεφτε έξω, μια και θα του ήταν αδύνατον να

διακρίνει τη γνώριμη σε σένα εικόνα που, πιστή στο ραντεβού της, σε

επισκέφθηκε και πάλι, ορθώνοντας βασανιστικά το παλιό δίλημμα.

Βρίσκεσαι, λέει, κρατούμενος στο πιο παράδοξο κελί όλων των φυλακών της

Ανατολικής Ευρώπης. Κάποια στιγμή εμφανίζεται, ντυμένος σαν ήρωας του Μιχαήλ

Μπουλγκάκοφ, ο κύριος διευθυντής με την κουστωδία του και, αφού σε

πληροφορήσει ότι οι δύο πόρτες του κελιού σου οδηγούν η μία στην ελευθερία και

η άλλη στην αγχόνη, σε προτρέπει να επιλέξεις την περαιτέρω τύχη σου. Υπό τον

όρο ότι θα ρωτήσεις, για μία και μοναδική φορά, έναν από τους δύο φρουρούς που

σε φρουρούν. Λίγο πριν αποχωρήσει ο κύριος διευθυντής δεν παραλείπει επιπλέον

να σε ειδοποιήσει ότι ο ένας φρουρός λέει μόνον ψέματα κι ο άλλος μόνον

αλήθεια.

Λοιπόν, μικρέ μου Βλάντε, σε ποιον από τους δύο θα αποταθείς αυτήν τη φορά,

και τι ερώτηση θα υποβάλεις;

***

Χθες βράδυ ξέκοψες από τους άλλους και κλείστηκες στο δωμάτιο που σου

παραχώρησαν στο Ολυμπιακό Χωριό νωρίς. H θέα από το παράθυρο φτωχή και

χωμάτινη. Άτεχνα διώροφα, που τα περιστοιχίζουν καχεκτικά δενδρύλλια. Έφερες

στον νου τους ανθισμένους κήπους του Βαλενστάιν· η συναισθηματική σύγκριση

άνιση και άδικη. Μέσα στο αττικό σούρουπο η απουσία της Γκάγκα σού φάνηκε

αβάσταχτη. Σου έλειπαν τα χέρια, τα μακριά μαλλιά, τα χείλη της… Εκείνη

ήθελε να σε ακολουθήσει στο ταξίδι αλλά άτεγκτος ο προπονητής σου δεν επέτρεψε

να την πάρεις μαζί σου. Δεν πάμε διακοπές, ούτε γαμήλιο ταξίδι, σε αποπήρε.

Εξάλλου δεν κάλυπταν τα έξοδα κανενός από τους δικούς σου. Το τελευταίο βράδυ,

πριν αναχωρήσει η αποστολή για την Ελλάδα, το περάσατε οι δυο σας στο

νοικιασμένο διαμέρισμα σε μία από τις κεραμοσκεπείς πολυκατοικίες στους λόφους

της Στάρε Μιέστο, με θέα τα νερά του Βλτάβα και τη γέφυρα του Καρόλου. Ο

Πύργος Χράντσανι, ψηλά στον ομώνυμο λόφο. Μετρούσατε και ξαναμετρούσατε τις

γέφυρες και τις βγάζατε για πολλοστή φορά δώδεκα, πρόσχημα για να φιλιόσαστε

σε κάθε στάση. Σαν σε παιχνίδι αρχίζατε πάλι απ’ την αρχή. Κάνατε όνειρα να

ζήσετε, όταν παντρευτείτε, στο Παρίσι, στη Νέα Υόρκη, καταλήγοντας πάντα στο

κέντρο του Λονδίνου. Με θέα τη χρυσοποίκιλτη οροφή της Βουλής των Λόρδων. Να

διδάσκει εκείνη στο Πανεπιστήμιο του Γουεστμίντσερ το πρωί και τα βράδια να

ακούτε την αγαπημένη σας τζαζ στα μπαράκια του Ίζλινγκτον. Τα πρωινά της

Κυριακής να μασουλάτε ζεστά κρουασάν με μαρμελάδα, διαβάζοντας εφημερίδες στην

πατισερί Βάλερι της Νταν Στριτ και μετά βόλτες στην ανθαγορά του Άμστερνταμ

Στριτ για παγωμένες μπίρες στις παμπ. H Αθήνα δεν ήταν στους στόχους σας. Την

φανταζόσασταν σαν το τέλος του κόσμου, εκεί από όπου άρχιζαν τα νερά. Κάνατε

έρωτα πάλι και πάλι. Της υποσχέθηκες να της αφιερώσεις την Ολυμπιακή νίκη.

Όταν επέστρεφες θα της φορούσες στα μαλλιά το στεφάνι ελιάς του θριάμβου σου.

***

Πριν από δύο μήνες, ο χρόνος σου στους αγώνες της Πράγας – κρίση και επιλογή

για το μεγάλο ραντεβού της Αθήνας – ήταν 10,28′. Έσπασες κάθε ατομικό ρεκόρ,

προσδίδοντας στη συμμετοχή σου υπόσχεση νίκης. Μέχρι να πληροφορηθείς το

10,18′ του Έλληνα Κώστα Κεντέρη στους αντίστοιχους αγώνες της πατρίδας του. Ο

χρυσός Ολυμπιονίκης του Σίδνεϊ και του 19,81′, εγκατέλειπε τα διακόσια μέτρα,

περιοριζόμενος αυτή τη φορά στα εκατό. Δήλωσε κουρασμένος από τη σκληρή

προπόνηση, με επόμενο σταθμό το «Μπρούνο Τζάουλι» και… στη συνέχεια θα

έβλεπε.

Δέκα ολόκληρα δεύτερα καταστροφής η διαφορά.

Γι’ αυτό το μικρό σου δάχτυλο πήγε και κρύφτηκε κάτω από τον παράμεσο του

δεξιού ποδιού σου, μασκαρά; Γι’ αυτό σε επισκέφτηκε πάλι ο κύριος διευθυντής

της φυλακής σου, δειλέ; Δεν έπρεπε να του ανοίξεις την πόρτα. Τουλάχιστον ας

υποκρινόσουν πως τον αγνοείς, αντί να κοιτάζεις σαν χαμένος μία τον ένα φύλακα

μία τον άλλο.

Τώρα, μην περιμένεις βοήθεια από κανένα. Έξω, χιλιάδες μάτια περιμένουν να σε

δουν. Χιλιάδες χέρια να σε χειροκροτήσουν…

***

Βγαίνεις στον στίβο. Το σκληρό ελληνικό φως σου τυφλώνει τα μάτια. Το πλήθος

παραληρεί. H Ελληνίδα Κατερίνα Βόγγολη έστειλε το δίσκο στα 67,72 μέτρα. Οι

δρομείς με τους οποίους θα συναγωνιστείς επιδίδονται σε κινήσεις ζεστάματος:

ρυθμικές αναπνοές, χαλαρές ασκήσεις των άκρων και μικρές εκκινήσεις ελάχιστων

μέτρων… Ο δικός σου διάδρομος είναι ο τρίτος από μέσα. Θεωρείς το τρία

γούρικο αριθμό. Σκύβεις και δένεις απ’ την αρχή τα κορδόνια των παπουτσιών

σου. Τοποθετείς τις πλαστικές τους άκρες μέσα, να μην κρέμονται. Σηκώνεις,

πάνω από τις γάμπες, τις κάλτσες σου. Ελέγχεις το λάστιχο από το σορτσάκι και

με μια απρεπή, όσο και παρεξηγήσιμη κίνηση διευθετείς, για πολλοστή φορά, τα

γεννητικά σου όργανα.

Στις εξέδρες των επισήμων παρατηρείται οχλαγωγία. Όπως σου εξηγούν, οι συνοδοί

του Έλληνα πρωθυπουργού και του σοσιαλιστή αρχηγού της αξιωματικής

αντιπολίτευσης, αλλά και οι ρεπόρτερ των ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών,

παραβιάζοντας κάθε μέτρο ασφαλείας, πολιόρκησαν την εξέδρα των VIP’ s, με

αποτέλεσμα να καταληφθεί αυτή από τηλεοπτικά συνεργεία, δημοσιογράφους,

φουσκωτούς και συμβούλους των δύο αρχηγών, καταστρέφοντας με τη συμπεριφορά

τους το test event του στίβου. Προκαλώντας, εκτός από γέλια, αμφιβολίες για το

κατά πόσο μπορούν οι Έλληνες να είναι περισσότερο αξιοπρεπείς κατά τη διάρκεια

των Ολυμπιακών Αγώνων τους.

H αταξία σε αποσυντονίζει. Τη στιγμή αυτή είναι ικανή να σε σμπαραλιάσει.

Κάνεις να σκύψεις στα κορδόνια των παπουτσιών σου, την τελευταία στιγμή

συγκρατείσαι. Γυρίζεις νευρικά την αλυσίδα του λαιμού σου, ώστε το δέσιμο να

είναι πίσω στον σβέρκο· ο Εσταυρωμένος μπροστά. Εισπνέεις βαθιά και τινάζεις

τα χέρια. Τρεις-τέσσερις μικρές αναπηδήσεις, μία εκτίναξη, επαναφορά…

Φοβάσαι. Δεν έχεις δικαίωμα να παραδοθείς στον φόβο περισσότερο από ένα-δύο

δευτερόλεπτα. Τινάζεσαι για άλλη μια φορά μπροστά. Σκέφτεσαι – αν και χθες

βράδυ υποσχέθηκες στον εαυτό σου το αντίθετο – το μικρό δάχτυλο του αριστερού

σου ποδιού. Το αισθάνεσαι κρυμμένο κάτω από τον παράμεσο. Χρόνια τώρα εκεί

είναι η θέση του, αλλά τη στιγμή αυτή νομίζεις πως αυτό θα σου προκαλέσει

πόνο. Με το πρώτο παράγγελμα λαμβάνεις θέση. Έτσι όπως είστε διπλωμένοι όλοι,

γυρίζεις το κεφάλι δεξιά αριστερά, βοήθεια από κανέναν. Σκέφτονται,

αναρωτιέσαι, οι άλλοι δρομείς τη στιγμή της εκκίνησης; Κι αν ναι, τι φέρνουν

στο μυαλό τους; Την αγαπημένη, τους γονείς, τους φίλους ή τους εχθρούς τους;

Ξέρουν πως, η καλύτερη εκδίκηση θα είναι η επιτυχία τους. Παρακαλούν γι’

αυτήν; Πιέζεις το πόδι στον βατήρα. Οι σκέψεις σου είναι σφιγμένες σαν τους

μυς των αθλητών που σήκωσαν ένα βάρος πολύ μεγαλύτερο από τις δυνατότητές

τους. Με το δεύτερο παράγγελμα ανασηκώνεις τη λεκάνη. Τα χέρια σου είναι ακόμη

στο έδαφος. Οι λευκές διαγραμμίσεις σου προκαλούν ίλιγγο. Τα εκατό μέτρα

ανοιχτά, το τέρμα στο βάθος. H καρδιά σου χτυπάει να σπάσει, οι φλέβες σου να

εκτιναχτούν. Περιμένεις την εκπυρσοκρότηση. Δεν πρέπει να ξεφύγεις ούτε

δεύτερο μπρος, χωρίς να μείνεις δεύτερο πίσω. H ακύρωση ο τρόμος σου. H

απώλεια ελάχιστου χρόνου ο εφιάλτης. H εικόνα της Γκάγκα, που αποπειράσαι να

φέρεις στον νου, διαμελίζεται από τον εκκωφαντικό θόρυβο της εκκίνησης.

Τινάζεσαι σαν αίλουρος.

***

Το πλήθος όρθιο παραληρεί. Άπειρα φλας ανάβουν δίπλα σου. Ο νικητής σκεπάζεται

με τη σημαία της χώρας του. Κάποιοι τον σηκώνουν στους ώμους και τον

περιφέρουν αλαλάζοντας.

Ήρθες πέμπτος. ΟΝΟΜΑ: Βλάντε Ζέλιεφ. ΧΩΡΑ: Τσεχία. ΕΠΙΔΟΣΗ: 10,33′.

Τα παιδιά σ’ αγκαλιάζουν για λίγο και σε παρατούν. Ο προπονητής σού χτυπάει

δυο φορές την πλάτη.

– Μπράβο, επιβραβεύει την προσπάθειά σου.

Σκύβεις το κεφάλι, γρυλίζοντας.

– Δεν είσαι ευχαριστημένος; προσποιείται πως απορεί. Πέμπτος στον κόσμο…

– Ποιος θυμάται τον τέταρτο; τον παρατάς και φεύγεις.

***

Τινάζεσαι μέσα στον ύπνο σου. Είσαι κάθιδρος. Ο κύριος διευθυντής των φυλακών

μόλις σου γύρισε την πλάτη. Σκουπίζεις τα μάτια να συνέλθεις. Θυμάσαι πως λίγο

πριν αποτάθηκες στον σωστό φρουρό, με τη σωστή ερώτηση. Παρά τους χίλιους

τρόμους σου, αισθάνεσαι γενναίος. Φέρνεις στον νου μια παλιά παροιμία και

γελάς. Όταν μαζεύονται τρία κακά, το δεύτερο τρώει το πρώτο,

και το τρίτο τα δύο προηγούμενα.

* Γιώργος Χειμωνάς, H αβοήθητη μοναξιά του άντρα, εφ. «TA NEA», 3

Μαρτίου 2001.