Είναι γνωστό ότι στους περισσότερους από εμάς αρέσουν το φαγητό και τα ψώνια. Στην εορταστική περίοδο των Χριστουγέννων αυτή η συμπεριφορά «απογειώνεται». Αλλά δεν χρειάζονται οι γιορτές για να φανεί. Το αποδεικνύουν άλλωστε τα εκατοντάδες εστιατόρια και τα κάθε λογής φαγάδικα που λειτουργούν (τα μόνα ίσως που ανοίγουν στην εποχή της κρίσης), όσο και τα εμπορικά κέντρα και σουπερμάρκετ. Προς επίρρωσιν αυτών των συνηθειών, η τηλεόραση φιλοξενεί πλείστες εκπομπές για τη μαγειρική, από απλές συνταγές έως «φαγητό-ριάλιτι».

Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι στη σύγχρονη κοινωνία όχι μόνο τρώμε και ψωνίζουμε σχεδόν ακατάπαυστα, αλλά το γεγονός αυτό συχνά αποτελεί θέμα συζήτησης σε πολλές φιλικές συγκεντρώσεις –ακόμη κι όταν δεν έχουμε διαθέσιμο εισόδημα για αγορές. Ενδεχομένως αυτή η τάση να αποτελεί μια μετεξέλιξη της «αμπελοφιλοσοφίας» των Ελλήνων, αλλά συνιστά παράλληλα μέρος μιας μεγαλύτερης τάσης σύμφωνα με την οποία η δραστηριότητα της αγοράς έχει καταστεί κύριος ιστός της επίδειξης. Προφανώς στην κοινωνία της κατανάλωσης το να «πάω για ψώνια» είναι πολύ πιο σημαντικό ως διαδικασία από την ίδια την αγορά. Η γνώση τόσο για τα αγαθά καθώς και για τα σημεία πώλησής τους είναι πλέον απαραίτητα στοιχεία για να «είναι κανείς μέσα στα πράγματα».

Σε αντίθεση με κάποιες δεκαετίες πριν που οι άνθρωποι ονειρεύονταν να αγοράσουν ένα προϊόν, σήμερα απλώς το αγοράζουν. Ακόμη και ο μέσος Ελληνας, παρά την οικονομική κρίση, καταναλώνει τουλάχιστον δύο φορές περισσότερα προϊόντα και υπηρεσίες σε σχέση με τη δεκαετία του 1970. Οι άνθρωποι οδηγούν ταχύτατα αυτοκίνητα (για δρόμους μονίμως μποτιλιαρισμένους), συχνά τα νοικοκυριά διαθέτουν δύο ίσως και περισσότερα αυτοκίνητα (και τριγυρνούν κατά μέσο όρο μία ώρα την ημέρα για να παρκάρουν) και ζουν σε μεγαλύτερα σπίτια (το μέγεθος των σπιτιών έχει διπλασιαστεί, ενίοτε τριπλασιαστεί, για να υπάρξει χώρος, όχι για περισσότερα παιδιά, αλλά για περισσότερα πράγματα αγορασμένα από τα εμπορικά κέντρα κάθε Σάββατο).

Με παρόμοιο τρόπο λειτουργεί και η σύγχρονη «κουλτούρα του φαγητού». Κι όχι μόνον αυτό, αλλά έχει υπαχθεί στη λογική της τηλεόρασης. Λόγου χάρη, το ένα τρίτο των Ευρωπαίων και Αμερικανών τρώει κυρίως μπροστά από την τηλεόραση. Ερευνες στο εξωτερικό επισημαίνουν ότι εκατομμύρια οικογένειες έχουν εγκαταλείψει το οικογενειακό τραπέζι και τρώνε από τον καναπέ τους βλέποντας παράλληλα τηλεόραση. Σας ακούγεται οικείο;

Ετσι σταδιακά μία ακόμη οικογενειακή συνήθεια έχει μεταλλαχθεί για να ανταποκριθεί στις νέες συνθήκες. Αντί το απόγευμα ή το βράδυ να τρώμε το φαγητό μας κουβεντιάζοντας με τους οικείους μας για τα συμβάντα της ημέρας ή τα καθημερινά προβλήματα που ενδεχομένως έχουν προκύψει στο οικογενειακό περιβάλλον, πολλοί από εμάς καθόμαστε στον καναπέ για να χαλαρώσουμε με ένα γρήγορο φαγητό και να δούμε τηλεόραση (η αποκαλούμενη «παθητική τηλεθέαση»).

Αν και ως πράξη δεν είναι προβληματική, καθίσταται προβληματική από τη στιγμή που τείνει να γίνει κανόνας. Το όλο φαινόμενο καθίσταται ανησυχητικό, όταν η πλειοψηφία των ανθρώπων, ιδίως των νεαρών ατόμων, τείνει να πιστεύει ότι το να τρώει κανείς μπροστά στην τηλεόραση (ή και στον ηλεκτρονικό υπολογιστή) αποτελεί μέρος της καθημερινότητάς του και της διατροφικής του συμπεριφοράς.