Η μοναδική πατρίδα που γνώρισαν είναι η Ελλάδα. Εδώ γεννήθηκαν, εδώ μεγάλωσαν. Εδώ πήγαν σχολείο. Στα ελληνικά πανεπιστήμια σπουδάζουν. Μιλούν άπταιστα ελληνικά. Εντούτοις, για την ελληνική πολιτεία είναι «αόρατοι». Είναι τα παιδιά των μεταναστών, οι συμμαθητές στα σχολικά θρανία, οι συνάδελφοι, οι φίλοι, που όμως έως σήμερα δεν έχουν την ελληνική ιθαγένεια.

Νέοι, δεύτερης γενιάς μετανάστες, που μίλησαν στα «ΝΕΑ», τονίζουν πως όσο ήταν ακόμη ανήλικοι καλύπτονταν από την άδεια διαμονής των γονιών τους. Με την ενηλικίωσή τους όμως άρχισαν να έρχονται αντιμέτωποι με μια σειρά από προβλήματα επειδή δεν έχουν την ελληνική ιθαγένεια. Ανά τακτά χρονικά διαστήματα πρέπει να ανανεώνουν την άδεια διαμονής τους στη χώρα μας. Κάποιοι απ’ αυτούς έχουν απειληθεί ακόμη και με απέλαση. Η πολιτεία έχει ζητήσει να φύγουν από την Ελλάδα και να πάνε σε μια χώρα που δεν γνώρισαν ποτέ στη ζωή τους.

Αλλοι πάλι αναγκάζονται να περιορίσουν τις επιλογές τους για σπουδές και εργασία διότι σε κάποιες δουλειές απαιτείται η ελληνική ιθαγένεια. Οι περισσότεροι –όπως λένε –γνωρίζουν ότι κατάγονται από μια άλλη χώρα. Αλλά προσθέτουν πως την Ελλάδα αισθάνονται πατρίδα τους. Εδώ αισθαίνονται οικεία. «Αφού εδώ είναι όλη η ζωή μας, γιατί να μην έχουμε την ελληνική ιθαγένεια;» είναι η μεγάλη απορία όλων.

Λένε ακόμη πως αν τελικώς –όπως είναι πρόθεση της νέας κυβέρνησης –το θέμα της ιθαγένειας για τα χιλιάδες παιδιά των μεταναστών ρυθμιστεί, αυτό θα σημαίνει απόδοση δικαιοσύνης. Και ταυτόχρονα θα βάλει τέλος στην ταλαιπωρία και την αβεβαιότητα χιλιάδων παιδιών και των οικογενειών τους.