«Πόλεμος», με μήλον της Εριδος την τιμωρία των δραστών που βάζουν στις τσέπες τους δημόσιο χρήμα, ξέσπασε μεταξύ νομικών την ώρα που πολλοί κατηγορούμενοι έχουν αρχίσει να επιστρέφουν κλεμμένα χρήματα. Το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΝΣΚ) χτύπησε… κόκκινο συναγερμό ζητώντας από την Πολιτεία να μην προχωρήσει στην κατάργηση ούτε και στην ευνοϊκότερη ποινική αντιμετώπιση για τους δράστες εγκλημάτων κατά του Δημοσίου.

Τα μέλη της Ενωσης του ΝΣΚ επικαλούνται μάλιστα μία πρόσφατη αποστροφή του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου και Προέδου της Αρχής για το Ξέπλυμα μαύρου χρήματος Παναγιώτη Νικολούδη, ο οποίος τοποθετούμενος ενώπιον της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής είχε πει: «Κανείς δεν μπορεί να κλέβει και να κοιμάται ήσυχος».

Εως σήμερα οι δράστες τέτοιων εγκληματικών πράξεων τιμωρούνται ακόμη και με ισόβια κάθειρξη, ενώ – όπως επισημαίνουν τα μέλη του ΝΣΚ – με τις επερχόμενες αλλαγές του Ποινικού Κώδικα υποχωρεί το νομικό στάτους των αυστηρών ποινών. Τα ισόβια δίνουν τη θέση τους σε ποινές πρόσκαιρης κάθειρξης που δεν ξεπερνούν τα 15 χρόνια, ακόμη και όταν οι καταχραστές του Δημοσίου έχουν υπεξαιρέσει ή κλέψει εκατομμύρια ευρώ.

Η διατήρηση του νομοθετικού πλαισίου, προσθέτει το ΝΣΚ, αποσκοπεί στην «οξεία ποινική καταστολή των προσβολών της περιουσίας του Δημοσίου και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου».

Προχωρώντας μάλιστα ένα βήμα παραπέρα και περιγράφοντας τις επιπτώσεις από μία ενδεχόμενη στροφή επί το ευνοϊκότερο για τους κατηγορουμένους, τις χαρακτηρίζουν «καταλυτικές» για τις εκκρεμείς υποθέσεις και κυρίως γι’ αυτές που αφορούν σε μίζες από εξοπλιστικά προγράμματα.

Παραγραφή. Σε αυτές τις περιπτώσεις, λένε, είναι ορατός ο κίνδυνος απαλλαγής λόγω παραγραφής μεγάλου αριθμού κατηγορουμένων και καταδικασθέντων δημοσίων λειτουργών και κρατικών αξιωματούχων για σοβαρά κακουργήματα όπως δωροδοκία, πλαστογραφία, υπεξαίρεση, απιστία και διακεκριμένη κλοπή.

Θυμίζουν μάλιστα την εντατική προσπάθεια που καταβάλλουν τους τελευταίους μήνες οι ανακριτές κατά της Διαφθοράς, οι οποίοι έχουν καταφέρει να εξασφαλίσουν στον ειδικό λογαριασμό του Δημοσίου περίπου 40 εκατ. ευρώ από κλεμμένα χρήματα. «Πρόκειται για επιτυχία που, σύμφωνα με τα μέλη του ΝΣΚ, είναι άμεσα συνδεδεμένη με την αυστηρότητα των ποινών που προβλέπονται στον υπό κατάργηση νόμο» λένε νομικοί.

Ωστόσο, αρμόδιες πηγές της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής του υπουργείου Δικαιοσύνης που επεξεργάζονται και τις επίμαχες διατάξεις αντιτείνουν ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος ανησυχίας και εξαγωγής βιαστικών συμπερασμάτων. Και αυτό γιατί, όπως εξηγούν, «το συγκεκριμένο σχέδιο νόμου βρίσκεται ακόμη υπό επεξεργασία, δεν έχει ακόμη παραδοθεί στον αρμόδιο υπουργό Δικαιοσύνης, ούτε έχει αναρτηθεί στο Διαδίκτυο για διαβούλευση». Και κατά συνέπεια είναι πολύ νωρίς για να βγαίνουν εσπευσμένα συμπεράσματα.

Υπέρ της διατήρησης της αυστηρής τιμωρίας των καταχραστών τάσσονται και δικαστικοί κύκλοι επικαλούμενοι μάλιστα το παράδειγμα της επιστροφής των κλεμμένων υπό τη βαριά σκιά της επαπειλούμενης ποινής των ισοβίων. Οπως λένε μάλιστα αν ο πήχης πέσει χαμηλά, αυτό δεν θα έχει επίπτωση μόνο στην τελική ποινή, αλλά θα αποτελεί δίχτυ προστασίας για τους καταχραστές, τους οποίους δεν θα μπορούν ούτε να τους κρίνουν προσωρινά κρατουμένους.

Ενστάσεις. Αντίθετη άποψη όμως έχουν νομικοί κύκλοι, οι οποίοι δεν παραλείπουν να διατυπώσουν ενστάσεις, τονίζοντας ότι ο επίμαχος νόμος θεσπίστηκε το 1950, κάτω από άλλες συνθήκες. Ο δικηγόρος Βασίλης Δημακόπουλος χαρακτηρίζει τον νόμο «παράλογο», επισημαίνοντας στα «ΝΕΑ» ότι «η εξίσωση των ποινών αδιακρίτως βαρύτητας των προσβαλλόμενων αγαθών υποβαθμίζει τη σημασία των σημαντικότερων εξ αυτών. Ο νόμος εξομοιώνει το ύψιστο των αγαθών, που είναι η ανθρώπινη ζωή και η αφαίρεσή της, υπό προϋποθέσεις τιμωρείται με ισόβια κάθειρξη, με τα λεφτά και την περιουσία του Δημοσίου».

Κατά την άποψή του, το ζητούμενο είναι η αλλαγή του συστήματος των ποινών, καθώς με την υπάρχουσα νομική φόρμουλα όταν λέμε ισόβια στην πραγματικότητα εννοούμε 16 χρόνια. Γι’ αυτό θα μπορούσε να υπάρξει αναδιάρθρωση, ώστε οι ποινές που επιβάλλονται για οικονομικά εγκλήματα κατά του Δημοσίου να εκτίονται πραγματικά.

Τι προβλέπει ο Νόμος 1608/1950

Ισόβια κάθειρξη για πλαστογραφία, παθητική και ενεργητική δωροδοκία, ψευδή βεβαίωση, νόθευση εγγράφου, υπεξαίρεση, υπεξαίρεση στην υπηρεσία, απάτη και κλοπή εφόσον τα αδικήματα αυτά στρέφονται κατά του Δημοσίου ή Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου και το όφελος που επιδίωξε ή πέτυχε ο δράστης ή η ζημιά που προκάλεσε στο Δημόσιο ξεπερνά το ποσό των 150.000 ευρώ.

Η προσπάθεια μείωσης των ποινών

Αντί για ισόβια, φυλάκιση μέχρι 5 χρόνια για αδικήματα όπως η ενεργητική δωροδοκία προς κρατικούς αξιωματούχους και δικαστικούς λειτουργούς.

Αντί για ισόβια, κάθειρξη μέχρι 10 ετών για παθητική δωροδοκία.

Αντί ισοβίων, 15 χρόνια φυλακή για πλαστογραφία, υπεξαίρεση, απιστία και διακεκριμένη κλοπή όταν συντρέχουν επιβαρυντικές περιστάσεις.