Πίστευε ότι θα γερνούσε στην Ελλάδα, στο Λαγονήσι, κοντά στη θάλασσα, εκεί όπου μεγάλωσε. Ενα απόγευμα όμως μετά την προπόνησή του, του ανακοίνωσαν ότι επιστρέφουν στην Αλβανία. Προσπάθησε να τους πείσει να μείνει πίσω, να μην τους ακολουθήσει στα Τίρανα. Δεν τα κατάφερε. Και τώρα είναι ο Γκρεγκ (ο Ελληνας).

Να υποθέσω, άφησες και κορίτσι στην Ελλάδα;

Θα προτιμούσα να μην απαντήσω σ’ αυτή την ερώτηση.

Μου είπαν ότι τα κορίτσια, όταν δύσει ο ήλιος, πρέπει να ‘ναι στα σπίτια.

Σε πολλές περιπτώσεις ισχύει, αλλά δεν είναι και νόμος.

Εσύ τι ώρα γυρνάς στο σπίτι;

Αν δεν έχω διάβασμα, κατά τις 10. Σε πολλές γειτονιές είναι επικίνδυνα τα πράγματα, δεν κυκλοφορείς μόνος σου το βράδυ. Γίνονται ληστείες και διάφορα άλλα.

Στην Αθήνα τι ώρα γύρναγες;

Στην Αθήνα, όταν δεν είχαμε μαθήματα, καθόμασταν στην παραλία μέχρι 1-2 τα ξημερώματα. Δεν ήταν σε καμία περίπτωση επικίνδυνα και οι γονείς μου μας άφηναν μέχρι αργά.

Τι έκανε ο πατέρας σου κάτω;

Οικοδομή, όπως πολλοί άλλοι. Λαγονήσι, Βάρκιζα, Βουλιαγμένη, Κορωπί, Μαρκόπουλο.

Η μάνα;

Δούλευε σε ένα σπίτι οικιακή βοηθός.

Οταν σου είπε «φεύγουμε για Αλβανία», τι είπες;

Στην αρχή νόμιζα ότι έκανε πλάκα. Ητανε μεσημέρι, πριν φύγω για προπόνηση. Μπήκε και είπε στη μητέρα μου ότι πρέπει να γυρίσουμε. Η μητέρα μου τον ρώτησε «για τι πράγμα μιλάς;» και της λέει «θα πάμε πίσω Αλβανία».

Ηταν άνεργος;

Ναι, είχε έξι μήνες να δουλέψει. Και εγώ καταλάβαινα ότι δεν πήγαινε άλλο, αλλά στην ιδέα ότι θα έπρεπε να αποχαιρετήσω τους κολλητούς μου, κατέρρευσα. Επρεπε να σβήσω όλα μου τα όνειρα.

Μιλάς τώρα μαζί τους;

Φυσικά, φυσικά, αυτά που έχω περάσει μαζί τους είναι χαραγμένα στην καρδιά μου.

Ρατσισμός υπήρχε στα ελληνικά σχολεία;

Ποτέ. Δεν ξέρω για άλλους, αλλά εμένα προσωπικά δεν με έχουν αντιμετωπίσει ποτέ ρατσιστικά.

Το σχολείο εδώ;

Το σχολείο εδώ είναι ένα χάλι. Δεν υπάρχουνε κανόνες, νόμοι, τίποτα. Οποιος θέλει μπαίνει, όποιος θέλει βγαίνει.

Εχει συμμορίες;

Υπάρχουν διάφορα γκρουπάκια… Τα παιδιά είναι άγρια. Στην αρχή με φωνάζανε «Ελληνα», ναι, «Γκρεγκ»! Δεν ήξερα καν να γράφω αλβανικά.

Δεν σκέφτηκες να πεις στον πατέρα σου «δεν γυρνάω πίσω, θα μείνω Ελλάδα»;

Το συζητήσαμε. Είχα και μια πρόταση από έναν φίλο να μείνω σπίτι του. Αλλά η μάνα μου δεν με άφηνε –και ξέρετε πώς είναι οι μάνες, άμα βάλουν κάτι στο μυαλό τους, δεν τους το βγάζεις με τίποτα.

Είναι δύσκολη η ζωή εδώ;

Εξαρτάται από την οικονομική κατάσταση της κάθε οικογένειας. Αν έχεις λεφτά, όλα είναι ρόδινα.

Αυτό βέβαια ισχύει και στην Ελλάδα.

Στην Ελλάδα καλοπερνάγαμε και χωρίς λεφτά. Γελάγαμε, παίζαμε το μπασκετάκι μας, κάναμε την πλακίτσα μας στην παραλία. Ηθελα να μεγαλώσω, να κάνω παιδιά, να γεράσω μαζί με τους φίλους μου. Είχα βασίσει τα όνειρά μου πάνω τους.

Πόσο μακριά είναι από εδώ η παραλία;

Είναι μιάμιση ώρα, τρία λεωφορεία και πολλή ταλαιπωρία, αλλά όταν λέω παραλία δεν εννοώ καλοκαίρι. Λέω για την παραλία τον χειμώνα, που είναι κάτι μαγικό. Το να πηγαίνω και να κάθομαι έστω και μισή ώρα στην παραλία στο Λαγονήσι, ήταν για μένα ο παράδεισος.

Πώς ήρθαν οι γονείς σου στην Ελλάδα;

Ο πατέρας μου το ’94 με τα πόδια. Και η μάνα ήρθε το ’96. Με λεωφορείο από τα Τίρανα.

Εσύ τι σχέδια έχεις;

Με την πρώτη ευκαιρία θα γυρίσω στην Ελλάδα. Εκεί όπου μεγάλωσα.