Θεωρούνται από τους πιο σκληρά εργαζόμενους. Κάνουν το επτάωρό τους στο σχολείο και το απόγευμα πηγαίνουν στο φροντιστήριο ξένων γλωσσών ή κάνουν ιδιαίτερα μαθήματα για να βοηθηθεί η απόδοσή τους στο σχολείο. Το σκληρό πρόγραμμα που ακολουθούν τα περισσότερα Ελληνόπουλα, όμως, δεν φαίνεται να αποτυπώνεται και στις διεθνείς έρευνες για το μορφωτικό επίπεδο, τις επιδόσεις και τις δεξιότητες των μαθητών.
Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα είναι κλειστό και συγκεντρωτικό, επισημαίνει ο καθηγητής Συγκριτικής Εκπαίδευσης στο Πανεπιστήμιο Πατρών Σήφης Μπουζάκης. «Αυτό σημαίνει ότι δεν ευνοεί την κριτική σκέψη, ζητούμενο όμως από αυτές τις διεθνείς έρευνες».
Ο ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ. «Το να βλέπουμε μαθητές από ασιατικές χώρες στις πρώτες θέσεις τέτοιων ερευνών δεν είναι κάτι καινούργιο. Το διαπιστώνουμε τα τελευταία 20 χρόνια. Είναι αναδυόμενες οικονομίες που έχουν παρουσιάσει ποιότητα στις δημόσιες υπηρεσίες τους, μεταξύ αυτών και στην παιδεία», εξηγεί στα «ΝΕΑ» η επίκουρος καθηγήτρια στο Τμήμα Πληροφορικής και Τηλεματικής του Χαροκοπείου Χρύσα Σοφιανοπούλου, με αντικείμενο την ανάλυση της εκπαιδευτικής επίδοσης. Η κ. Σοφιανοπούλου ασχολήθηκε από το 1996 έως το 2004 με τις διεθνείς έρευνες απόδοσης των μαθητών. «Πρόκειται για αξιόπιστες μεθοδολογικά μελέτες και σωστά δομημένες, από τη δειγματοληψία μέχρι την ανάλυση αποτελεσμάτων», προσθέτει. Υπάρχει ωστόσο και ο αντίλογος, αφού δεν είναι λίγοι εκείνοι που θεωρούν ότι απαιτείται συζήτηση για την παιδαγωγική και επιστημονική τεκμηρίωση ερευνών όπως η PISA.
Γιατί, παρ’ όλα αυτά, δεν βλέπουμε τα Ελληνόπουλα σε υψηλές θέσεις σε τέτοιου είδους έρευνες;
«Αρχικά έχουμε διαφορετικό εκπαιδευτικό σύστημα. Στη Φινλανδία, για παράδειγμα, οι μαθητές κάθονται περισσότερες ώρες στο σχολείο, στο ολοήμερο πρόγραμμά τους ωστόσο κάνουν πολλές δραστηριότητες και έχουν, φυσικά, ελάχιστο διάβασμα για το σπίτι. Αντίθετα, ένας έλληνας μαθητής έχει πολύ σκληρό πρόγραμμα, είναι μεν λιγότερες ώρες στο σχολείο από τον Φινλανδό, έχει όμως πολύ διάβασμα εκτός σχολείου –στο σπίτι, στα ιδιαίτερα μαθήματα, στο φροντιστήριο. Αυτές στο εξωτερικό είναι έννοιες άγνωστες», τονίζει η κ. Σοφιανοπούλου.
Για τους ειδικούς της εκπαίδευσης, πάντως, η θέση που καταλαμβάνει συχνά η χώρα μας σε αυτές τις μελέτες δεν δηλώνει κατ’ ανάγκην κάτι κακό. «Οι διεθνείς έρευνες εστιάζουν σε συγκεκριμένες γνώσεις. Τα Ελληνόπουλα είναι εξαιρετικά καλοί μαθητές σε ό,τι αφορά τη θεωρία. Ωστόσο, αυτές οι μελέτες εστιάζουν και εξετάζουν τα παιδιά στην εφαρμογή των θεωρητικών εννοιών. Ζητούν λοιπόν κάτι διαφορετικό από αυτό που προσφέρει το ελληνικό σχολείο», προσθέτει η επίκουρος καθηγήτρια.
Ο ΣΤΟΧΟΣ. Στην ελληνική εκπαίδευση δεν υπάρχει ενιαίος στόχος, υποστηρίζουν οι ειδικοί της εκπαίδευσης, γεγονός που μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τις επιδόσεις των παιδιών.
Ο Δημήτρης Κοντός, φυσικός με 20ετή εμπειρία στις αίθουσες γυμνασίων και λυκείων, έχει διαπιστώσει από πρώτο χέρι τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν μαθητές και καθηγητές όταν αλλάζει η εκπαιδευτική βαθμίδα.
Κλειδί είναι η επιμόρφωση των εκπαιδευτικών
Ενα από τα ατού των χωρών που έχουν υψηλούς δείκτες μαθητικής επίδοσης είναι και οι καθηγητές. Οπως σημειώνει ο κ. Μπουζάκης, η επιμόρφωση των δασκάλων και των καθηγητών είναι κάτι παραπάνω από αναγκαία, ωστόσο έχει παγώσει. «Η επιμόρφωση είναι ένας τρόπος προκειμένου να βοηθηθεί ο εκπαιδευτικός να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες, με νέες τεχνολογίες ή ακόμη και ανανέωση των εκπαιδευτικών προσεγγίσεων και μεθόδων διδασκαλίας. Από το 1995 και μέχρι πριν από δύο χρόνια μπορούσαν οι δάσκαλοι να παρακολουθήσουν ένα διετές πρόγραμμα μετεκπαίδευσης μέσα στα πανεπιστήμια. Δυστυχώς, όμως, καταργήθηκε».