«Η ΕΛΛΑΔΑ χρειάζεται σεβασμό καθώς και σκληρή αγάπη». Αυτός είναι ο τίτλος του άρθρου που δημοσιεύει ο διακεκριμένος Βρετανός ιστορικός Μαρκ Μαζάουερ στους «Financial Τimes». Στη σύγχρονη ελληνική Ιστορία, επισημαίνει ο Μαζάουερ, η σταθερά δεν είναι η αφερεγγυότητα της Ελλάδας, όπως διατυμπανίζουν κάποιοι, αλλά «ο απίστευτος βαθμός έξωθεν παρεμβάσεων στα εσωτερικά της ζητήματα».

«Η συμπάθεια για τους Έλληνες είναι σήμερα είδος εν ανεπαρκεία», αναγνωρίζει ο Βρετανός ιστορικός. «Οι Ευρωπαίοι εταίροι τους όμως πρέπει να σκεφτούν μια καλύτερη αντίδραση και για να το κάνουν αυτό, πρέπει να αναζητήσουν τις βαθύτερες ρίζες της δύσκολης θέσης στην οποία βρίσκεται σήμερα η Ελλάδα». Ο Μαζάουερ απορρίπτει τον «ευρέως διαλαλούμενο» ισχυρισμό πως η Ελλάδα είναι «κατά συρροή αφερέγγυα». Η μοναδική φορά που η χώρα χρεοκόπησε στη διάρκεια του 20ού αιώνα, υπενθυμίζει, ήταν το 1931-1932, «μια περίοδο κατά την οποία προφανώς δεν ήταν η μόνη που αντιμετώπισε προβλήματα». Άλλη είναι η «πραγματική σταθερά» στη σύγχρονη ελληνική Ιστορία, επισημαίνει. Και κάνοντας μια σύντομη ιστορική ανασκόπηση, από την εποχή που «επιβλήθηκε στην Ελλάδα ο πρώτος βασιλιάς της (ένας Βαυαρός)», καταδεικνύει πως «το άγγιγμα αυτού που οι Έλληνες αποκαλούν “ξένος δάχτυλος” ήταν αισθητό μέχρι και τη δικτατορία του 1967. Ένας τρόπος να κατανοήσει κανείς την εδραίωση της δημοκρατίας έπειτα από την κατάρρευση αυτού του καθεστώτος το 1974 είναι σαν μια προσπάθεια αποκατάστασης της αυτονομίας σε μια χώρα που είχε γνωρίσει μέχρι τότε ελάχιστη αυτονομία». Ομαλότητα

Η διαδικασία αυτή, επισημαίνει ο Μαζάουερ, λειτούργησε καλύτερα απ΄ ό,τι θα μπορούσε να περιμένει κανείς. «Για περισσότερα από 20 χρόνια, ένα είδος δικομματικού συστήματος λειτουργεί ομαλά και ο στρατός έχει περιθωριοποιηθεί ως πολιτικός παράγοντας… Η ειρωνεία, ωστόσο, είναι πως η ένταξη στην Ευρώπη και βοήθησε και δυσκόλεψε. Ανέβασε το βιοτικό επίπεδο και διευκόλυνε την αποκατάσταση της δημοκρατίας. Όμως η εισροή κεφαλαίων επέτρεπε στους Έλληνες να αγνοήσουν δομικά οικονομικά προβλήματα», αυτό που ο διακεκριμένος Βρετανός ιστορικός αποκαλεί «αχίλλειο πτέρνα του ελληνικού κράτους», τη «χρόνια έλλειψη φορολογικού ελέγχου». Από την εποχή της ανεξαρτησίας το 1830, λέει, τα δημόσια οικονομικά βασίζονται στην υψηλή έμμεση φορολόγηση, τα «άπιαστα αόρατα κέρδη» και την προσφυγή στον δανεισμό.

«Μπορεί κανείς να κατηγορήσει τον Θεό γι΄ αυτό ή την εμπειρία του οθωμανικού ζυγού. Με ελάχιστες τιμητικές εξαιρέσεις, όμως, οι πολιτικοί συνέχισαν να χρησιμοποιούν την απασχόληση στον δημόσιο τομέα ως ένα υποκατάστατο δίκτυο κοινωνικής πρόνοιας και ένα εργαλείο ευνοιοκρατίας. Τα άφθονα ευρωπαϊκά κεφάλαια επέτρεψαν έναν κύκλο χρέους «σταμάτα- ξεκίνα» που θέλει τις ελληνικές κυβερνήσεις να τρέχουν με το κύπελλο στο χέρι στην Ευρώπη για έκτακτη βοήθεια, να εφαρμόζουν δρακόντεια μέτρα σταθεροποίησης ως αντάλλαγμα και έπειτα να χαλαρώνουν τα χαλινάρια μόλις σωρεύεται (προ)εκλογική πίεση».

Η πρόκληση

Αυτή τη φορά όμως η πολιτική πρόκληση είναι τεράστια, επισημαίνει ο Μαζάουερ. Η σημερινή κρίση και οι ευρωπαϊκές αντιδράσεις έχουν πλήξει σημαντικά την εικόνα της Ευρώπης σε μία χώρα η οποία παραδοσιακά είναι μία από τις περισσότερο φιλοευρωπαϊκές της Ένωσης. «Στον σημερινό οικονομικό ανεμοστρόβιλο, η Ευρώπη κατέληξε να εξισώνεται όχι με την κοινωνική αγορά, τη δικαιότητα, τη δημοκρατία ή την ειρήνη, αλλά με την υπεράσπιση του ενιαίου νομίσματος και με το δογματικό αποπληθωριστικό καθεστώς που υπάρχει από πίσω. Οι Έλληνες δημόσιοι υπάλληλοι μπορεί να αναγκαστούν να συνηθίσουν στις περικοπές των αμοιβών και στα περισσότερα χρόνια εργασίας», καταλήγει ο Βρετανός ιστορικός. «Αλλά η κυβέρνηση έχει περισσότερες πιθανότητες να τους πείσει να τα αποδεχθούν όλα αυτά, αν η Ευρώπη πάψει να δείχνει σαν την τελευταία μεγάλη δύναμη που προσπαθεί να ελέγξει τη μοίρα της Ελλάδας».

Στη σύγχρονη ελληνική

Ιστορία, η σταθερά

δεν είναι η αφερεγγυότητα

της Ελλάδας, αλλά ο απίστευτος

βαθμός έξωθεν

παρεμβάσεων