«Η μεσογειακή δίαιτα μπορεί να κάνει την Ελλάδα και πάλι υγιή» δηλώνει με έκδηλη την εκτίμησή του προς τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα ο ολλανδός Γκρέιγκορ Χρίστιαανς, ένας από τους τέσσερις εγκεκριμένους γευσιγνώστες ελαιολάδου στη χώρα του. Μέσω του λογοπαιγνίου με την έννοια της υγείας, το οποίο χρησιμοποιεί τακτικά σε παρουσιάσεις γευσιγνωσίας ελαιολάδου, ο κ. Χρίστιαανς παραπέμπει στις οικονομικές δυνατότητες της ελληνικής γεωργίας και ιδίως του ελαιολάδου, αλλά και τις ευεργετικές προοπτικές που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν για την οικονομία της χώρας εφόσον μεγιστοποιηθούν και εκσυγχρονιστούν πωλήσεις και μάρκετινγκ. Ως ειδικός επί του ελαιολάδου, του «υγρού χρυσού της Νότιας Ευρώπης», όπως το χαρακτηρίζει, γνωρίζει από πρώτο χέρι τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα που κρύβει το ελληνικό ελαιόλαδο, τόσο σε επίπεδο ποιότητας και τιμής, όσο και γεύσης. Στα πλεονεκτήματα αυτά προσπαθεί να μυήσει τους συμπολίτες του, επαγγελματίες της εστίασης, αλλά και απλούς ανθρώπους, οι οποίοι επιδεικνύουν ολοένα και μεγαλύτερο ενδιαφέρον τα τελευταία χρόνια για τη χρήση του ελαιολάδου.

Ο ίδιος γνώρισε για πρώτη φορά το ελληνικό λάδι πριν από δύο δεκαετίες σε μια περιοχή που φημίζεται για την παραγωγή εξαιρετικού παρθένου ελαιολάδου. Ηταν το 2003, τη χρονιά που επέστρεψε στην Ολλανδία από την Πολωνία όπου ήταν γενικός διευθυντής της μπίρας Grolsch. Εκείνο το καλοκαίρι έκανε διακοπές στην Κρήτη και συγκεκριμένα στον Ξηρόκαμπο της Ζάκρου όπου έχουν εξοχικό οι γονείς της γυναίκας του, ακολουθώντας την «παράδοση» που έχουν οι ολλανδοί, οι οποίοι αγοράζουν δεύτερη κατοικία σε χώρες της Νότιας Ευρώπης, κυρίως στη Γαλλία και την Ισπανία. «Ομως, καθώς το σπίτι είναι στη μέση του πουθενά, άρχισα να αισθάνομαι άβολα.

Η γυναίκα μου είχε πάρει μαζί της αρκετά βιβλία και περνούσε την ημέρα της δίπλα στη θάλασσα διαβάζοντας, αλλά εγώ έβρισκα τις ημέρες μου βαρετές. Μέχρι τη στιγμή που άρχισα να μιλώ με τον υδραυλικό μας, τον Μανόλη, για το λάδι, καθότι ήταν εκείνη την εποχή παράλληλα πρόεδρος της συνεταιριστικής Ζάκρου» θυμάται σήμερα ο ολλανδός γευσιγνώστης για την εμπειρία που τον οδήγησε σε νέα επαγγελματικά μονοπάτια. «Μόλις είδα τα προϊόντα του συνεταιρισμού και δοκίμασα το λάδι ενθουσιάστηκα. Επεσα, όπως λέμε στην Ολλανδία, με τη μύτη στο βούτυρο». Εκτοτε, έχει τη μύτη του μέσα σε ένα μικρό ποτήρι με ελαιόλαδο, οσφραίνοντας την ποιότητά του και δοκιμάζοντας τη γεύση του τόσο ως γευσιγνώστης, όσο και ως έμπορος, δραστηριότητα που ξεκίνησε συστηματικά το 2009 όταν αναγκάστηκε να αποχωρήσει από τις πωλήσεις στον όμιλο Makro, έχοντας όμως εξοικειωθεί πλήρως με την αγορά τροφίμων της Ολλανδίας.

ΠΟΥΛΑΕΙ ΣΕ ΕΣΤΙΑΤΟΡΙΑ. Η τεχνογνωσία αυτή τον βοήθησε να δημιουργήσει τη δική του εταιρεία εμπορίας ελαιολάδου και να αποκτήσει σταδιακά 130 πελάτες-εστιατόρια ανά τη χώρα, αλλά και εκατοντάδες θιασώτες των γευσιγνωστικών του παρουσιάσεων σε μεγάλες ολλανδικές πόλεις. Η πιο πρόσφατη έγινε στις αρχές Απριλίου στο αρχαιολογικό μουσείο του Λάιντεν, όπου κοινό και ειδικός αντάλλασσαν επί μιάμιση ώρα τις απόψεις τους για τη γεύση, τη μυρωδιά, τη θρεπτική αξία μιας σειράς έξτρα παρθένων ελληνικών ελαιολάδων και δη τύπου «κορωνέικη». Κάποιοι μύρισαν, κρατώντας ένα μικρό ποτήρι με ελάχιστα μιλιλίτρα λαδιού, φρέσκα χόρτα, κάποιοι άλλοι φρούτα. Ανάμεσα στις μυρωδιές που εντόπισε ο ίδιος ο ειδικός ήταν το αμύγδαλο, η πράσινη ντομάτα. «Αλλες φορές μυρίζω στο ελαιόλαδο λεμόνι, φρέσκιες ντομάτες, καρύδι» επισημαίνει.

Η ποικιλία Κορωναίικη, «η βασίλισσα του ελαιολάδου» κατά τον ίδιο, βρίσκεται υψηλά στο χαρτοφυλάκιο των μεσογειακών προϊόντων γαστρονομίας που διακινεί ο ολλανδός ειδικός από τη Νότια Ευρώπη –Ισπανία, Ιταλία και Ελλάδα –προς την Ολλανδία. Πρόκειται κυρίως για λάδι (22 τόνους, εκ των οποίων το 60% προέρχεται από την Ελλάδα), ελιές (20 τόνους, με το 50% να προέρχεται από την Καλαμάτα), μπαλσάμικο και κάππαρη. «Πρόκειται για προϊόντα που χρησιμοποιούν ολοένα και περισσότερο οι σεφ των εστιατορίων στην Ολλανδία» παρατηρεί ο ολλανδός γευσιγνώστης, ο οποίος μάλιστα ετοιμάζεται να προσθέσει αγκινάρες και λιαστές ντομάτες στα προϊόντα που εισάγει.

«Πιο ακριβοί οι Ιταλοί από τους Ελληνες»

«Οι ιταλοί παραγωγοί πωλούν το λάδι σε ακριβότερη τιμή από τους Ελληνες» επεξηγεί ο ολλανδός έμπορος. Αλλά και ο Ρουντ Κάχερ, ιδιοκτήτης της τρατορίας Frenzi Cucina στο Αμστερνταμ, άρχισε να αγοράζει ελληνικό ελαιόλαδο όταν διαπίστωσε ότι και οι ιταλοί πελάτες του εντυπωσιάστηκαν από τη γεύση. Στην προσπάθειά του να προωθήσει τη μεσογειακή γαστρονομία, ο ολλανδός ειδικός, ο οποίος απέκτησε τις γνώσεις του γευσιγνώστη ελαιολάδου στη σχολή ONAOO της Βόρειας Ιταλίας, καθότι δεν υπάρχει κάποιος αντίστοιχος θεσμός στην Ελλάδα, όπως λέει, έχει θεσπίσει το ειδικό βραβείο βιωσιμότητας Falco Eleanorae. Πέρυσι, το απέσπασε εταιρεία τροφοδοσίας η οποία χρησιμοποιεί ελληνικό ελαιόλαδο.

Επισημαίνει τα πλεονεκτήματα

Ως ειδικός προσπαθεί να αναδείξει τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα του ελληνικού λαδιού και να μυήσει τους συμπατριώτες του, επαγγελματίες της εστίασης, αλλά και απλούς ανθρώπους, οι οποίοι επιδεικνύουν ολοένα και μεγαλύτερο ενδιαφέρον τα τελευταία χρόνια για τη χρήση του ελαιολάδου