Στην τρίτη του επίσκεψη στην Αθήνα ο γνωστός αργεντίνος μπεστσελερίστας μας συστήνει τον επίσης ψυχοθεραπευτή και συγγραφέα γιο του Ντεμιάν, μιλά για την ελληνική κρίση, τη βασανιστική σχέση του με τον χρόνο και για το… δαχτυλίδι διαδοχής

Στα 64 χρόνια του είναι κατηγορηματικός: η δουλειά του ψυχοθεραπευτή είναι ό,τι καλύτερο έχει συμβεί στη ζωή του. Τα τελευταία χρόνια βέβαια δεν κάνει συνεδρίες, γεγονός μάλλον αντιφατικό σε σχέση με όσα υποστηρίζει. Οταν πια η φρενίτιδα της διασημότητας που ακολουθεί τον Χόρχε Μπουκάι και τα δημοφιλή βιβλία του (στην Ελλάδα κυκλοφορούν συνολικά 14, 12 ενηλίκων και δύο παιδικά) κοπάσει, «όταν θα έχει μια οδοντόβουρτσα σε ένα και μόνο σπίτι, όταν πουλήσει τις βαλίτσες του και ξεχάσει σε ποιο συρτάρι βάζει το διαβατήριό του» τότε ενδεχομένως να ανοίξει και πάλι τις πόρτες του γραφείου για τους ασθενείς του.

Ώς τότε θα συνεχίσει να γράφει βιβλία, να δίνει διαλέξεις μπροστά σε ένα φανατικό κοινό που πίνει νερό στο όνομά του και φυσικά να αφηγείται υπεραπλουστευμένες –σύμφωνα με κάποιους καλοθελητές –παραβολές. Μεταξύ χρονοβόρων μετακινήσεων και επαγγελματικών υποχρεώσεων, όμως, εκείνος θα κάνει κάτι για το οποίο έχει κοπιάσει πολύ στη ζωή του, όπως εξομολογείται στο «Βιβλιοδρόμιο»: θα κάθεται σπίτι του και δεν θα κάνει απολύτως τίποτα. Συνειδητά και κόντρα στην πεποίθηση που ορίζει πως αν δεν κάνεις τίποτα, ο χρόνος σου πάει χαμένος.

«Για πολλά χρόνια έτρεχα σε φρενήρεις ρυθμούς. Σχεδόν πάντα διάβαζα τρία βιβλία ταυτόχρονα, για κάποια περίοδο έκανα έξι δουλειές στην Αργεντινή. Η σχέση μου με τον χρόνο ήταν βασανιστική. Πριν από 15 χρόνια άρχισα να πιστεύω πως αντί να επιταχύνω τους ρυθμούς θα έπρεπε να τους επιβραδύνω», σχολιάζει με αφορμή τη σχέση των ανθρώπων με τους δείκτες του ρολογιού, ένα από τα θέματα που θίγει στο βιβλίο του «Ο δρόμος της πνευματικότητας. Φύλλα Πορείας V (από την κορυφή και επάνω)» (εκδόσεις Opera) που μόλις κυκλοφόρησε στην Ελλάδα. «Ανακάλυψα πως αυτό που έχει σημασία δεν είναι να πηγαίνεις γρήγορα ή να μη σταματάς. Το σημαντικότερο

είναι να μην πηγαίνεις πίσω. Το πότε θα φτάσεις είναι στοιχείο που ικανοποιεί τη ματαιοδοξία σου. Αν εγκαταλείψεις τη ματαιοδοξία, δεν έχει νόημα να φτάσεις κάπου γρήγορα».

Για τον παραμυθά της ψυχοθεραπείας, η κυκλοφορία του βιβλίου ήρθε στην πιο κατάλληλη στιγμή για τη χώρα μας. Η έννοια της κρίσης δεν του είναι άγνωστη και τη βάζει αμέσως στην κουβέντα του με τους δημοσιογράφους. Αργεντινός γαρ, γνωρίζει πως σε περιόδους κρίσης είναι δύσκολο να μιλάς για πνευματικότητα και πίστη. Πόσω μάλλον όταν απευθύνεσαι σε ανθρώπους που δεν έχουν δουλειά. Προτιμά βέβαια να μη στέκεται στην ίδια την κρίση («ξέρουμε άλλωστε πως οι κρίσεις συνήθως περνάνε») αλλά στις δυνατότητες που δημιουργεί. «Στην Αργεντινή έβγαλε τον καλύτερο εαυτό της κοινωνίας. Στο Μπουένος Αϊρες για παράδειγμα η αλληλεγγύη ήταν άγνωστη λέξη. Η κρίση βοηθά να αποκαλυφθούν οι δικές μας καλύτερες δυνατότητες».

Στην τρίτη του επίσκεψη στην Αθήνα ο Χόρχε Μπουκάι έφερε και τον 37χρονο γιο του Ντεμιάν, επίσης ψυχίατρο – ψυχοθεραπευτή. Το 2015 άλλωστε θα εκδοθεί στα ελληνικά το πρώτο βιβλίο του «Από άλλη γωνία» που θα περιλαμβάνει ιστορίες από γνωστές κινηματογραφικές ταινίες τις οποίες ο αναγνώστης θα κληθεί να δει από μια άλλη οπτική γωνία. Ο ερχομός του εδώ έχει τον ρόλο της πρώτης αναγνωριστικής επαφής με το ελληνικό κοινό. Ενα κοινό που και ο ίδιος ελπίζει να εκτιμήσει τη δουλειά του. Λιγότερο ή περισσότερο από τον πατέρα του, δεν τον ενδιαφέρει και πολύ η ποσοτική σύγκριση. «Αρκεί να βρουν το βιβλίο μου ενδιαφέρον τόσοι όσοι χρειάζονται για να με ξανακαλέσουν στην Ελλάδα!», λέει στα «ΝΕΑ».

Στην εφηβεία του ο Ντεμιάν προσπαθούσε να βρει τον εαυτό του μέσα από την απόρριψη του πατέρα του. Οταν μάλιστα τον ρωτούσαν αν είναι συγγενής του εκείνος απαντούσε: «Ναι, είναι μακρινός θείος μου». «Στη σχέση μας είχαμε δυνατές διαφωνίες και συγκρούσεις, ποτέ όμως δεν αμφισβητήσαμε ότι υπήρχε αγάπη. Από τη μεριά μου υπήρχε και ανταγωνισμός, πίστευα πως ο μόνος τρόπος για να είμαι ο εαυτός μου ήταν να τον ξεπεράσω. Αντί να είμαι ο γιος του, ήθελα εκείνος να είναι ο πατέρας μου». Τώρα πια παραδέχεται πως το όνομά του είναι προνόμιο.

«Θα ήμουν ανόητος αν δεν παραδεχόμουν ότι ο πατέρας μου με έχει βοηθήσει. Ταυτόχρονα αυτό συνέβη ενώ εγώ δεν ήθελα να περάσω πόρτες που μου είχαν ανοίξει άλλοι. Στην πορεία κατάλαβα πως εφόσον μπορούσε να το κάνει, είχα κι εγώ μια σημαντική αποστολή: να τις κρατήσω ανοιχτές με τη δική μου δουλειά. Πριν από λίγο καιρό ένας φίλος με ρώτησε τι να κάνει για να εκδώσει το βιβλίο του. «Nα είσαι ο γιος διάσημου συγγραφέα» του είπα. Η δική μου περίπτωση είναι ιδιαίτερη. Είμαι περήφανος όμως που βρήκα τρόπο να το χειριστώ» εξηγεί ο Ντεμιάν και ομολογεί πως είναι προετοιμασμένος να ακούσει κακίες για τη διαδοχή που του ετοιμάζει ο πατέρας του –κάποιοι δεν θα δίσταζαν να μιλήσουν για κληρονομιά της «επιχείρησης». Ο Χόρχε Μπουκάι τότε παίρνει τον λόγο και απαντά με τη μορφή ερώτησης. «Δεν θα βοηθήσω τον γιο μου επειδή κάποιος θα βρεθεί να τον κακολογήσει; Η μάνα μου έλεγε πως ο φθόνος έχει πολλές αποχρώσεις. Πολύς κόσμος θα ήθελε να είχε γιο σαν τον Ντεμιάν και πολύς κόσμος –δεν ξέρω πόσοι –θα ήθελε να είχε πατέρα σαν εμένα!».