Πάλι καλά που κέρδισε μια υποτροφία για την Εθνική Σχολή Τέχνης στην πρωτεύουσα, όπου απέκτησε κλασική έστω παιδεία, στο πλάι ενός ρώσου καθηγητή. Και παρόλο που για τρία χρόνια χρειάστηκε να αφοσιωθεί στη στρατιωτική θητεία του, στις «καμπάνες» των αξιωματικών που τον έπιαναν να ακούει τζαζ στον ραδιοσταθμό Voice of America, δεν εγκατέλειψε το όνειρό του. Το αγαπημένο του όργανο ήταν εκείνο που ακουγόταν ακόμα και στη βουή μιας μάχης ή στον θάνατο ενός ανθρώπου. «Η τρομπέτα», λέει σήμερα, «μου έδινε απεριόριστη ελευθερία. Μπορεί να εκφράσει το αλφάβητο των αισθημάτων και των ιδεών. Οπως η ανθρώπινη φωνή».
Ενα ωραίο πρωί, βρέθηκε να κατηφορίζει προς το αγκυροβολημένο σκάφος του.
Δεν κρατούσε τρομπέτα και αυτό που πρόσφερε στον μουσαφίρη ήταν μια ξενάγηση στην πόλη και τα μελωδικά μυστικά της. Ολη μέρα οδηγούσε, σταματώντας σε πλανόδιους κιθαρίστες ή χορεύτριες, μέχρι το βράδυ που είχε συναυλία. Και όταν ο Γκιλέσπι είδε στα χέρια του οδηγού του το πνευστό, τα ‘χασε. Μπροστά στη σκηνή, δεν μπορούσε να σταματήσει να γελάει από την έκπληξη. «Είχα ντραπεί λιγάκι να του το πω» θυμάται ο Κουβανός σαράντα χρόνια μετά. «Ηταν πάντως υπέροχος άνθρωπος και φανταστικός μουσικός. Ηταν σαν πατέρας μου».
Στα χρόνια που ακολούθησαν, θα γινόταν και μέντοράς του. Οχι ότι ο Σαντοβάλ χρειαζόταν καθοδήγηση –με τη συμμετοχή του στους Irakere είχε ήδη αποκαλυφθεί η ικανότητά του στις ψηλές νότες, φορτισμένες με το ρεύμα της μπίποπ, αλλά και στις χαμηλές (και πιο γλυκές). Δίσκοι όπως «No problem» ή «Straight ahead» θα επιβεβαίωναν την τεχνική του αρτιότητα, ενώ σύντομα θα έρχονταν συνεργασίες και με τον Μισέλ Λεγκράν και τον Τζάστιν Τίμπερλεϊκ.
Ακόμα πιο σίγουρα, κατά τη γνώμη του, δεν ευνοείται σε χώρες όπως η Κούβα. Αυτός ήταν ο λόγος που στη διάρκεια μιας ευρωπαϊκής περιοδείας το 1990 επιχείρησε και κατόρθωσε να διαφύγει και να εγκατασταθεί μαζί με την οικογένειά του στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το πρώτο άλμπουμ του εκεί το ονόμασε «Flight to freedom» και σήμανε μια περίοδο της ζωής του που θα ήθελε να έχει ξεκινήσει νωρίτερα.
Οχι ότι του αρέσουν τα πάντα στην Αμερική –«σίγουρα όχι η χιπ-χοπ ή η ραπ, οι οποίες μου ακούγονται σαν να μην έχουν μελωδία» λέει. Την πρόσφατη όμως αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων των δύο χωρών τη βλέπει με καχυποψία, αφού τίποτα δεν φαίνεται να αλλάζει στη ζωή των Κουβανών. Ακόμα και αν του ζητούσαν να παίξει στην κηδεία του Φιντέλ, θα έλεγε «όχι». «Δεν το αξίζει και δεν θέλω να είμαι εγώ αυτός ο άνθρωπος» αποκρίνεται. Και παρόλο που παρακολουθώντας τη διαπιστώνει ότι η Κούβα «πάντα έχει καλή μουσική», την εκτίμηση ότι «δεν προσφέρει ευκαιρίες» δεν λέει να την αλλάξει.
INFO
Την Κυριακή 10/5στο Gazarte (Βουτάδων 32-34, Γκάζι) στις 21.30. Εισιτήρια προπώλησης: 25 (όρθιοι), 40 και 50 ευρώ. Ταμείο: 28 (όρθιοι), 43 και 53 ευρώ. Προπώληση: Gazarte, Public, Iανός, Παπασωτηρίου, Seven Spots, Reload Stores, τηλεφωνικά στο 11876, ιντερνετικά σταwww.gazarte.gr,www.viva.gr,www.public.gr.