ο ταξίδι στον χρόνο και συγκεκριμένα στην ταραγμένη περίοδο της Κατοχής ξεκίνησε προχθές για τον σκηνοθέτη Μανούσο Μανουσάκη. Μέσω Λαυρίου και κινηματογραφικών γυρισμάτων «μεταφέρεται» στη γερμανοκρατούμενη Θεσσαλονίκη του 1942-43, στον αριθμό 22 της Παύλου Μελά και στο ουζερί από το οποίο ακούστηκε η μουσική του Βασίλη Τσιτσάνη.

Χώρος που έμελλε εκείνη την εποχή να εξελιχθεί σε χωνευτήρι κάθε λογής ανθρώπων, καταφύγιο όλων όσοι λάτρευαν το μπουζούκι και αναζητούσαν ελπίδα. Ενα καλειδοσκόπιο της κοινωνίας της Θεσσαλονίκης, μα πάνω απ’ όλα πηγή έμπνευσης του ίδιου του Τσιτσάνη, που είχε νοικιάσει ένα ημιυπόγειο απέναντι από το ουζερί, στον αριθμό 21. Σε αυτό το μαγαζάκι αλλά και στο σπίτι που νοίκιαζε («ένα δωμάτιο ευρύχωρο και μια κουζίνα με τα λοιπά αντί 50 δραχμών μηνιαίως») έγραψε μερικές από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του: «Αχάριστη» (ποτέ δεν λείπει από τον άτυπο «κανόνα» του Τσιτσάνη), «Αραπίνες», «Οταν συμβεί στα πέριξ», «Τρελή που θέλεις να με στεφανώσεις», «Αθηναίισσα», «Μπαξέ τσιφλίκι» (φωνογραφήθηκαν αργότερα, μετά τον πόλεμο, όταν άνοιξαν και πάλι τα εργοστάσια δίσκων). Σύμφωνα δε με μια εκδοχή, εκεί έγραψε και τη «Συννεφιασμένη Κυριακή». Αλλά εκεί έζησε και το γεγονός που ξεπέρασε την ίδια την εποχή: τον τρόμο της ναζιστικής «τελικής λύσης» εις βάρος της ακμάζουσας τότε εβραϊκής κοινότητας, η οποία ώς και την Κατοχή αριθμούσε περί τις 46.000 ψυχές. Από τους εκτοπισμούς στα στρατόπεδα συγκέντρωσης (του Αουσβιτς, Μπίρκεναου κ.ά.) θα επιζήσουν τελικά 1.950.

ΕΡΩΤΑΣ ΚΑΙ ΝΟΤΕΣ. Το «Ουζερί Τσιτσάνης» μπορεί να μην έγινε τηλεοπτική σειρά (για την καταργημένη ΕΡΤ) το 2012, αλλά θα αποκτήσει τη φόρμα κινηματογραφικής ταινίας. Το σενάριο (που συνυπογράφουν οι Βασίλης Σπηλιόπουλος και Αντα Κουρμπαλή) βασίζεται στο ομότιτλο βιβλίο –ταμπλό βιβάν –του Γιώργου Σκαμπαρδώνη.

Η σχέση του κουνιάδου του Τσιτσάνη, Γιώργου Σαμαρά, με την αντιστασιακή Εστρέα είναι ο πυρήνας της πολυεπίπεδης ιστορίας. Μιας ιστορίας τυλιγμένης με τον μουσικό μανδύα που συνθέτουν οι νότες της εμβληματικής «Συννεφιασμένης Κυριακής», τραγουδιού που λειτουργεί ως «ένα υποβλητικότατο ψυχικό τοπίο που μεταγγίζει ακέραια στον ακροατή τη σκιερή του ατμόσφαιρα», όπως είχε γράψει η μουσικός – μουσικοκριτικός και αρθρογράφος Σοφία Σπανούδη (στα «ΝΕΑ» 1/2/1951).

Μέσα από τον έρωτα των δύο νέων ο Μανουσάκης θέλει να περιγράψει τη ζωή της εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης, σημαντικού πνευματικού κέντρου για τον παγκόσμιο εβραϊσμό, και κυρίως την τραγική της μοίρα που αποτελεί για τον σκηνοθέτη τον πυρήνα του έργου. «Οφείλουμε να καταδείξουμε τον παραλογισμό των φυλετικών διακρίσεων και χωρίς μεγαλοστομίες να δείξουμε σε όσους δεν γνωρίζουν και σε εκείνους που ξεχνούν τι είναι αυτό το μόρφωμα που αναπτύσσεται στην Ευρώπη: ο ναζισμός» λέει ο σκηνοθέτης. Παράλληλα θέλει να φωτίσει την πορεία του μεγαλοφυούς λαϊκού συνθέτη καθώς στα περίπου τέσσερα χρόνια που έζησε στη Θεσσαλονίκη έγραψε περισσότερα από 70 τραγούδια. «Ο Τσιτσάνης είναι ο παρατηρητής μιας εποχής ο οποίος, αποτροπιασμένος ή εμπνεόμενος από τις καταστάσεις της εποχής, δημιουργεί ακατάπαυστα» λέει.

ΤΡΕΝΟ ΓΙΑ ΑΟΥΣΒΙΤΣ. Ο ίδιος ο Τσιτσάνης εξομολογούνταν το 1982 στον φίλο του Κώστα Χατζηδουλή –σε ανέκδοτη έως το 2004 συνέντευξη –τα δεινά που βίωσε στη Σαλονίκη, όπως την αποκαλούσε, τους πρώτους μήνες της Κατοχής. «Η κατάσταση από κάθε άποψη ήταν απελπιστική. Και να υπάρχει μέσα μου η φλόγα, εννοώ μια μυστηριώδης και ακατανίκητη θέληση να δημιουργήσω έργο. Αυτή η φλόγα με κράτησε όρθιο, μου έδωσε δύναμη και έμπνευση και προχώρησα. Αλλά με έκανε και πεισματάρη».

Ο Μανουσάκης πιάνει το νήμα της ιστορίας τον Ιούλιο του 1942, όταν οι γερμανοί συγκέντρωσαν στην Πλατεία Ελευθερίας τους εβραίους άνδρες 18 έως 45 ετών, τους υπέβαλαν σε απερίγραπτα μαρτύρια και τους απέγραψαν στο πλαίσιο εφαρμογής του σχεδίου «τελικής λύσης». Και κλείνει την κινηματογραφική αφήγησή του τον Μάρτιο του 1943, με την αναχώρηση του πρώτου τρένο για το Αουσβιτς.

Στην ταινία θα ακουστούν αποσπάσματα (σε ενορχήστρωση Θέμη Καραμουρατίδη) από 15 τραγούδια του Τσιτσάνη, τον οποίο θα υποδύεται ο Ανδρέας Κωνσταντίνου (ο Σπύρος Μαλταμπές στη «Μικρά Αγγλία» του Παντελή Βούλγαρη). Ο Χάρης Φραγκούλης, βραβευμένος το 2013 με το Δημήτρης Χορν, θα κάνει τον κουνιάδο του Ανδρέα Σαμαρά, η Ξανθή Γεωργίου τη γυναίκα του Ζωή, Εστρέα θα είναι η Χριστίνα Χειλά, ενώ ο Δημήτρης Παλαιοχωρίτης υποδύεται τον Νίκο Μουσχουντή (κουμπάρο του Τσιτσάνη, διαβόητο διοικητή Ασφάλειας της Θεσσαλονίκης, που έπαιξε –σκοτεινό –ρόλο και στην υπόθεση δολοφονίας του αμερικανού δημοσιογράφου Τζορτζ Πολκ το 1948). Πρωταγωνιστούν επίσης οι Αλμπέρτο Εσκενάζι, Γεράσιμος Σκιαδαρέσης, Λάκης Κομνηνός, Βασιλική Τρουφάκου.

INFO

Η ταινία «Ουζερί Τσιτσάνης» σε σκηνοθεσία Μανούσου Μανουσάκη με τους Ανδρέα Κωνσταντίνου, Χάρη Φραγκούλη, Ξανθή Γεωργίου, Χριστίνα Χειλά, Δημήτρη Παλαιοχωρίτη, Αλμπέρτο Εσκενάζι, Γεράσιμο Σκιαδαρέση, Λάκη Κομνηνό, Βασιλική Τρουφάκου, αναμένεται να προβληθεί στους κινηματογράφους τον Δεκέμβριο