Το τραγικό περιστατικό στη Ζάκυνθο, όπου ένα παιδί 2 ετών έχασε τη ζωή του από δάγκωμα σκύλου, άνοιξε ξανά μια μεγάλη συζήτηση: όχι μόνο για το συγκεκριμένο ζώο, αλλά για τον τρόπο που κρατάμε – και κακοποιούμε – χιλιάδες σκύλους σε όλη τη χώρα. Στο κέντρο αυτής της συζήτησης βρίσκεται κάτι που ο νόμος έχει ήδη ξεκαθαρίσει: την αλυσόδεση.
Ο Ν. 4830/2021, στο άρθρο για τις υποχρεώσεις των κηδεμόνων, είναι σαφής: ο ιδιοκτήτης οφείλει να φροντίζει να μη μένει μόνιμα δεμένος ο σκύλος του και σε κάθε περίπτωση όχι πάνω από δύο ώρες την ημέρα, ακόμη κι αν η αλυσίδα είναι μακριά. Σε εξαιρετικές περιπτώσεις και μόνο όταν δεν υπάρχει περίφραξη, επιτρέπεται η χρήση υπόγειου ηλεκτρονικού φράχτη.
Με άλλα λόγια: ο νόμος δεν αντιμετωπίζει την αλυσίδα ως «λύση ανάγκης», αλλά ως συνθήκη κακοποίησης και επισφαλές καθεστώς για ζώα και ανθρώπους.
Στη Ζάκυνθο, το σκυλί που δάγκωσε και σκότωσε το παιδί ζούσε δεμένο σε εξωτερικό χώρο. Οπως δήλωσαν οι γονείς, την ώρα του περιστατικού ακούγονταν πυροβολισμοί από κυνηγούς κοντά στο σπίτι. Η μητέρα είχε επανειλημμένα διαμαρτυρηθεί ότι οι συνεχείς πυροβολισμοί αναστάτωναν τα ήδη κακοποιημένα ζώα που είχε διασώσει η οικογένεια.
Ενα ζώο δεμένο, με ιστορικό κακοποίησης, εκτεθειμένο σε έντονους θορύβους, χωρίς δυνατότητα διαφυγής: το σκηνικό για τον απόλυτο τρόμο.
Τι συμβαίνει σε ένα δεμένο, φοβισμένο ζώο
Ο θετικός εκπαιδευτής σκύλων και σύμβουλος συμπεριφοράς, Μάνος Σπαθάρος, εξηγεί στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο» την κρίσιμη λεπτομέρεια που συχνά αγνοούμε:
«Οταν ένα ζώο είναι δεμένο και φοβηθεί, δεν έχει επιλογή να φύγει και τότε το σώμα και το μυαλό του αναγκάζονται να διαλέξουν ανάμεσα στη μάχη και στο πάγωμα. Κάποια επιτίθενται από πανικό, άλλα παραλύουν από τρόμο – κανένα όμως δεν νιώθει ασφάλεια».
Τα κακοποιημένα ζώα, τονίζει, κουβαλούν μνήμες πόνου που δεν φαίνονται με γυμνό μάτι:
«Οταν νιώσουν ξανά απειλή, δεν “σκέφτονται” – αντιδρούν. Οχι επειδή είναι κακά, αλλά επειδή κάποτε φοβήθηκαν βαθιά».
Και συμπληρώνει σχετικά περιγράφοντας ουσιαστικά το τραγικό περιστατικό που έλαβε χώρα στη Ζάκυνθο – και όχι μόνο:
«Ενα σκυλί που είναι ανασφαλές και έχει φοβίες και δεν έχει μάθει να διαχειρίζεται το στρες του, σε περιπτώσεις που το τρομάξει κάτι – όπως ένας δυνατός θόρυβος ή ένας ξαφνικός περισπασμός – μπαίνει σε κατάσταση πανικού. Η αντιδραστική συμπεριφορά μπορεί να είναι να τρέξει, να γαβγίσει ή να μπει σε κατάσταση άμυνας και να δαγκώσει, ιδίως από τη στιγμή που δεν έχει επιλογή διαφυγής, όπως στη συγκεκριμένη περίπτωση που ήταν δεμένο».
Γιατί η αλυσίδα είναι πάντα λάθος απάντηση
Η αλυσίδα δεν προσφέρει ασφάλεια. Δημιουργεί φόβο, καχυποψία, εκρηκτικές αντιδράσεις. Ενα δεμένο ζώο δεν μπορεί να απομακρυνθεί όταν φοβάται, δεν μπορεί να επιλέξει, δεν μπορεί να εκτονώσει το στρες του.
«Τα τρομοκρατημένα ζώα στην αρχή παλεύουν φωνάζουν με το σώμα τους και ύστερα σιωπούν και αυτή η σιωπή είναι συχνά η πιο βαριά εικόνα για όποιον έχει βρεθεί σε μια διάσωση, σε μια φωτιά, σε έναν χώρο γεμάτο αγωνία.
Ας προσπαθήσουμε να μπούμε για λίγο στη θέση τους. Φανταστείτε να ήσασταν δεμένοι χωρίς δρόμο διαφυγής με κάτι να σας απειλεί. Πώς θα αντιδρούσατε με ψυχραιμία ή με τρόμο;
Η στέρηση της ελευθερίας και των επιλογών γεννά ένταση σύγχυση και θυμό και ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και στα ζώα», λέει χαρακτηριστικά στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο» ο κ. Σπαθάρος.
Ο νόμος που απαγορεύει την αλυσόδεση δεν είναι μια θεωρητική ρύθμιση. Είναι το αποτύπωμα μιας γνώσης που, δυστυχώς, στην πράξη την πληρώνουμε κάθε φορά ακριβά: όταν αντί για ασφάλεια επιλέγουμε αλυσίδες, αφήνουμε ζώα και ανθρώπους εκτεθειμένους στον χειρότερο δυνατό συνδυασμό – φόβο χωρίς διέξοδο και με πιθανά περισσότερα θύματα από τον ίδιο τον αλυσοδεμένο σκύλο.







