Σαν σήμερα γεννήθηκε ο Βασίλης Τσιτσάνης το 1915, σαν σήμερα πέθανε το 1984. Και ανάμεσα στις δύο χρονολογίες μεσολάβησαν εξήντα εννέα χρόνια που πλούτισαν τόσο πολύ την ελληνική μουσική ώστε να φτάνουν αυτά που άφησε όχι μόνο για εμάς αλλά και για τις πολλές επόμενες γενιές. Οχι μόνο τη μουσική, τον ελληνικό πολιτισμό πλούτισαν. Γιατί βασικό στοιχείο του πολιτισμού μας είναι το δίπολο Ανατολή – Δύση. Οχι ακριβώς ως συγκερασμός αλλά ως ανοχή και αντοχή του ενός προς το άλλο. Μια ισορροπία που βρίσκει κάποιος ακόμη και στις αρχαίες τραγωδίες, σε εκείνες όπου συνυπάρχουν η δύναμη της μοίρας με την εξουσία της λογικής, η γνώση με το ορμέμφυτο. Αυτό κάνει κι ο Τσιτσάνης όταν με μια μελωδία που θα μπορούσε να παιχθεί από συμφωνική ορχήστρα (ας κλείσουμε τα μάτια κι ας το φανταστούμε) τραγουδά «Θα πάω εκεί στην Αραπιά», το τραγούδι που ανέφερε ο Χατζιδάκις το 1949 στην περίφημη ομιλία του για το ρεμπέτικο. Γι’ αυτό και πιστεύω ότι ο Διονύσης Σαββόπουλος εικονοποιεί εξαιρετικά μια εκδοχή του πολιτισμού μας με εκείνον τον στίχο από το «Γεννήθηκα στη Σαλονίκη»: «…Στέκει ο Τσιτσάνης μ’ ένα μικρό βιολί». Το έχει πει, ακόμη πιο εμφατικά μάλιστα, ο Τσαρούχης: «Ο Τσιτσάνης είναι η μόνη ζωντανή απόδειξη ότι έχουμε πολιτισμό». Ο Τσιτσάνης «άπλωσε» ένα πολύτιμο και πολυσήμαντο είδος τραγουδιού, το ρεμπέτικο, βγάζοντάς το από το περιθώριο της κλειστής κοινότητας και εμπλουτίζοντάς το με ιδιοφυείς μελωδίες, δείχνοντας έτσι τον δρόμο για το μέλλον του. Σαν να το σκηνοθέτησε με κάποιον τρόπο. Ενας σπουδαίος μελωδιστής στον οποίο δεν χρωστάμε μόνο τα τραγούδια που έγραψε ο ίδιος αλλά και πολλά άλλα, γραμμένα πάνω στα δικά του «πατήματα». Δεν το λέω απαξιωτικά.


Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ