Αυτό που έγινε δεν το φανταζότανε ούτε ο μεγαλύτερος τερατολόγος στους αιώνες των αιώνων, αμήν. Καλά το έλεγε η γιαγιά μου πριν από πολλά χρόνια: ούτε γκαστρωμένο παπά μην κοροϊδεύεις, γιατί σε σένα μπορεί να συμβούν χειρότερα. That’s life, για να το πούμε και στα ποντιακά.

(Εν προκειμένω, οι αγγλικούρες και τα μούσκουλα διώξανε τα γκρουπούσκουλα).

Δηλαδή, είναι να χαζεύεις. Να βλέπεις τώρα ένα ζεύγος αμερικάνικες φάτσες που θυμίζουν μακρινά πρόσωπα οννεδιτών του ’80, επικεφαλής παλαιών, μπαρουτοκαπνισμένων κομμουνιστών με γενειάδες. Ε, δεν είναι και ό,τι πιο λογικό υπάρχει – όχι στην Ελλάδα, αλλά παγκοσμίως. Θα πεις, έτσι συμβαίνει και κάπως έτσι προδιαγραφόταν η κατάληξη των πραγμάτων, εφόσον το κόμμα, μετά τις αλλεπάλληλες ήττες, δεν θέλησε να αλλάξει, να απαρνηθεί τα κομμουνιστιλίκια του. Δεν θέλησε να γίνει ένας σύγχρονος, δημοκρατικός, σοσιαλδημοκρατικός σχηματισμός με ανοιχτή την πιθανότητα συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ στην προοπτική μιας μεγάλης κεντροαριστερής παράταξης. Οχι. Οπως κάποτε οι καλόγεροι επέμειναν στο σχίσμα και προτίμησαν να τους σφάξει ο τούρκος πασάς για ν΄ αγιάσουν. Ναι, αλλά άγιος χωρίς θαύματα, δοξολογιά δεν έχει. Κι έτσι ήρθε, αίφνης, η αμερικανιά και πήρε με τη μία ολόκληρο το κομμωτήριο.

Που σημαίνει: Μαρξ – Αφρόλουτρο 0-1.

Και στην Πελοπόννησο, όπως γράφει ο Αθανάσιος Κομνηνός Υψηλάντης στα «Μετά την Αλωσιν», μάλωναν διαρκώς μεταξύ τους οι δύο Παλαιολόγοι που είχαν καταφύγει εκεί και την είχαν μοιραστεί, ως Δεσπότες του Μωρέως, τρώγονταν συνέχεια, μέχρι που ο ένας, ο Δημήτριος, αγανάκτησε πια κι έστειλε επιστολή (1457) στον τούρκο σουλτάνο γράφοντάς του: «Ελα να πάρεις τον τόπον (Μωριά) να ησυχάσωμεν». Και το ερώτημα που προκύπτει είναι το εξής απλοϊκό: εάν αυτοί οι άνθρωποι δεν μπόρεσαν να προστατεύσουν το κόμμα τους, τους αγώνες τους και τον εαυτό τους από έναν διερχόμενο διάττοντα, τότε πώς θα προάσπιζαν τη χώρα ολόκληρη, αν ξαναγίνονταν κυβέρνηση; Κι αν δεν τα βγάλανε πέρα με τον Κασσελάκη, πώς θα καθάριζαν με τον γερόλυκο Ερντογάν ή με κάτι άλλες καμπίσιες αλεπούδες της διεθνούς πολιτικής; Θα ήτανε στο «πάρτε κι αφήστε μας ήσυχους»; (Ανατριχιάζω).

Και τώρα τι γίνεται; Μαντρί or not μαντρί; Να δεις τι είναι πιο πιθανό να γίνει: κάποιοι που δεν το αντέχουν υπαρξιακά, θα αποχωρήσουν αξιοπρεπώς εν καιρώ. Οι πολλοί μάλλον θα μείνουν να υποστούν τα δεινά της νέας κατάστασης. Κανονική διάσπαση αποκλείεται, διότι για να φτιάξεις νέο κόμμα, χωρίς κρατική επιδότηση, χωρίς Σοβιετία από πίσω, χωρίς έστω Τσαουσέσκου (για τζάμπα χαρτί), δεν μπορείς. Απαιτείται χρήμα, γραφεία, έξοδα, κι αυτά τα λεφτά ποιος θα τα βάλει; (Εδώ η έννοια του κέρδους που λοιδορούσαν, εκδικείται). Δηλαδή, άνευ παπαλίων ουδεμία πρόοδος. Τα φράγκα είναι καθοριστικός μαρξιστικός παράγων. Συνεπώς, άλλοι θα παραμείνουν πίνοντας αργά το πικρό ποτήρι με καλαμάκι, κάποιοι θα προσπαθήσουν να χειραγωγήσουν τον νέο πρόεδρο, άλλοι θα αρχίσουν την υπονόμευση – αλυσοπρίονο. Τα γνωστά, δηλαδή, σε αυτές τις περιπτώσεις. Και αγχωμένοι survivors θα κολλήσουν από δίπλα και πρόσκαιρα θα αναρριχηθούν – μέχρι το πιθανό σημείο που αρχίζουν να φαίνονται ξεκάθαρα τα οπίσθια της μαϊμούς, καθώς λένε και οι γάλλοι νατουραλισταί. (Μετά, βλέπουμε).

Βέβαια ο νέος πρόεδρος μπορεί να μην ξέρει, και να μην ξέρει ότι δεν ξέρει (το «διπλό ψεύδος» που έλεγε ο Σωκράτης για τον νεαρό Αλκιβιάδη – όλα τα έχουν πει οι άτιμοι οι αρχαίοι), αλλά, όπως μας διαβεβαιώνουν κάποιοι, μαθαίνει γρήγορα. (Μέθοδος Linguaphone). Και θα διδαχτεί κι απ’ τον τέως πρόεδρο που, όπως γνωρίζετε, θα διέπρεπε σε παιχνίδι γνώσεων. Αυτό θυμίζει μια ιστορία που λένε στη Θεσσαλονίκη: «Ενας νέος μπαμπάς βγαίνει βόλτα στην πόλη με τη γυναίκα του και το μικρό παιδί του κι αρχίζουν να γυρίζουν σε διάφορα μνημεία της πόλης. Φτάνουνε στην Καμάρα, ρωτάει το παιδί «μπαμπά, τι είναι αυτό;». «Δεν ξέρω», απαντάει εκείνος. Μετά πάνε στη Ροτόντα, ξανά το παιδάκι, «μπαμπά, τι είναι αυτό;». «Δεν έχω ιδέα», απαντάει εκείνος. Συνεχίζουνε στον Αγιο Δημήτριο, ξαναρωτάει το παιδί κι ο μπαμπάς δεν ήξερε τίποτε. Κατόπιν περνούνε μπροστά απ’ την Αγία Σοφία, οπότε ο μπαμπάς πάλι δηλώνει άγνοια. Μετά, φτάνουνε στον Λευκό Πύργο. «Μπαμπά, τι είναι αυτό;». «Δεν ξέρω, παιδί μου». Οπότε παρεμβαίνει η μαμά και λέει στον μπόμπιρα: «Ελα, Γιαννάκη, μην ενοχλείς συνέχεια τον μπαμπά σου». Κι ο μπαμπάς: «Ασε το παιδί να ρωτάει για να μαθαίνει»…».

Τελικά, άλλη μία φορά ένας πρόεδρος του χώρου θα μάθει στου κασίδη το κεφάλι; Ετσι σε προσλαμβάνουνε και στην Goldman Sachs; Δεν πειράζει που δεν έχεις ιδέα, έλα και θα μάθεις στην πορεία; Ούτε καφετζήδες δεν προσλαμβάνονται έτσι εκεί. Αλλά είπαμε: εδώ πια, σ’ εμάς, όλα μπορούν να συμβούν. Αντε να δούμε και τον Μιχαλολιάκο πρόεδρο στο Κέντρο Μαρξιστικών Ερευνών. Είδαμε τον Βαρουφάκη τσάρο των οικονομικών, τον Χαϊκάλη υπουργάρα, και βέβαια, αν έχεις συνεργαστεί αρμονικά πέντε χρόνια με τον Καμμένο, γιατί να μην αντέξεις και τον συμπαθή Κασσελάκη, που επιπλέον χαμογελάει ανηλεώς κι έχει και πιο σφιχτούς κοιλιακούς; Ετερον εκάτερον.

Οπότε το πράγμα θα προχωρήσει. (Μανόλη Αναγνωστάκη, καλά που έφυγες νωρίς). Θα προχωρήσει η δουλειά έτσι κι αλλιώς – ή, όπως θα το ΄λεγε και ο Αλεξανδρινός, και τέλος πάντων, να, τραβούμε εμπρός…