Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Η τελευταία φορά που συγκινήθηκα με μια ολοκληρωμένη αφήγηση ήταν... όταν διάβαζα το «Η γιαγιά μου σας χαιρετά και ζητάει συγγνώμη» του Μπάκμαν. Απλή γραφή, γρήγορος ρυθμός, πολύ χιούμορ και ταυτόχρονα μια βαθιά κατάδυση στην ψυχολογία, τις σκέψεις και τα συναισθήματα μέσα από χειρουργικής ακρίβειας σύντομες περιγραφές. Και πίσω απ' όλα αυτά μια ολόκληρη φιλοσοφία για τη ζωή, δοσμένη με απίστευτη τρυφερότητα και κατανόηση για τα τραύματα και τις αδυναμίες των ηρώων.
Το πιο οδυνηρό στη διαδικασία της συγγραφής για παιδιά/εφήβους... είναι ότι πολύ συχνά αναγκάζεσαι να βγεις από τον ρυθμό σου, γιατί θέλεις να διατυπώσεις κάτι πιο απλά. Αισθάνεσαι ότι υπάρχει ένα όριο στους όρους και στη δομή του κειμένου που δεν πρέπει να ξεπεράσεις. Το κρίσιμο εκείνη τη στιγμή είναι να μην επιτρέψεις καμία έκπτωση στο νόημα. Να μην ενδώσεις στην ευκολία να ξεφύγεις «ρηχαίνοντας» το κείμενο. Αν τα καταφέρεις, η επιβράβευση δεν είναι μόνο μια καλύτερη αφήγηση αλλά και μια καθαρότερη ματιά. Η απλότητα είναι ο πιο σίγουρος δρόμος για την ουσία των πραγμάτων. Κι αν επιμείνεις αρκετά αρχίζεις να την προσεγγίζεις πιο εύκολα, γίνεται στοιχείο του χαρακτήρα σου. Στο κάτω κάτω κάθε στιγμή που δουλεύεις το κείμενο παλεύεις με τον εαυτό σου. Αυτό λοιπόν που σε δυσκολεύει περισσότερο είναι, όπως τόσο συχνά συμβαίνει, αυτό που σε βοηθάει περισσότερο να εξελιχθείς.
Τρία βιβλία που θα πρότεινα οπωσδήποτε για μια βιβλιοθήκη Λυκείου θα ήταν... «Ο ιππότης με τη σκουριασμένη πανοπλία», το «Sapiens» και το «Αιχμάλωτοι της γεωγραφίας». Είναι τρία βιβλία-ταξίδια που ανοίγουν δρόμους. Το πρώτο μας δείχνει τον δρόμο για ένα ταξίδι εσωτερικό, για να κατανοήσουμε τον εαυτό μας και ό,τι έχει ή θα έπρεπε να έχει αξία για μας. Το δεύτερο είναι ένα ταξίδι στην ιστορία, στον χρόνο και σε όσα μας οδήγησαν να γίνουμε αυτό που είμαστε. Και το τρίτο ένα ταξίδι στον χώρο κι ένα κλειδί ερμηνείας για όσα διαδραματίζονται αυτή τη στιγμή γύρω μας στη μεγάλη κλίμακα, σε επίπεδο κρατών και διεθνών σχέσεων ή συγκρούσεων. Και τα τρία είναι γραμμένα με πολύ απλή γλώσσα και δίνουν τόσο πολλά ερεθίσματα...
Η κριτική που αποδέχομαι αφορά... τα πάντα. Γιατί καταλαβαίνω ότι πρώτα απ' όλα εκφράζει εκείνον που την κάνει, ο οποίος από την πλευρά του έχει εξ ορισμού δίκιο, έστω κι αν η ανάγκη του να κριτικάρει κάποιες φορές μπορεί να έχει ελάχιστα να κάνει με τις δικές μου πράξεις ή προθέσεις. Αυτό φυσικά σημαίνει ότι αποδέχομαι, κατανοώ και σέβομαι την κριτική, αλλά δεν την υιοθετώ απαραίτητα. Προσπαθώ να αποκωδικοποιώ με εντιμότητα το μήνυμα και να κρατώ το μέρος που πραγματικά με αφορά, προκειμένου να βελτιώνομαι. Φοβάμαι βέβαια ότι τις περισσότερες φορές δεν τα καταφέρνω. Πάντως έχω διαπιστώσει ότι ακόμη και η άδικη κριτική ξεκινά κατά κανόνα από πραγματικά ζητήματα και έχει να μας διδάξει πολλά.
Η αυτοκριτική ξεκινάει από... το στομάχι! Από εκείνη την άβολη αίσθηση ότι κάτι δεν έγινε, δεν ειπώθηκε, δεν αξιολογήθηκε όπως έπρεπε. Το ερέθισμα μπορεί να είναι οτιδήποτε. Ενα απογοητευμένο βλέμμα, ένα ψυχρό ευχαριστώ, μια απότομη στροφή που σε αφήνει αντιμέτωπο με μια αμείλικτη πλάτη που απομακρύνεται αγέρωχα. Καμιά φορά δε χρειάζεται καν σήμα απ' έξω. Ο μεγάλος αδελφός είναι μέσα μας και ξέρει τα πάντα. Κι όποτε θεωρεί ότι χρειάζεται, αρχίζει να σφίγγει το στομάχι, να ταράζει το μυαλό και να χαλάει τον ύπνο. Στην αρχή προσπαθούσα να τον ξεγελάσω, μετά να τον καλοπιάσω για να τον καλμάρω, αλλά τώρα πια ξέρω ότι δεν πιάνει τίποτα απ' αυτά. Μόνο από έντιμες εξηγήσεις καταλαβαίνει...
Η αρχή ενός κλασικού βιβλίου που ζηλεύω είναι... εκείνο το απλό «Πρώτα απ' όλα τα βουνά» με το οποίο ο Μπροντέλ ξεκινά τη «Μεσόγειο». Είναι η τέλεια εισαγωγή στη μεγάλη διάρκεια, σε αυτήν την τόσο ουσιαστική κι όμως τόσο δύσκολα προσεγγίσιμη αίσθηση της ιστορίας και της πραγματικότητας. Είναι σαν ένα σύνθημα που αποκαλύπτει στη στιγμή τη ματαιοδοξία, τις ψευδαισθήσεις και τον εγωκεντρισμό των ανθρώπων, και τοποθετεί αστραπιαία τα πάντα σε μια διαφορετική προοπτική.
Οταν ακούω ότι «αυτά τα βιβλία δεν είναι για παιδιά» σκέφτομαι ότι... η κοινωνία μας βάζει όλο και περισσότερο τα παιδιά στο περιθώριο. Μπορεί η πρόθεση να είναι καλή. Θέλουμε να τα προστατέψουμε. Στην πραγματικότητα όμως τα περιορίζουμε. Κλείνοντάς τα σε έναν ασφυκτικό μικρόκοσμο, τα αφήνουμε απροετοίμαστα για τη σκληρή πραγματικότητα που τα περιμένει. Και η εμπειρία ενός βασιλόπουλου ή μιας πριγκίπισσας που ξαφνικά προσγειώνεται στον κοινωνικό ή εργασιακό μας Μεσαίωνα δεν μπορεί παρά να είναι τραυματική. Καλό είναι τα παιδικά βιβλία να μην αποφεύγουν να αγγίξουν την αλήθεια που οι αναγνώστες τους πρόκειται σύντομα να αντιμετωπίσουν. Το κλειδί είναι ο τρόπος. Μια αφήγηση που χειραφετεί, ενισχύει την αυτογνωσία, καλλιεργεί τον σεβασμό και τον αυτοσεβασμό, καταρρίπτει μύθους και ξορκίζει ενοχές, είναι καλύτερη αντιμετώπιση από τις υπεκφυγές ή, ακόμα χειρότερα, την ανειλικρίνεια.
Ο Θ. Αραμπατζής γεννήθηκε το 1976. Είναι απόφοιτος του Τμήματος Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ με μεταπτυχιακές σπουδές στη δημοσιογραφική έρευνα και την παραγωγή ντοκιμαντέρ. Η «Φωνή των δέντρων» - με εικονογράφηση της Δέσποινας Μανώλαρου - είναι το πρώτο βιβλίο του (εκδ. Μεταίχμιο). Σύμφωνα με την πλοκή, όταν η πόλη της Μαρίας πλήττεται από πρωτόγνωρη οικολογική καταστροφή, η ίδια και η οικογένειά της βρίσκουν καταφύγιο στα βουνά. Εκεί το 11χρονο κορίτσι ανακαλύπτει ότι έχει την ικανότητα να συνομιλεί με τα δέντρα και τα φυτά.