Ξεκίνησα να διαβάζω τη Λυκοχαβιά του Κώστα Μπαρμπάτση προκατειλημμένος. Είχα μπροστά μου ένα βιβλίο που συμπεριελάμβανε τρία χαρακτηριστικά που συνήθως δεν με ελκύουν: κατ’ αρχάς, πρόκειται για διηγήματα. Πάντα είχα τη γνώμη πως εύκολα μπορεί να γράψει κάποιος ένα μέτριο διήγημα, αλλά το καλό διήγημα, αυτό που θα μου βγάλει το wow factor – που λένε και οι Αγγλοι -, είναι δυσεύρετο (αν το συμπέρασμα απ΄ αυτό είναι πως πιο εύκολα γράφεται ένα καλό μυθιστόρημα από ένα καλό διήγημα, τότε ας είναι). Το δεύτερο χαρακτηριστικό του βιβλίου που γενικά με απωθεί είναι η ντοπιολαλιά. Μπορεί να έχουν γίνει μια μόδα τελευταία οι ντοπιολαλιές για να εκφράσουν συγγραφικά μια σύνδεση με μια κουλτούρα και έναν τόπο, όμως φαίνεται πως κάποιες φορές η χρήση τους πάσχει από μια επιφανειακότητα που μειώνει συνολικά την αξία του έργου. Σε πολλά βιβλία με ντοπιολαλιές, αν μεταφράσεις την ντοπιολαλιά σε σύγχρονα ελληνικά το κείμενο βγαίνει πεζό και στενό από ιδέες. Τέλος, το χρονικό πλαίσιο του βιβλίου είναι το πλαίσιο αμέσως μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο που πραγματικά έχει κορεστεί από μυθιστορήματα και διηγήματα.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ