Η ιστορία του Αλεν Στιούαρτ Κόνιγκσμπεργκ, που έκλεισε τα 85 του χρόνια την περασμένη Τρίτη, είναι λίγο – πολύ γνωστή. Είναι εκεί όπου ένα παιδί της προπολεμικής Νέας Υόρκης μεγαλώνει σε μια γειτονιά – τη Λεωφόρο Τζέι – με πολλούς κινηματογράφους, ζαχαροπλαστεία και εβραϊκά έθιμα. Εκεί όπου οι ήρωες των κόμικς σημαίνουν περισσότερα από τους ήρωες της δυτικής λογοτεχνίας και όταν οι κοπέλες με τα μαύρα ζιβάγκο και τις κόκκινες φούστες προφέρουν τη λέξη «Ιονέσκο», τα αγόρια κλείνουν αμήχανα το ακουστικό και τρέχουν να ανακαλύψουν ποιος είναι ο συγγραφέας. Και εκεί όπου ένας έφηβος που δεν έχει καμία λαχτάρα για το διάβασμα – «το σύμπαν του σελιλόιντ είναι ό,τι διδάχθηκα» – διεκδικεί τη δική του θέση στον αμερικανικό ήλιο για να μεταμορφωθεί στον βέβηλο θαυμαστή των αδερφών Μαρξ και του Ινγκμαρ Μπέργκμαν. Στη μεταπολεμική γενέτειρά του, όταν το σινεμά των δημιουργών και της αμφισβήτησης (δεκαετία του 1960) θα υποδέχεται τη γενιά των αντιηρώων, εκείνος θα προστατεύσει το χιούμορ του – γράφει μόνος τα σενάρια -, θα στέλνει ερωτικές επιστολές στην πόλη του («Μανχάταν»), θα μοιράζει τις αθεϊστικές ατάκες του και θα δημιουργεί το προσωπικό του σύμπαν περιφέροντας τη μια υποχονδριακή αποτυχία μετά την άλλη. «Μερικοί βλέπουν το ποτήρι μισοάδειο, μερικοί το βλέπουν μισογεμάτο» γράφει στην αυτοβιογραφία του «Σχετικά με το τίποτα», που αναμένεται στις 10 Δεκεμβρίου από τον Ψυχογιό, σε μετάφραση του Γιώργου Ικαρου Μπαμπασάκη. «Εγώ έβλεπα πάντα το φέρετρο μισογεμάτο».

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ