Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Μπορεί όλοι να πανηγυρίζουμε για την είδηση ότι όχι μόνο ένα αλλά δύο πειραματικά εμβόλια εναντίον του COVID-19 αποδείχθηκαν τουλάχιστον 90% αποτελεσματικά στην πρόληψη της ασθένειας σε προχωρημένες δοκιμές, όμως η έρευνα για να κατανοήσουμε πώς αλληλεπιδρά ο νέος κορωνοϊός με το ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα συνεχίζεται.
Υπάρχουν πολλά πολλά ερωτήματα στα οποία περιμένουμε απαντήσεις για τα δύο εμβόλια, της Pfizer/BioNTech και της Moderna: για παράδειγμα, πόσο καλά προστατεύουν τους ηλικιωμένους και για πόσο χρονικό διάστημα; Ποιες πτυχές της ανοσοαπόκρισης που προκαλούν είναι προστατευτικές και ποιες όχι; Μπορούν να επιτευχθούν ακόμα καλύτερα αποτελέσματα με εμβόλια που στοχεύουν διαφορετικά μέρη του ανοσοποιητικού συστήματος;
Είναι πιθανό να χρειαζόμαστε αρκετά εμβόλια COVID-19, τόσο για να καλύψουμε τους πάντες όσο και στην περίπτωση που ο ιός μεταλλαχθεί και «ξεφύγει» από την ικανότητα ενός εμβολίου να το εξουδετερώσει, μια πιθανότητα που φαίνεται όλο και πιο πραγματική υπό το φως της ανακάλυψης μιας μεταλλαγμένης μορφής του SARS-CoV-2 που μολύνει τα ευρωπαϊκά μινκ. Αλλά χρειαζόμαστε επίσης καλύτερες μεθόδους διάγνωσης και θεραπείας της νόσου. Η πρόσφατη αναστολή δύο μεγάλων δοκιμών εμβολίων λόγω σοβαρών ανεπιθύμητων ενεργειών αποτελεί υπενθύμιση ότι υπάρχουν πολλά ακόμη να μάθουμε και μια πανδημία, παρότι κανείς δεν την επιθυμεί, αποτελεί για τους επιστήμονες μια χρυσή ευκαιρία για μάθηση.
Οπως και τα περισσότερα υποψήφια εμβόλια για τον COVID-19, τα εμβόλια Pfizer και Moderna εγχέονται στον μυ, από όπου εισέρχονται στην κυκλοφορία του αίματος και διεγείρουν την παραγωγή αντισωμάτων για τον ιό SARS-CoV-2 (ειδικά για την πρωτεΐνη που σχηματίζει τις αιχμές που καλύπτουν την επιφάνειά του). Ομως τα αντισώματα αποτελούν μόνο ένα συστατικό της προσαρμοστικής ανοσοαπόκρισης του σώματος, η οποία αναπτύσσεται με την πάροδο του χρόνου ως αντίδραση στην εισβολή από έναν ιό ή άλλο παθογόνο. Υπάρχει επίσης έμφυτη ανοσία με την οποία γεννιόμαστε και η οποία κινητοποιείται αμέσως μετά τη μόλυνση, αλλά δεν είναι προσαρμοσμένη σε κάποιο συγκεκριμένο παθογόνο. «Υπάρχουν πολλά μέρη σε αυτό» λέει ο ανοσοφαρμακολόγος Στίβεν Χολκγκέιτ του Πανεπιστημίου του Σαουθάμπτον στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο οποίος αναρωτιέται γιατί οι επιστήμονες έχουν επικεντρωθεί σε τόσο λίγα από αυτά.
Δοκιμές γίνονται για την ιντερφερόνη-βήτα, μια εγγενή άμυνα του οργανισμού που εμποδίζει την αναπαραγωγή των ιών, και τα Τ-κύτταρα, τα οποία μαζί με τα Β-κύτταρα γεννούν αντισώματα και κρατούν τη μνήμη προηγούμενων μολύνσεων. Μάλιστα τον Μάιο αμερικανοί επιστήμονες ανέφεραν ότι Τ-κύτταρα που είχαν εξαχθεί από δείγματα ανθρώπινου αίματος που ελήφθησαν πριν από το 2019 και εκτέθηκαν στον SARS-CoV-2 έδειξαν μνήμη από μόλυνση με κορωνοϊό.
Οταν συγκεντρώσουμε αρκετά στοιχεία και για αυτά, θα μπορούσαμε να εξακριβώσουμε πώς αντιδρούν άνθρωποι οι οποίοι εκτίθενται στον ιό φυσικά ή έχουν εμβολιαστεί, όσον αφορά την επαναμόλυνση. Οι δοκιμές των εμβολίων θα μας δώσουν τέτοια στοιχεία, όπως και ένας μεγάλος αριθμός μελετών που αφορά τη συσχέτιση της προστασίας σε φυσικές λοιμώξεις.
Υπάρχει πολλή δουλειά να γίνει πριν μπορέσει το ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα να δώσει τη μάχη με τον COVID-19 και όσα μαθαίνουμε στο πλαίσιο αυτής της ασθένειας μπορούν να εφαρμοστούν και για άλλες, ιδιαίτερα όσον αφορά θεραπείες που τροποποιούν το ανοσοποιητικό σύστημα και όχι τον ιό. Προς το παρόν, τα περισσότερα πειραματικά εμβόλια και οι θεραπείες στοχεύουν αντισώματα - οι καινούργιες ειδήσεις θέλουν την αντίσταση στον ιό να διαρκεί έως και 8 μήνες.
Το καλύτερο νέο είναι πως τουλάχιστον δύο εμβόλια υπάρχουν σήμερα που φαίνεται να μας προστατεύουν από τον COVID-19 και είναι μεγάλες οι πιθανότητες να επωφεληθούν από αυτά οι πιο ευάλωτοι μέσα σε μερικούς μήνες. Είναι τεράστιο και άνευ προηγουμένου επίτευγμα το να έχουμε φτιάξει ένα τέτοιο εμβόλιο.