Έντυπη Έκδοση
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου του tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Σύνδεση μέλους
Αν θέλετε να γίνετε συνδρομητής μπορείτε να αποκτήσετε τη συνδρομή σας εδώ:
Εγγραφή μέλους
Η απώλεια βρίσκεται στον πυρήνα της «Pieta», της μουσικοθεατρικής παράστασης που φιλοξενείται το βράδυ της Παρασκευής στο Φεστιβάλ Ρεματιάς του Χαλανδρίου. Ο Γιώργος Στεφανακίδης παρουσιάζει το πρώτο μέρος της τριλογίας του «Pietà - Verità - Libertà» προσεγγίζοντας το βαθύ, ριζικό συναίσθημα όταν ο άνθρωπος χάνει τον άνθρωπο, τη ζωή, την αξιοπρέπεια. «Η κεντρική ιδέα είναι η πιο απλή ερώτηση: Ποιος είμαι, στ' αλήθεια; Ανθρωποι από διαφορετικά μέρη και εποχές κατέληγαν όλοι στο ίδιο συμπέρασμα. Η ζωή είναι παροδική, η ύπαρξη όχι. Αντλώντας την έμπνευσή μου από το αριστουργηματικό γλυπτό του Μικελάντζελο, από θρησκευτικές μορφές της Παλαιάς Διαθήκης, καθώς επίσης και από γυναίκες που υπέφεραν στη φρίκη των πολέμων του 20ού αιώνα, άρχισα να ξετυλίγω το κουβάρι της "Pietà". Μέσα από την απώλεια αυτών των γυναικών μπόρεσα να αναρωτηθώ προσωπικά και καλλιτεχνικά τι είναι αυτό που μένει όταν χάνει κανείς τα πάντα, συμπεριλαμβανομένης της ίδιας του της ζωής» αναφέρει στο «ΝΣυν». Κεντρικά πρόσωπα της παράστασης είναι η ηθοποιός Εβελίνα Αραπίδη και η υψίφωνος Μάιρα Μηλολιδάκη που μέσα από μια παλλόμενη, αγαλμάτινη ακινησία κραυγάζουν, ψιθυρίζουν και τραγουδούν τη ζωή όπως την έζησαν και την έχασαν. Ο λόγος τους συνδυάζεται με συμβολικές ιστορίες που έρχονται από την άβυσσο του 20ού αιώνα: το Αουσβιτς, την Αμμόχωστο και το Νανκίν. «Η Αμμόχωστος, το Αουσβιτς, η Νανκίν είναι σύμβολα. Τόποι όπου ο άνθρωπος μίσησε, σκότωσε, βίασε, φοβήθηκε, πέθανε. Παντού υπάρχουν τέτοιοι τόποι, ανέκαθεν υπήρχαν. Τόποι ακραίας απώλειας, τόποι που ο νους καταρρέει μπροστά στο εύθραυστον της ζωής, μπροστά σ' έναν κόσμο άνισο και αδίστακτο. Κι όμως· μέσα σε αυτό το θέατρο του παραλόγου οι μύστες αναφωνούν "στον δικό μου κόσμο όλα είναι καλά". Είναι άγνοια; Είναι άραγε αλαζονεία; Ή μήπως τελικά είναι η θέαση μιας πραγματικότητας υπερβατικής, της "πραγματικής" πραγματικότητας, που έκανε ανθρώπους σαν τον Μικελάντζελο να δει ομορφιά στον θρήνο, τον Σωκράτη να δει χιούμορ στην εκτέλεσή του και τον πέρση μύστη Mansur Al-Hallaj να αναφωνήσει τη στιγμή του μαρτυρικού του θανάτου "είμαι η αλήθεια"; Βλέποντας το αριστούργημα του Μικελάντζελο αντικρίζουμε τον θάνατο και τον πόνο. Τι έπεται όμως στο ξεδίπλωμα της Ιστορίας; Ο αμνός του Θεού ανασταίνεται στην αιώνια ζωή, στον πραγματικό εαυτό. Εχοντας απολέσει το σώμα, το μυαλό και τη μικροϊστορία του, ακούμπησε στην ίδια την ύπαρξη. Δεν υπάρχουν μύστες, τελικά. Μύστες της ζωής είμαστε όλοι, θέλοντας και μη. Μοιραζόμαστε το ίδιο μυστήριο, αντικρίζουμε τον ίδιο εαυτό, είτε το γνωρίζουμε συνειδητά είτε όχι. Εχουμε, όμως, πάντα μια έντονη ροπή προς το δράμα, προς τις larger than life καταστάσεις, τις πομπώδεις απαντήσεις, τις ακραίες συνθήκες. Με το δίκιο μας. Η ύπαρξη θέλει χρώμα, παρ' όλο που πάνω της δεν πιάνει καμιά μπογιά» σημειώνει ο σκηνοθέτης, που επιμελείται τα κείμενα και τη μουσική.
Η πανδημία. Η παράσταση δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί επίκαιρη. «Η επιδημία του κορωνοϊού είναι μια δυναμική κατάσταση. Λειτουργεί σαν εργαλείο εξόρυξης ποιοτήτων από κάθε άνθρωπο, όπως κάθε κρίση. Αποδεικνύεται για άλλη μια φορά ότι αυτά που θεωρούμε θεμέλια της ζωής είναι τρωτά, ότι το μυαλό μας και το σώμα μας δεν είναι παντοδύναμα και ότι η διαρκής προσπάθεια επιβολής μας πάνω στο "τώρα" είναι αστεία. Κι έτσι χάνουμε. Δεν είναι αυτό απαισιοδοξία. Αλλωστε, πότε άραγε ήμασταν απόλυτα ασφαλείς; Αραγε πότε η ζωή μας ήταν άτρωτη από την καθημερινότητα; Δεν τα λέω αυτά αλώβητος· ως καλλιτέχνης και δάσκαλος έχω ήδη χτυπηθεί προσωπικά από τις επιπτώσεις του κορωνοϊού. Ο Γιώργος, ναι, χτυπήθηκε, ο Εαυτός, όμως, όχι. Είμαστε εδώ. Υπάρχουμε. Κοιτώντας τον εαυτό μας αντικρίζουμε πάντα την ίδια ποιότητα ύπαρξης, αναλλοίωτη, φρέσκια, αιώνια. Η επίκληση, λοιπόν, στην απώλεια δεν γίνεται για να μας παρηγορήσει για αυτά που χάνονται· γίνεται για να μας υπενθυμίσει τι δεν μπορεί να απολεσθεί» τονίζει ο δημιουργός.
Μαζί με το ζήτημα της απώλειας, στην παράσταση χωράει και το έλεος που ανοίγει τα μάτια. Αλλωστε, «Pieta» στα ιταλικά σημαίνει έλεος. «Οταν κάποιος ανοίγει τα μάτια του είναι σαν να αντικρίζει τον κόσμο για πρώτη φορά. Υπάρχει μεγαλύτερη λύτρωση από αυτήν; Δεν είναι απαραίτητο όμως να ξεσκιστεί η ψυχή μας από το έλεος για να γίνει αυτό το άλμα. Δεν χρειάζεται να έχουμε νιώσει τον αποτροπιασμό ενός πολέμου για να εκτιμήσουμε την ανθρωπιά· ο θάνατος ενός αγαπημένου προσώπου ή ο διαπληκτισμός μας με κάποιον άλλον οδηγό στη μέση της Κηφισίας είναι αρκετά για να γυρίσει το βλέμμα προς τα μέσα για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου. Κι εκεί, αντικρίζουμε την καθαρότητα της ύπαρξης αγνή κι ολόφρεσκη» καταλήγει.