Τον Μανώλη Γλέζο τον γνώρισα λίγες μέρες μετά τις εκλογές της 5ης Μαρτίου 1950, κατά τις οποίες μειοψήφησε ο στρατηγός Πλαστήρας. Ημουν τότε είκοσι ενός ετών, τριτοετής φοιτητής της Νομικής Αθηνών και Γ.Γ. της Δημοκρατικής Αριστερής Νεολαίας (ΔΑΝ) του κόμματος Δημοκρατικών Αριστερών του Γιάννη Σοφιανόπουλου. Τότε ο δικηγόρος Γιάννης Λυμπερόπουλος, από την Κόνιτσα, στέλεχος του κόμματος Σοφιανόπουλου, με παρακάλεσε να επισκεφτώ στις φυλακές Αβέρωφ και να μιλήσω με τον Θάνη Πασπαλιάρη, έναν από τους δεκαέξι ΕΠΟΝίτες (μεταξύ των οποίων οι Νίκος Παράς, Κική Βουδούρη, Αννα Περιακή κ.ά.), που καταδικάστηκαν σε θάνατο και απειλούνταν η εκτέλεσή τους. Μίλησα με τον Θάνη και αμέσως κινητοποιηθήκαμε, συλλέξαμε υπογραφές διαμαρτυρίας, ζητώντας να μην εκτελεστούν. Η κίνηση αυτή και οι έντονες διαμαρτυρίες των μανάδων των καταδικασμένων στον πρεσβευτή της Σοβιετικής Ενωσης στην Αθήνα και στους ξένους δυτικούς ηγέτες είχαν ως αποτέλεσμα να παρέμβει ο εκπρόσωπος της ΕΣΣΔ Βισίνσκι στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ και εκείνος στην ελληνική κυβέρνηση με αίτημα να ματαιωθεί η εκτέλεση. Στη δεύτερη συνάντησή μου με τον Θάνη, με παρακάλεσε εκείνος να γνωρίσω τον Μανώλη. Κατά τη συνάντησή μας, διαχωριζόμενοι από το σύρμα της φυλακής, με διακατείχε δέος.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ