Η επιμονή μέχρι σήμερα του αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης κ. Αλ. Τσίπρα να αρνείται να συμμορφωθεί με την απόφαση της ειδικής προκαταρκτικής επιτροπής που έχει συσταθεί για τη διερεύνηση τυχόν ποινικής ευθύνης του πρώην αναπληρωτή υπουργού Δ. Παπαγγελόπουλου και να ορίσει δύο νέα μέλη σε αυτήν από την Κοινοβουλευτική του Ομάδα προς αντικατάσταση των εξαιρεθέντων βουλευτών κ.κ. Π. Πολάκη και Δ. Τζανακόπουλο αναμφίβολα εισάγει νέα επικίνδυνα ήθη στον δημόσιο και δη στον κοινοβουλευτικό βίο της χώρας.

Πρόκειται εκ πρώτης όψεως για μια στάση ήκιστα δημοκρατική και κοινοβουλευτική.

Πλην όμως η άρνηση αυτή προβάλλεται και διαφημίζεται από την Αξιωματική Αντιπολίτευση ως πράξη θεμιτής ανυπακοής σε μια απόφαση που έχει λάβει η πλειοψηφία των μελών της επιτροπής, η οποία, κατά τη γνώμη του ΣΥΡΙΖΑ, αναιρεί το δικαίωμα της Κοινοβουλευτικής του Ομάδας και του προέδρου του να καθορίσουν τους εκπροσώπους τους στην εν λόγω κοινοβουλευτική επιτροπή.

Αραγε ο ισχυρισμός αυτός διαθέτει νομική και πολιτική βάση στο πλαίσιο του δημοκρατικού πολιτεύματος της χώρας; Θα μπορούσε ίσως να γίνει λόγος, στην προκειμένη περίπτωση, περί δικαιώματος αντιστάσεως με την παθητική του μορφή; Δηλαδή εκείνης που συνίσταται στην ανυπακοή έναντι της επιταγής που προκύπτει από την απόφαση ενός πολιτειακού οργάνου, του οποίου η σύσταση και η λειτουργία προβλέπεται από το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής;

Με άλλα λόγια, θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή η άρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για ανυπακοή στην απόφαση της συγκεκριμένης κοινοβουλευτικής επιτροπής ως μια μορφή παθητικής αντίστασης με την έννοια της θεμιτής ανυπακοής στο διατακτικό της; Η απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα εξαρτάται από το κατά πόσο είναι νόμιμη η απόφαση προς την οποία στρέφεται η ανυπακοή. Ως γνωστόν, σε μια δημοκρατική και φιλελεύθερη έννομη τάξη, όπου η κρατική εξουσία νομιμοποιείται από τη νομιμότητά της (Hans Kelson), η υποχρέωση υπακοής του πολίτη στις αποφάσεις των κρατικών οργάνων αξιώνεται ως κανόνας, εφόσον καταφάσκεται η νομιμοποίηση της εξουσίας κατά την άσκησή της. Επομένως, για να νομιμοποιηθεί ηθικά, πολιτικά και νομικά η άρνηση του προέδρου της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ να συμμορφωθεί με την επίμαχη απόφαση θα πρέπει η απόφαση αυτή να στερείται νομιμότητας. Κατά πάσα άλλη περίπτωση δεν συγχωρείται αντίσταση σε νόμιμη πολιτειακή απόφαση.

Στην προκειμένη περίπτωση, η απόφαση της κοινοβουλευτικής επιτροπής, την οποία αποκρούει ο πρόεδρος της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, έχει νομίμως ληφθεί με βάση την αρχή της πλειοψηφίας κατά τα οριζόμενα στο Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής. Ειδικότερα, όπως ρητά προβλέπεται, η εν λόγω κοινοβουλευτική επιτροπή αποτελεί συλλογικό δικαστικό σχηματισμό που έχει κατά τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας όλες τις αρμοδιότητες του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών. H λήψη των αποφάσεων του οργάνου αυτού γίνεται με βάση τον δημοκρατικό κανόνα της πλειοψηφίας. Υπό τα δεδομένα αυτά, η ανυπακοή αυτή του προέδρου της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης πληγώνει τη Δημοκρατία και ανοίγει διάπλατα τον δρόμο για την «μπαχαλοποίηση» της κοινοβουλευτικής ζωής της χώρας.

Ο Κώστας Τζαβάρας είναι πρώην αναπληρωτής υπουργός και βουλευτής Ηλείας της ΝΔ.