Χρειάσθηκε να περάσει ένας αιώνας, αλλά η αναγνώριση της σφαγής 1,5 εκατομμυρίου Αρμενίων από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, στην οποία προχώρησε η Βουλή των ΗΠΑ, δεν θα μπορούσε να γίνει σε μια πιο ευαίσθητη στιγμή των σχέσεων ΗΠΑ – Τουρκίας. Η αναγνώριση της Γενοκτονίας έγινε με 405 ψήφους «υπέρ» και μόλις 11 «κατά» από την ίδια Βουλή που λίγο νωρίτερα είχε επιβάλει – και πάλι με συντριπτική πλειοψηφία – κυρώσεις στην Τουρκία ως αντίδραση για την επίθεση στους Κούρδους στη Βόρεια Συρία.

Εμφανώς ενοχλημένος και οργισμένος από την εξέλιξη αυτή, ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έκανε λόγο για άνευ αξίας απόφαση που δεν αναγνωρίζεται από την Αγκυρα, τονίζοντας πως στερείται κάθε ιστορικής ή νομικής βάσης.

Το ψήφισμα θεωρείται αποτέλεσμα έντονης πίεσης δεκαετιών που βάζει τέλος στον «χορό» των λόμπι και των εκατομμυρίων δολαρίων από την τουρκική κυβέρνηση. Ολα βέβαια ξεκίνησαν από τον πρόεδρο Τραμπ, ο οποίος, χωρίς να συμβουλευθεί το Κογκρέσο, κάλεσε στο τηλέφωνο τον Ερντογάν και συμφώνησε να αποσύρει σχεδόν όλα τα αμερικανικά στρατεύματα που βρίσκονταν στη Βόρεια Συρία, ανάβοντας στην ουσία το πράσινο φως στον τουρκικό στρατό να εισβάλει και να επιτεθεί στις δυνάμεις των Κούρδων. Με την κίνηση αυτή, η Τουρκία είδε την ήδη αμφιταλαντευόμενη υποστήριξη που της παρείχε η αμερικανική Βουλή να χάνεται.  

Παρόλο που, σύμφωνα με τον Πολ Κέιν της «Washington Post», η έγκριση του ψηφίσματος απέχει πολύ από το να περάσει το εμπόδιο της Γερουσίας, πρόκειται για μια βαρύνουσας σημασίας πρώτη νίκη που σηματοδοτεί μεγάλη αλλαγή στις συνήθεις διαδικασίες που γίνονται στην Ουάσιγκτον.

Η εν λόγω απόφαση τέθηκε σε ψηφοφορία στην Ολομέλεια του Σώματος με τη σπάνια επίδειξη σύμπνοιας μεταξύ των Δημοκρατικών και των Ρεπουμπλικανών κοινοβουλευτικών. Μετά την ψηφοφορία, το ηγετικό στέλεχος των Δημοκρατικών και εισηγητής του ψηφίσματος, Ανταμ Σιφ, περιέγραψε τις εξηγήσεις που άκουγε τις δύο τελευταίες δεκαετίες από τα μέλη της Βουλής που αρνούνταν να αναγνωρίσουν τη Γενοκτονία των Αρμενίων. «Δεν θέλω να προσβάλω την Τουρκία, τώρα δεν είναι η κατάλληλη στιγμή… Δεν ήταν ποτέ η κατάλληλη στιγμή».

Ολα αυτά άλλαξαν τις τελευταίες εβδομάδες, όταν η Πελόζι συμφώνησε να παρακάμψει τη διαδικασία της επιτροπής και να φέρει το ψήφισμα του Σιφ στην Ολομέλεια. «Νομίζω ότι τα μέλη ένιωθαν άβολα να υποστηρίζουν την τουρκική εκδοχή για τη Γενοκτονία των Αρμενίων, τη στιγμή που η Τουρκία προχωρά σε μια νέα εθνοκάθαρση» τόνισε.

Ο Σιφ ήταν ο κεντρικός εισηγητής όταν το 2000 η Βουλή έφτασε κοντά στην ψήφιση της αναγνώρισης της Γενοκτονίας. Ωστόσο, λίγες εβδομάδες πριν από τις εκλογές του Νοεμβρίου, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ παρενέβη και έβαλε φρένο στη διαδικασία, καθώς η Τουρκία αποτελούσε σημαντικό σύμμαχο στο ΝΑΤΟ, ειδικά στη Μέση Ανατολή. Σε μια κίνηση που αποτυπώνει το πλαίσιο των ημερών εκείνων, σύμφωνα με την «Washington Post», ο τότε πρόεδρος της Βουλής Ντένις Χάστερτ και ο τότε ηγέτης του Δημοκρατικού Κόμματος στη Γερουσία Ρίτσαρντ Γκέπχαρντ, ολοκληρώνοντας την παρουσία τους στο Κογκρέσο, άλλαξαν στρατόπεδο και ξεκίνησαν να δουλεύουν για την τουρκική κυβέρνηση, αποκομίζοντας τεράστια χρηματικά οφέλη.

Η Αγκυρα έχει καταφέρει να χτίσει ένα γιγαντιαίο λόμπι στην προσπάθεια να αποτραπεί οποιαδήποτε ενέργεια που θα αναγνωρίζει τη Γενοκτονία των Αρμενίων. Ενδεικτικά, το 2017-2018 ξόδεψε περισσότερα από 13 εκατ. δολάρια στο λόμπι της Ουάσιγκτον, σύμφωνα με στοιχεία.