Την πλήρη επιβεβαίωση του κυβερνητικού φιάσκου για την εξυγίανση και τη διάσωση της βιομηχανίας παραγωγής νικελίου ΛΑΡΚΟ υπό τον δημόσιο έλεγχο έφερε χθες το τελεσίγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προς την κυβέρνηση, με το οποίο ζητεί εντός δύο μηνών την επιστροφή στο Δημόσιο των παράνομων κρατικών ενισχύσεων ύψους 135,8 εκατ. ευρώ.

Οι Βρυξέλλες ανακοίνωσαν ότι στέλνουν προειδοποιητική επιστολή στο υπουργείο Οικονομικών, με την οποία καλούν να προσκομίσει αποδείξεις για την ανάκτηση του προαναφερόμενου ποσού, με βάση την καταδικαστική εις βάρος της Ελλάδας απόφαση του Δικαστηρίου της ΕΕ (Νοέμβριος 2017) για τη χορήγηση στη ΛΑΡΚΟ παράνομων ενισχύσεων με τη μορφή κρατικών εγγυήσεων και εισφορών κεφαλαίων. Τα ποσά αυτά χορηγήθηκαν την περίοδο 2008 – 2011.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καλεί την Ελλάδα να προσκομίσει εντός δύο μηνών βεβαιώσεις για την ανάκτηση των 135,8 εκατ. ευρώ, διαφορετικά θα παραπέμψει τη χώρα μας στο Δικαστήριο της ΕΕ ζητώντας την επιβολή κατ’ αποκοπή προστίμου και άλλων οικονομικών κυρώσεων.

Η βιομηχανία εδώ και χρόνια καρκινοβατεί, παράγει μόνο ζημιές και ταυτόχρονα απειλεί τη βιωσιμότητα της ΔΕΗ, στην οποία έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές άνω των 280 εκατ. ευρώ. Μάλιστα η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού έφτασε στο σημείο πριν από τις γιορτές των Χριστουγέννων να εκκινήσει τις διαδικασίες διακοπής ηλεκτροδότησης της βιομηχανίας, αφού η τελευταία δεν κατάφερε να τηρήσει το πρόγραμμα διακανονισμού των χρεών που είχαν συμφωνήσει πριν από περίπου ενάμιση χρόνο. Οι δύο πλευρές, ΛΑΡΚΟ και ΔΕΗ, βρίσκονται στην τελική φάση της σύναψης νέας σύμβασης προμήθειας, με τη δεύτερη, προκειμένου να πετύχει την είσπραξη μόνο των τρεχουσών οφειλών, να δεσμεύει συγκεκριμένες χρηματοροές προς τη βιομηχανία της Λάρυμνας.

Η πολύπαθη ΛΑΡΚΟ, μέτοχοι της οποίας είναι το ελληνικό Δημόσιο μέσω του ΤΑΙΠΕΔ με 55,2%, η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας με 33,4% και η ΔΕΗ με 11,4%, κουβαλά μία πολυετή ιστορία με προηγούμενες διαχρονικά κυβερνήσεις να τη φορτώνουν με ρουσφετολογικές προσλήψεις, διοικήσεις να λαμβάνουν αποφάσεις κακοδιαχείρισης και να χορηγούν επιδόματα και αυξήσεις μισθών που διατηρούνται ακόμη και σήμερα σε δυσθεώρητα ύψη, σε σχέση με τις οικονομικές της επιδόσεις. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι ο τελευταίος ισολογισμός της βιομηχανίας που δημοσιεύτηκε το περασμένο Φθινόπωρο ήταν εκείνος του 2015.

Το 2012 η ΛΑΡΚΟ πέρασε στο ΤΑΙΠΕΔ και το 2013 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκκίνησε επίσημα έρευνα για το θέμα των κρατικών ενισχύσεων προς τη βιομηχανία.

Το 2014 η τότε κυβέρνηση αποφάσισε και γνωστοποίησε στην Κομισιόν την απόφασή της να πουλήσει τη βιομηχανία και την περιουσία της σπάζοντάς τη σε δύο κομμάτια, επιδιώκοντας να αποτρέψει την έκδοση εις βάρος της Ελλάδας καταδικαστικής απόφασης.

Ο πρώτος διαγωνισμός θα αφορούσε την πώληση του μεταλλουργικού εργοστασίου στη Λάρυμνα και το 40% των δικαιωμάτων εκμετάλλευσης του μεταλλείου λατερίτη του Αγίου Ιωάννη.

Ο δεύτερος διαγωνισμός θα αφορούσε την πώληση το 73% των δικαιωμάτων εξόρυξης λατερίτη της Εύβοιας και το 100% των δικαιωμάτων εξόρυξης λατερίτη της Καστοριάς.

Το 2015 η σημερινή κυβέρνηση πάγωσε τις σχετικές διαδικασίες με τον υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γιώργο Σταθάκη να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες οικονομικής εξυγίανσης διατηρώντας την υπό το δημόσιο. Κινήσεις οι οποίες δεν ευοδώθηκαν κι ενώ τον Νοέμβριο του 2017 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο έλαβε την οριστική καταδικαστική απόφαση για τη χορήγηση των παράνομων κρατικών ενισχύσεων.

Τώρα πλέον ανοίγει ο δρόμος, αν θέλει η κυβέρνηση να αποφύγει τα πρόστιμα, είτε για την εκκαθάρισή της εν λειτουργία είτε για την ιδιωτικοποίησή της. Ως προς το δεύτερο σενάριο οι εκτιμήσεις θέλουν να μην εκδηλώνεται επενδυτικό ενδιαφέρον.