Το 2019 είναι η χρονιά που θα δείξουμε στον κόσμο αν άξιζαν οι θυσίες στις οποίες υποβλήθηκαν οι εργαζόμενοι, οι επιχειρήσεις και συνολικά ο ελληνικός λαός στα χρόνια των Μνημονίων. Το 2019 η υπόθεση της ανάπτυξης θα βρίσκεται εκ των πραγμάτων σε εκκρεμότητα λόγω των εκλογών, καθώς προκαλούνται αβεβαιότητες που μπορεί να έχουν ως αποτέλεσμα τη μετάθεση επενδυτικών πρωτοβουλιών και καταναλωτικών δαπανών στο μέλλον. Οι μεγάλες εκκρεμότητες, όμως, τις οποίες θα βρούμε μπροστά μας, αφορούν στα ακόλουθα:

· Την καθήλωση του βιοτικού επιπέδου, την απουσία αξιοπρεπούς εργασίας για χιλιάδες νέους, και όχι μόνο, την αδυναμία αποταμίευσης για το μέλλον, την απώλεια εμπιστοσύνης στους θεσμούς και στις βιώσιμες προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.

· Τη λειτουργία της οικονομίας χωρίς τράπεζες, που δεν στηρίζουν πλέον τα όνειρα των νοικοκυριών, ειδικά των νέων, να αποκτήσουν ένα σπίτι και των επιχειρηματιών να μπορέσουν να μεγαλώσουν και να επεκταθούν, καθώς κουβαλάνε τεράστιες επισφάλειες στα χαρτοφυλάκιά τους, χωρίς κάποιο σχέδιο ταχείας αντιμετώπισης του προβλήματος.

· Την αναβολή επ’ αόριστον της εξόφλησης των υποχρεώσεων του κράτους και στις επιχειρήσεις και στους πολίτες, για να δημιουργούνται υπερπλεονάσματα προς διανομή.

· Την υπερπροοδευτικότητα της φορολογίας που τιμωρεί όποιον θέλει να δουλέψει περισσότερο και να κερδίσει περισσότερα, όποιον θέλει να προσλάβει υπαλλήλους στη δουλειά του, όποιον θέλει να δώσει αυξήσεις στους εργαζομένους που δουλεύουν στην επιχείρησή του, όποιον θέλει να φτιάξει μια δουλειά και δεν βλέπει κάποια φορολογική ανακούφιση στο ξεκίνημά του.

· Το χτίσιμο ενός προνοιακού παραδείσου στα απομεινάρια της υπερφορολόγησης της εργασίας και της επιχειρηματικότητας, με τους πολίτες να γίνονται όμηροι του πελατειακού κράτους, αντί να έχουν καλές δουλειές και αμοιβές.

· Την αδυναμία πολλών μικρομεσαίων επιχειρήσεων να λειτουργήσουν σε καθεστώς νομιμότητας λόγω της υψηλής φορολογίας, του υπέρογκου μη μισθολογικού κόστους, αλλά και πιθανά υπέρμετρων αυξήσεων στο εργατικό κόστος, καθώς οι αυξήσεις των κατώτατων μισθών που συμπαρασύρουν προς τα πάνω, μέσω της μονομερούς και υποχρεωτικής διαιτησίας, και όλους τους άλλους μισθούς, θα αποσαφηνίζονται από την κυβέρνηση, εν πολλοίς, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι δυσμενείς συνέπειες στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, και οι παράπλευρες απώλειες σε ανεργία και αδήλωτη εργασία.

· Τον εγκλωβισμό των επιχειρήσεων στην εσωστρέφεια, με τη μεταποίηση και τις εξαγωγές να παραμένουν σχετικά στάσιμες, και τις εισαγωγές να γιγαντώνονται και πάλι, ως ποσοστό του ΑΕΠ, καθώς το καινοτομικό περιεχόμενο των ελληνικών προϊόντων είναι σχετικά χαμηλό, με αποτέλεσμα η μεγάλη μάζα του πληθυσμού να απασχολείται με χαμηλούς μισθούς σε δουλειές χαμηλής παραγωγικότητας, προστιθέμενης αξίας και τεχνολογικής έντασης.

· Τη μη συντήρηση των υποδομών και των δικτύων και τη συγκράτηση των δαπανών για τη δωρεάν παιδεία και υγεία σε χαμηλά επίπεδα για ευρωπαϊκή χώρα, χωρίς να αναλαμβάνονται πρωτοβουλίες για τη βελτίωση της παραγωγικότητας στη λειτουργία της Δημόσιας Διοίκησης.

· Την έλλειψη προετοιμασίας της οικονομίας με δομές ψηφιακής οικονομίας, και εκπαίδευσης και κατάρτισης εργαζομένων για τις δεξιότητες που απαιτούνται, καθώς έρχονται οι τεχνολογικές αλλαγές της 4ης βιομηχανικής επανάστασης.

· Την παραμέληση του δημογραφικού προβλήματος της χώρας, αγνοώντας τη μείωση του πληθυσμού, καθώς οι γεννήσεις μειώνονται και είναι λιγότερες από τους θανάτους, και καθώς οι νέοι μεταναστεύουν από τη χώρα για να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους, με μια δουλειά που να τους επιτρέπει να φτιάξουν οικογένεια και να ανταμειφθούν για τους κόπους τους που πήραν ένα πτυχίο.

Ο Μιχάλης Μασουράκης είναι επικεφαλής οικονομολόγος του ΣΕΒ