Η αποκάλυψη του «Βήματος» της περασμένης Κυριακής για το σύστημα ασφαλείας των Ολυμπιακών Αγώνων 2004 (γνωστό και ως C4I) καθώς και τη μόνιμη χρήση του, μετά το πέρας των Ολυμπιακών Αγώνων, από την Ελληνική Αστυνομία, το Πυροσβεστικό Σώμα, το Λιμενικό Σώμα και το ΕΚΑΒ είναι συγκλονιστική!

Από τον Οκτώβριο του 2017 έχει εκδοθεί ήδη αμετάκλητο βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Αθηνών στο οποίο περιέχεται ως δικαιοδοτική κρίση ότι υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις για τρεις υπουργούς της περιόδου 2004-2009 (με πρωθυπουργό τον Κώστα Καραμανλή) ότι τέλεσαν την άδικη πράξη της απιστίας εις βάρος του ελληνικού Δημοσίου. Το μόνο που δεν ερεύνησε το Συμβούλιο Εφετών ήταν η ύπαρξη ή μη δόλου στα τρία αυτά πολιτικά πρόσωπα εξαιτίας των ειδικών διαδικασιών που προβλέπει το Σύνταγμα στο άρθρο 86. Ενας εκ των τριών υπουργών είναι ο σημερινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος. Το ποσό της ζημιάς ή επαπειλούμενης ζημιάς του Δημοσίου ανέρχεται στο θηριώδες ύψος των €147.819.943,14. Στο βούλευμα τονίζεται ότι η πράξη αυτή εντάσσεται στις διατάξεις περί καταχραστών του Δημοσίου, και μάλιστα με τις επιβαρυντικές περιστάσεις που προβλέπουν την ισόβια κάθειρξη. Και τη διαρκή αποστέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων!

Η αποκάλυψη οδήγησε μερικούς σε αμήχανη σιωπή. Αλλους σε παραμόρφωση της είδησης. Και την κυβέρνηση σε μια δήλωση, μέσω του Δημήτρη Τζανακόπουλου, ότι «αγνοούσαν και αγνοούν» την ύπαρξη του βουλεύματος. Νομίζω ότι είναι χρήσιμες οι ακόλουθες διευκρινίσεις:

Η πρώτη: Εχει δοθεί η εντύπωση ότι η μόνη δικαιοδοτική κρίση είναι η πρόταση του αρμόδιου εισαγγελέα Εφετών. Και, ως εκ τούτου, η σημασία της έχει την περιορισμένη φύση και εμβέλεια μιας πρότασης. Λάθος μεγάλο! Η εισαγγελική πρόταση έχει γίνει δεκτή από το Συμβούλιο Εφετών. Ρητά αναφέρεται ότι: «Οι πιο πάνω εισαγγελικές προτάσεις είναι νόμιμες και βάσιμες. … Το παρόν Συμβούλιο αναφέρεται (ενν. σε αυτές) για την αποφυγή ασκόπων επαναλήψεων». Αρα, το Συμβούλιο Εφετών υιοθετεί πλήρως την εισαγγελική πρόταση. Και, απλώς, την ενισχύει με αρκετές δεκάδες σελίδες πρόσθετων σκέψεων.

Η δεύτερη: Το βούλευμα δεν θέτει στο στόχαστρό του την από 19/5/2003 σύμβαση μεταξύ του ελληνικού Δημοσίου και της αμερικανικής εταιρείας SAΙC (με υπεργολάβο τη Siemens). Το αντίθετο μάλιστα. Το βούλευμα τεκμηριώνει τη ζημιά ή την επαπειλούμενη ζημιά των €147.819.943,14 κυρίως στο αναμφισβήτητο γεγονός ότι οι υπουργοί του Κώστα Καραμανλή υπέγραψαν τροποποιητικές συμβάσεις απαλείφοντας ή παραιτούμενοι από τις θετικές ρήτρες και εγγυήσεις υπέρ του ελληνικού Δημοσίου, οι οποίες είχαν ενταχθεί στην από 19/5/2003 βασική σύμβαση.

Η τρίτη: Το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών μέμφεται τις τροποποιητικές συμβάσεις και πρωτόκολλα που υπεγράφησαν μετά το πέρας των Ολυμπιακών Αγώνων, με τα οποία επέτρεψαν την καθυστερημένη και τμηματική παράδοση των συστημάτων και υποσυστημάτων του C4I. Κυρίως, όμως, μέμφεται την έβδομη τροποποιητική σύμβαση που υπέγραψε στις 29/10/2008 ο τότε αρμόδιος υπουργός Εσωτερικών Προκόπης Παυλόπουλος. Εχει ένα ολόκληρο καταιγιστικό σκεπτικό, στο οποίο αφιερώνει πολλές σελίδες. Ο υπουργός Εσωτερικών όφειλε κατ’ εφαρμογή της αρχικής σύμβασης του 2003 να μη διευκολύνει την παραλαβή του συστήματος ασφαλείας χωρίς προηγούμενη εκπαίδευση των χρηστών και μεταφορά της τεχνογνωσίας. Αυτός, αντιθέτως, υπέγραψε την τροποιητική σύμβαση με την οποία παραιτείτο από την προηγούμενη διασφαλιστική ρήτρα και εγγύηση υπέρ του Δημοσίου. Ετσι, επέτρεψε την «οριστική παραλαβή ενός συστήματος το οποίο τελικά δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές επιχειρησιακές ανάγκες και είναι ακατάλληλο προς χρήση».

Η τέταρτη: Το βούλευμα παραπέμπει ενώπιον του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων Αθηνών μια πλειάδα προσώπων, στελεχών των εμπλεκομένων εταιρειών και στελεχών της δημόσιας διοίκησης με πολύ βαριές κατηγορίες. Ανάμεσα σε αυτές είναι ηθική αυτουργία στην απιστία των τριών υπουργών, ενεργητική και παθητική δωροδοκία, ψευδή βεβαίωση και ξέπλυμα βρώμικου χρήματος. Η δίκη προσδιορίστηκε να ξεκινήσει στις 8 Οκτωβρίου 2018.

Η πέμπτη: Υφίσταται ένα πελώριο δικαιοπολιτικό, ηθικό και πολιτικό ζήτημα για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Εκδόθηκε αμετάκλητη δικαιοδοτική κρίση που στηρίζεται σε σοβαρές ενδείξεις για τη στοιχειοθέτηση βαρύτατων και ατιμωτικών πράξεων κατά τη διάρκεια της θητείας του. Αν ήταν απλός δημόσιος υπάλληλος, θα είχε τεθεί ήδη σε αργία. Δεν δικαιούται να σιωπά. Οφείλει να υπερασπιστεί τον ύψιστο θεσμό που κλήθηκε να υπηρετήσει.

Η έκτη: Ανοίχτηκαν οι λογαριασμοί του Κώστα Σημίτη με αφορμή αόριστα φληναφήματα, που ξεστόμισε γάλλος κατάδικος, πριν από 14 χρόνια. Στην υπόθεση C4I έχουμε δικαιοδοτική κρίση. Η Δικαιοσύνη οφείλει να αποδείξει την ανεξαρτησία της. Και τα δικαιοπολιτικά αντανακλαστικά της.

Ο Αντώνης Ν. Βγόντζας είναι νομικός