Οικειότητα. Σ’ εσάς τους Ελληνες υπάρχει κάτι εκπληκτικό. Η οικειότητα. Στα εστιατόρια πας μια, δυο, τρεις φορές και μετά νιώθεις άνεση με όλους. Και οι άνθρωποι είναι πολύ ανοιχτοί. Χαμογελάνε. Ακόμα και τώρα που έχετε κρίση πήρατε μια απόσταση από τη ζωή την ίδια. Θα σας πω μια ιστορία. Πριν από έναν χρόνο ήμουν στο Ασκληπιείο (σ.σ.: παραδοσιακό χωριό στη Νότια Ρόδο), σε ένα πανηγύρι με περίπου 1.000 άτομα. Ολοι έτρωγαν κι έπιναν και χόρευαν – δημιουργούσαν μια εκρηκτική ατμόσφαιρα, κάτι σαν κύμα. Φαινόταν μαγικό. Το παρατηρούσαμε με έναν φίλο μου Πολωνό. Είχε σχεδόν ξημερώσει και δεν ήταν κανένας μεθυσμένος. Στην Πολωνία θα ήταν όλοι κάτω από το ποτό. Επίσης δεν είδα ούτε έναν βανδαλισμό, σπασμένα μπουκάλια ή έναν αστυνομικό. Επιστρέφοντας ο φίλος μου μού λέει: «Θεέ μου! Τώρα ξέρω ποια είναι η διαφορά μεταξύ Ελλάδας και Πολωνίας: 3.500 χρόνια πολιτισμού».

Επικοινωνία. Μπορεί να μην ξέρεις μια γλώσσα, αλλά νιώθεις μια χημεία, έναν δεσμό. Μπορείς να μιλήσεις πολλές κοινές γλώσσες και να μην καταλαβαίνεις τον άλλο. Θα σας πω μία ακόμη ιστορία που μου έχει εντυπωθεί. Μπαίνω σε μια ταβέρνα – εδώ στην Ελλάδα – και βλέπω να κάθεται σε μια γωνία μια παρέα γυναικών ντυμένων στα μαύρα. Παρήγγειλα καφέ, τον ήπια και αυτές δεν μίλησαν καθόλου. Πήγα στον ιδιοκτήτη της ταβέρνας και τον ρώτησα αν έχουν κάποια κηδεία, μήπως ενοχλώ. Μου απαντά «όχι, έρχονται εδώ για να κοιτάξει η μία την άλλη». Λίγα μέτρα πιο εκεί, ήταν μια παρέα ανδρών που μιλούσαν δυνατά για πολιτική. Ποιος άραγε είχε ουσιαστική επικοινωνία;

Αντιπαραθέσεις. Λατρεύω ένας σκηνοθέτης να έχει πολύ ισχυρή άποψη για τη μουσική διότι συνήθως μου λένε «γράψε ό,τι θέλεις». Ξεκινάει η συνεργασία από ένα ανώτερο επίπεδο, γιατί ξέρουμε κατ’ αρχάς τι δεν θέλει. Ετσι μπορώ να του προτείνω κάτι καλύτερο από αυτό που ο ίδιος θέλει. Για παράδειγμα, μου ζητάει μια δραματική μουσική. Εγώ ίσως να επιλέξω να την κάνουμε μόνο με ένα όργανο γιατί με μεγάλη ορχήστρα το αποτέλεσμα δεν θα ικανοποιήσει κανένα. Στο τέλος, όλα βέβαια γίνονται όπως θέλω εγώ. Γράφω μουσική πάντα για τον εαυτό μου. Αν καταλάβω τη μουσική που γράφω εγώ, ίσως την καταλάβει ο σκηνοθέτης και φυσικά ίσως και αυτοί που θα δουν την ταινία. Αν αρχίσω να γράφω μουσική για πολλούς, ίσως να μην περάσει σε κανέναν. Ούτε καν σ’ εμένα. Η μεγαλύτερη ευθύνη ενός καλλιτέχνη είναι να έχεις τη δύναμη να πεις στους ανθρώπους «ακολουθήστε με».

Παράλληλοι κόσμοι. Μου αρέσει η δημιουργική μουσική, αφού είναι η μόνη μεταφυσική δύναμη σε μια ταινία. Δεν τη βλέπουμε, αλλά τη ζούμε. Η μουσική είναι μια δεύτερη ιστορία και αφηγείται συνήθως τα πράγματα που έχω ζήσει εγώ. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα έζησα μόνο ως συμβάντα. Πολλές φορές είναι συναισθήματα και εικόνες που έχουν αναδυθεί μέσα από μια ταινία που είδα, ένα βιβλίο που διάβασα. Η μουσική μου π.χ. για τη «Διπλή ζωή της Βερόνικα» ήταν γραμμένη πάνω στη μοναξιά, ενώ σε εσάς μου λέτε ότι έδωσε το συναίσθημα της ελευθερίας. Αλλά, ξέρετε, η ελευθερία με τη μοναξιά έχουν πάρα πολλά κοινά. Εγώ νιώθω πάντα ελεύθερος γιατί είμαι απελευθερωμένος από την ίδια μου τη θέληση! Πότε δεν είχα στη ζωή μου και ποτέ δεν θα έχω τη φύση του δούλου. Τίποτα δεν είναι σε θέση να με σπάσει. Οπως όταν ήμουν στη φυλακή. Ο Θαδδαίος Κάντορ (σ.σ.: πολωνός σκηνοθέτης) είχε πει κάποτε μια πολύ σημαντική φράση και αυτή με εκφράζει απόλυτα: «Θα με ασφαλίζει η φαντασία μου. Αλλά θα με υπερασπίζεται η μοναξιά μου».

Ελπίδα. Είμαι ιδιότροπος άνθρωπος. Δεν μπορώ να γράφω μουσική παντού και πάντα. Μου αρέσει το φενγκ σούι. Οταν πάω σε ένα τραπέζι, ξέρω πού θέλω να καθίσω. Οταν πριν από δεκαεπτά χρόνια ήμουν στην Ελβετία, δεν έγραψα ούτε μία γραμμή. Δεν υπήρχε πόνος. Η μουσική γεννιέται από τον πόνο. Είμαι από τη φύση μου απαισιόδοξος και δημιουργώ όταν υποφέρω, όταν πονάω. Η τέχνη πρέπει να προσφέρει ελπίδα; Ποτέ δεν ξέρουμε τι είναι η ελπίδα. Κάποιοι την αντλούν από τα τραγούδια του Τζάστιν Μπίμπερ και άλλοι από τους Pink Floyd. Εγώ δεν ακούω χαρούμενη μουσική. Προτιμώ αυτά που θα με ταρακουνήσουν. Αλλά στην ιδιωτική μου ζωή είμαι ένας αστείος άνθρωπος. Είμαι διαφορετικός από τη… μουσική μου. Ευτυχώς για μένα, αλλιώς θα είχα κρεμαστεί.

Θλιμμένοι καιροί. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι υπάρχει δικτατορία στην Πολωνία και ντρέπομαι γι’ αυτό. Μοχθήσαμε τόσο η δική μου γενιά όσο και η προηγούμενη ώστε αυτή η ελευθερία να επικρατήσει. Ο ιστορικός του μέλλοντος θα γράψει τα πιο αρνητικά πράγματα γι’ αυτούς που κυβερνούν τώρα. Δεν αισθάνομαι καθόλου καλά κι αυτός είναι ένας λόγος που μένω πολλούς μήνες στην Ελλάδα. Δεν χωράει στο κεφάλι μου ότι εμείς οι Πολωνοί είχαμε μια χώρα τη δεκαετία του ’70 και τώρα θέλουμε να την καταστρέψουμε. Η δυστυχία της Πολωνικής Δημοκρατίας είναι οι εκλογές, γιατί πήγε μόνο το 48% του πληθυσμού και από αυτούς ψήφισε το 36%. Στην ουσία – αν κάνουμε την αναγωγή – είναι του 18% οι ψήφοι που πήραν. Αυτό δεν τους δίνει το δικαίωμα να ερμηνεύουν το Σύνταγμα όπως αυτοί θέλουν. Η Ευρώπη και γενικά ο κόσμος ξέρει από τέτοιες κυβερνήσεις που κέρδισαν τις εκλογές με δημοκρατικό τρόπο και μετά τα κατέστρεψαν όλα.

Καβάφης. Θυμάμαι τη μετανάστευση των Ελλήνων στην Πολωνία τη δεκαετία του ’60. Είχα μια συμμαθήτρια που την έλεγαν Αγάπη Μωυσίδη. Ξέρουμε τι έγινε το ’36, στη Γερμανία, στην Αυστρία, στην Ιταλία. Οταν έπεσαν όλες αυτές οι δικτατορίες, όλοι ένιπταν τας χείρας τους και έλεγαν «εγώ δεν ψήφισα γι’ αυτούς». Πρέπει να δούμε το μέλλον μέσα από τον κόσμο της τέχνης. Ζούμε σε δύσκολους και θλιμμένους καιρούς. Ηθελα να γράψω μουσική για το ποίημα του Καβάφη «Περιμένοντας τους βαρβάρους». Ζούμε στην εποχή των βαρβάρων. Στον Καβάφη δεν ήρθαν ποτέ. Εδώ υπάρχει το όριο που δεν μπορείς να παραβείς: σε κάθε ποίηση μπορείς να γράψεις μουσική. Αλλά δεν χρειάζεται να γράψεις μουσική σε όλα. Οταν διάβασα τους «Βαρβάρους», κατάλαβα πού δεν χρειάζεται η μουσική…

info

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Βασ. Σοφίας και Κόκκαλη, 3-4 Νοεμβρίου, στις 20.30