Η ομιλία του Πρωθυπουργού το Σάββατο πρόσθεσε ορισμένες ψηφίδες για να κατανοήσουμε τη μεταμνημονιακή διαχείριση της οικονομικής πολιτικής από την κυβέρνηση, αλλά άφησε αναπάντητα σοβαρά ερωτήματα. Θα πρέπει να περιμένουμε τον Οκτώβριο για να διευκρινιστεί η όλη εικόνα.

Καταρχήν θα πρέπει να διευκρινίσουμε ότι είναι θετικό ότι δίνει αρκετή σημασία στη μείωση του φορολογικού βάρους, άμεσων και έμμεσων φόρων. Ετσι η κυβέρνηση απομακρύνεται από τη μέχρι τώρα γνωστή θέση της που συνίσταται κυρίως στην υπερφορολόγηση με σκοπό την αναδιανομή του προϊόντος. Στην πραγματικότητα έρχεται πιο κοντά στις πάγιες θέσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης με αποτέλεσμα στον τομέα αυτό οι δύο απόψεις να είναι πολύ κοντά.

Το δεύτερο θέμα είναι ο τονισμός της έννοιας της «δίκαιης ανάπτυξης», αγνοώντας όμως τη σχέση παραγωγικότητας – μισθών, την οποία μάλλον αποδίδει σε νεοφιλελεύθερες ιδέες. Χαρακτηριστικό είναι ότι η λέξη «παραγωγικότητα» δεν αναφέρθηκε καθόλου στην ομιλία.

Εάν όμως στην αρχή της ανάκαμψης προηγηθεί η πρόθεση της αναδιανομής αγνοώντας τη σχέση διασύνδεσης μισθών και παραγωγικότητας κινδυνεύουμε να χάσουμε ένα μέρος του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος που έχουμε δημιουργήσει, αφού βεβαίως η παραγωγή μας και οι εξαγωγές μας δεν έγιναν ξαφνικά εντάσεως καινοτομίας και εξακολουθούν να επηρεάζονται περισσότερο από το εργατικό κόστος

Αυτό όμως που μας προβληματίζει είναι η ωραιοποίηση του δημοσιονομικού μέρους της κυβερνητικής οικονομικής πολιτικής.

Εάν κάποιος μετρήσει τις προθέσεις της κυβέρνησης όπως διαφάνηκαν από την ομιλία θα διαπιστώσει ότι μέχρι το 2022 επιθυμεί να εξαντλήσει όλο τον δημοσιονομικό χώρο που έχει δημιουργήσει με το μεσοπρόθεσμό της πρόγραμμα. Αυτό όμως στηρίζεται στην περικοπή των συντάξεων και τη μείωση του αφορολογήτου (περίπου 5 δισ. και τα δυο). Με άλλα λόγια το φετινό πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης προϋποθέτει την περικοπή των συντάξεων και τη μείωση του αφορολογήτου. Σε άλλο σημείο όμως οι εξαγγελίες περιλαμβάνουν την επανεξέταση του θέματος των συντάξεων!

Και μάλιστα σε αυτό το σημείο δίνεται ιδιαίτερη προσοχή από τον Τύπο.

Ετσι είναι εμφανές ότι ο όλος χειρισμός είναι αντιφατικός. Εκτός εάν η κυβέρνηση σκέφτεται να επιδιώξει να δώσει τις παροχές και να μην κόψει τις συντάξεις, αγνοώντας τις επιπτώσεις, αφού όπως πιστεύει έχει εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση των δημοσιονομικών της αναγκών!

Αυτό όμως είναι μια άλλη κατάσταση που υπερβαίνει τα φυσιολογικά αναμενόμενα.

Επιπλέον των παραπάνω προκύπτουν ακόμα τέσσερα θέματα:

1. Κάνει εντύπωση η απουσία αναφοράς στην λειτουργικότητα του τραπεζικού συστήματος.

2. Είναι εμφανής η αγνόηση των επιπτώσεων της τεχνολογικής μεταβολής που αποτελεί μια μεσοπρόθεσμη σοβαρή αιτία συρρίκνωσης της διεθνούς μας ανταγωνιστικότητας.

3. Είναι εμφανής η απουσία αναφοράς στον ρόλο των ανθρωπίνων και των επιχειρηματικών κινήτρων ως κινητήρια δύναμη της επιχειρηματικότητας και της παραγωγικότητας που είναι κατεξοχήν οραματικές έννοιες.

4. Σημειώνουμε ότι η αναφορά στη συνταγματική αναθεώρηση γίνεται με τρόπο που αγνοεί ζωτικές πτυχές της οικονομικής πραγματικότητας.

Λόγω ακριβώς των εκκρεμοτήτων που δημιουργούνται από τις παραπάνω εξαγγελίες δημιουργούνται οι προϋποθέσεις οικονομικών και πολιτικών εξελίξεων. Οι δυο επόμενοι μήνες θα είναι πολύ σημαντικοί.

Ο Παναγιώτης Ε. Πετράκης είναι καθηγητής ΕΚΠΑ