Αν θα έλεγε κανείς πως η ιστορία της Φωτεινής Τσαλίκογλου «Ο έλληνας ασθενής» φιλοδοξεί να καλύψει στις εκατόν εξήντα σελίδες του μια διάρκεια νεοελληνικής ζωής διακοσίων χρόνων, θα αδικούσε κατάφορα τη συγγραφέα. Αφού πρόθεσή της φαίνεται να είναι με αφορμή την αυτοκτονία του Θεόδωρου Κεντρωτά σε ένα πάρκο της Γενεύης, τον Απρίλιο του 1980, ανατρέχοντας σε έναν συνονόματο πρόγονό του που ανασύρει από το χωράφι του σε ένα νησί του Αιγαίου, τον Αύγουστο του 1820, μια γυμνόστηθη μαρμάρινη γυναίκα, να εγκαταστήσει ένα νήμα τόσο στέρεο και σαφές ώστε μια διαδοχή πέντε γενεών, έστω κι αν αποσπασματικές πληροφορίες ή ακριτομυθίες τις φέρνουν σε επαφή ανάμεσά τους, να εξελίσσεται σύμφωνα με το «στίγμα» όπως το καθόρισε ο πρόγονος του 1820.

Στην ουσία ο παράφορος, έως συντριβής, έρωτάς του για τη γυμνόστηθη γυναίκα με μια γλώσσα όμως τόσο καίρια, αποκαλυπτική και συνταρακτική συχνά, όσον αφορά τη συγγραφέα, ώστε είτε πρόκειται για τον Θεόδωρο Κεντρωτά της Γενεύης του 1980 που, ως δάσκαλος που υπήρξε, μπορεί να ελέγχει ώς έναν βαθμό τι του συμβαίνει, είτε για τον Θεόδωρο Κεντρωτά του 1820 στο νησί του Αιγαίου, που η ανάσυρση του αγάλματος και η σχέση μαζί του φαίνεται να πολλαπλασίασε τα σκοτάδια μέσα του, να έχουμε τις δύο όψεις ενός και του αυτού νομίσματος. Παρά την επίφαση ενός κοσμοπολιτισμού που θα αναγνώριζε κανείς στην ιστορία του «Ελληνα ασθενούς», δεν παύει να παραμένει μια ιστορία που το δραματικό της στοιχείο όσο περισσότερο απλώνεται μέσα στον χρόνο, ενώ τους χώρους που το διεκδικούν τους στοιχειώνει μια τελείως διαφορετική πολιτιστική καταβολή, τόσο κερδίζει το ίδιο σε πυκνότητα και σε ένταση, όπως ακριβώς αν ο χώρος ενός δωματίου ήταν η προοπτική ενός υπό εξέλιξη δράματος.

Η αυτοκτονία

Σε αντίθεση με τον Μπρεχτ που το ανθρώπινο δράμα μοιάζει να το προσεγγίζεις πληρέστερα, όσο περισσότερο το θεάσαι σαν να μη σε αφορά, με την Τσαλίκογλου, μοιάζει να αποκτούμε συνείδηση της αυτοκτονίας του Θεόδωρου Κεντρωτά στο Πάρκο Μπερτράν της Γενεύης, κοντά στη λίμνη Λε Μαν και τις κορυφές των χιονισμένων Αλπεων, όταν ο γιος του, Θεόδωρος Κεντρωτάς επίσης, έρχεται σε επαφή με το άψυχο σώμα του πατέρα του στον ίδιο τον χώρο της αυτοχειρίας. Αν σε κάτι φαίνεται να κερδίζει, τουλάχιστον στα σημεία, η δημιουργός του «Ελληνα ασθενούς» σε σχέση με τον ελβετό δραματουργό, είναι πως τα μεγάλα γεγονότα, αν δεν προκαλούνται, υφίστανται προκειμένου να πληροφορηθούμε το πώς αναδιπλώθηκαν στο εσωτερικό των ανθρώπων ώστε είτε συνδέονται με την ανάσυρση μιας γυμνόστηθης γυναίκας και με αρχαιοκαπήλους στα χρόνια της Τουρκοκρατίας είτε με το Μπαρκιόι, το Καπιτσαλάρ και το Γουργούντερε, στη διάρκεια της Μικρασιατικής Καταστροφής είτε τέλος με τα χρόνια της Κατοχής το 1940, το συμπέρασμα να είναι πως όλος ο εξωτερικός βίος του ανθρώπου δεν αξίζει μια πεντάρα, και πως ότι έχει σημασία είναι η κοίτη της μέσα ζωής.

Με τη διαχείρισή της να μεταβάλλεται στον «Ελληνα ασθενή» σε μια πραγματική μυσταγωγία καθώς η αντιπαράθεση του «μακρόκοσμου» όπως μας τον γνωρίζει η «Tribune de Genéve» στο πρωτοσέλιδό της τη μέρα της αυτοκτονίας του Θεόδωρου Κεντρωτά που λέει «Οι Γάλλοι Φρανσουάζ και Κλωντ Ερβέ ξεκινούν το γύρο του πλανήτη με ποδήλατο», έχει τόση σημασία για τους αναγνώστες της όσο κι ο «μικρόκοσμος» όπως τον εκφράζει για τους περαστικούς στο Πάρκο Μπερτράν ο αυτόχειρας στο παγκάκι. Αν και αρρώστιες ψυχικές, ψυχώσεις και όροι ψυχιατρικοί υφέρπουν ή ρητά ομολογούνται στον «Ελληνα ασθενή», ωστόσο η γνησιότητα των ηρώων του πιστοποιείται χάρη στην ευχέρειά τους να μεταμορφώνονται σε πρόσωπα του μύθου και είτε πρόκειται για τη γιαγιά Μαριακώ και τη μαθήτρια Ρουμπίνη είτε για την ελβετίδα ψυχολόγο Ζοέλ και τον γηραιό θυρωρό στο «Hotel de L’ ours», μ’ όποια χρονική απόσταση κι αν τους χωρίζει, να εκφράζουν ένα ταυτόσημα ανεξερεύνητο κόσμο.

Ασύμβατες έννοιες

Σάμπως και κλειδοκράτορες ενός μυστικού αισθάνονται ασφαλέστερη τη μεταφορά του από τον έναν στον άλλον, όσο λιγότερο επιτακτική τούς είναι η ανάγκη να το αποκαλύψουν καθώς ακόμη και η ρητή παραδοχή ως πραγματικής της ύπαρξης που της το εμπιστεύονται, θα έθιγε μια βαθύτερη τάξη και οικονομία του κόσμου.

Αν και μια ιστορία «Ο έλληνας ασθενής» γραμμένη μέσα σε τόσο φως όσο τουλάχιστον λούζει το νησί του Αιγαίου, το όμοιο με ένα πέταλο, όπου ο Θεόδωρος Κεντρωτάς ανασύρει από τα χώματά του τη μαρμάρινη γυμνόστηθη γυναίκα, όλοι οι διάλογοί του ανάμεσα σε οποιουσδήποτε κι αν γίνονται, μέσα στο μάκρος αυτών των διακοσίων χρόνων, διατηρούν τον περίκλειστο χαρακτήρα μιας στιχομυθίας που η απουσία άσχετων με τους ίδιους μαρτύρων, χώρια που τους μεταβάλλει σε μυημένους μιας «αίρεσης» χωρίς όνομα, ταυτόχρονα κάνει αναγνωρίσιμο τον εξωτερικό κόσμο χάρη στα πιο τυπικά του γνωρίσματα, όπως για παράδειγμα είναι οι δυο αστυνομικοί της Police Cantonale στη Γενεύη καθώς περιμένουν τον γιο Θεόδωρο Κεντρωτά να τους μιλήσει για τον πριν από λίγη ώρα αυτοκτονήσαντα πατέρα του.

Με αποτέλεσμα εξωτερικός και εσωτερικός κόσμος να μοιάζουν ως δύο εκ προοιμίου ασύμβατες έννοιες, με την απόκλισή τους να δημιουργεί πολύ πιο έντονες περιπλοκές και δράματα απ’ ό,τι θα προκαλούσε η σύγκρουσή τους. Αφού μόνον όταν αποκλίνουν ανάμεσά τους δύο κόσμοι μπορείς να παρατηρήσεις ποιον τελικά πολιτισμό σηματοδοτεί η μορφή μιας ασθένειας καθώς ο έλληνας ασθενής ενδέχεται να αδυνατούσε να παρακολουθήσει μια φιλοσοφική συζήτηση που ο ίδιος είχε προκαλέσει, δεν θα έφτυνε όμως ποτέ, όπως ο ελβετός ασθενής, τα σοκολατάκια που είχε καταπιεί αμάσητα με το χρυσόχαρτο στο γούνινο παλτό της μητέρας του.

Ζωντανή γλώσσα

Διαβάζοντας κάτω και πέρα από τις λέξεις

Αν και η ιστορία «Ο έλληνας ασθενής» θα μπορούσε άνετα να χαρακτηριστεί ως αφήγημα, αφού η αντίστοιχη χροιά του είναι σαφώς υπέρτερη σε σχέση με το ενδιαφέρον που διατηρεί ακόμη και μια συναρπαστική ιστορία, πιστώνεται με ένα ακόμη εξαγόμενο που ρητά κατονομαζόμενο σε ένα δοκίμιο, στον «Ελληνα ασθενή» δεν φαίνεται να υφίσταται ούτε ως υπαινιγμός. Ωστόσο δεν μπορεί να αρνηθεί κανείς την ύπαρξή του, αν έχει μάθει να διαβάζει κάτω και πέρα από τις λέξεις, τόσο περισσότερο όταν μια ιστορία γραμμένη σε γλώσσα ουσιαστικά σύγχρονη και ζωντανή κάνει ακόμα και μια λέξη του 1820, τη λέξη «βλαβητερό» που τη χρησιμοποιούσε η μάνα του αρχικού Θεόδωρου Κεντρωτά για να χαρακτηρίσει τον γιο της, να ακούγεται ως μια λέξη εντελώς σημερινή. Με το εξαγόμενο του «Ελληνα ασθενούς» να μην είναι άλλο παρά το γεγονός ότι η αθέατη εσωτερικά ζωή των ανθρώπων, όταν μας αποκαλύπτεται ουσιαστικά, συνιστά μια ευκρινέστερα ελεγχόμενη εξέλιξη σε σχέση με την ιστορημένη και εγγυημένη χάρη σε εξωτερικά περιστατικά ανθρώπινη ζωή.

Φωτεινή Τσαλίκογλου

Ο Έλληνας ασθενής

Εκδ. Καστανιώτη, 2018 σελ. 176

Τιμή: 10 ευρώ