Ο φάκελος των «Νέων» ανοίγει.  Σαν σήμερα, στις 26 Αυγούστου 1976 σημειώθηκε μία σημαντική εξέλιξη για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. «Η Άγκυρα απρόθυμη να δεχτεί την απόφαση», αναγράφεται στο τότε πρωτοσέλιδο των «Νέων».

Πρόκειται για την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, με την οποία ο διεθνής οργανισμός καλούσε Ελλάδα και Τουρκία να επιδείξουν αυτοσυγκράτηση και να αποφύγουν κάθε ενέργεια που θα μπορούσε να επιδεινώσει την κρίση.

«Βυθίστε το Χόρα»

Πάμε όμως λίγο πίσω στα γεγονότα.

Τον Αύγουστο του 1976 οι σχέσεις Ελλάδας–Τουρκίας πέρασαν από μία ιδιαίτερα κρίσιμη φάση εξαιτίας της διαφοράς για την υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου.

Πιο συγκεκριμένα στις 6 Αυγούστου 1976, η Τουρκία έστειλε στο Αιγαίο το ερευνητικό σκάφος «Χόρα» (Hora / Sismik I) για σεισμικές έρευνες σε περιοχές βορειοανατολικά της Λέσβου, οι οποίες βρίσκονταν σε θαλάσσιες ζώνες που η Ελλάδα θεωρούσε δικής της δικαιοδοσίας.

Η κρίση ήταν σοβαρή, με τα ελληνικά και τουρκικά πολεμικά πλοία να παρακολουθούν στενά τις κινήσεις του ερευνητικού σκάφους. Υπήρχε φόβος ότι θα μπορούσε να ξεσπάσει ένοπλη σύγκρουση.

Ο Ανδρέας Παπανδρέου άσκησε έντονη πίεση στην κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή να προβεί σε στρατιωτικές ενέργειες με την περίφημη φράση «Βυθίστε το Χόρα». Αργότερα, έγινε γνωστό ότι η συγκεκριμένη πίεση για ανάληψη στρατιωτικής δράσης ασκήθηκε από τον Ανδρέα Παπανδρέου σε συνεννόηση με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή προκειμένου να μπορέσει εκείνος στις συνομιλίες του με τους ξένους παράγοντες να ασκήσει επίσης πίεση.

Η ελληνική πλευρά αντέδρασε με διάβημα στον ΟΗΕ, ενώ η Άγκυρα υποστήριζε ότι οι έρευνες γίνονταν σε «διεθνή ύδατα» και ότι η υφαλοκρηπίδα δεν είχε ακόμη οριοθετηθεί.

Η κρίση εκτονώθηκε χάρη σε διπλωματικές πρωτοβουλίες και διεθνείς πιέσεις (κυρίως από τις ΗΠΑ και την ΕΟΚ), χωρίς να υπάρξει στρατιωτική σύγκρουση.

Η Ελλάδα προσέφυγε μονομερώς στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (10 Αυγούστου 1976), ζητώντας να αποφανθεί για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Η Τουρκία δεν αποδέχθηκε τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου ούτε την απόφαση του ΟΗΕ.

Ο τότε Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών Χένρι Κίσινγκερ μεσολάβησε εντατικά τον Αύγουστο–Σεπτέμβριο, επιδιώκοντας να αποτραπεί στρατιωτική ανάφλεξη και να προωθηθεί διάλογος. Παράλληλα, η Ελλάδα προσέφυγε στη Χάγη (26 Αυγούστου οι τουρκικές παρατηρήσεις, 11 Σεπτεμβρίου η απόφαση περί μη λήψης προσωρινών μέτρων). Η διπλωματική πίεση οδήγησε τελικά στη Συμφωνία της Βέρνης (11 Νοεμβρίου 1976), με την οποία οι δύο πλευρές δεσμεύτηκαν να απέχουν από έρευνες πέραν των χωρικών υδάτων και να αναζητήσουν λύση μέσω διαπραγματεύσεων.

Συνολικά, ο Αύγουστος του 1976 σηματοδότησε μία από τις πρώτες μεγάλες κρίσεις του Αιγαίου μετά τη Μεταπολίτευση και έθεσε τις βάσεις για τον τρόπο που Ελλάδα και Τουρκία θα διαχειρίζονταν στο εξής τα ζητήματα της υφαλοκρηπίδας και των ερευνών στο Αιγαίο.