Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, προχώρησε στον ορισμό του Ιτζέι Άντονι, μέχρι χθες διακεκριμένου οικονομολόγου από το συντηρητικό κέντρο μελετών Heritage Foundation, ως επικεφαλής της σημαντικότερης υπηρεσίας στατιστικών για την οικονομία των ΗΠΑ. Η απόφαση αυτή ελήφθη μόλις δυο εβδομάδες μετά την καθαίρεση της προηγούμενης επιτρόπου, έπειτα από τη δημοσιοποίηση δυσμενών στοιχείων για την αγορά εργασίας.
Συγκεκριμένα, την 1η Αυγούστου, ο κ. Τραμπ κατηγόρησε δημόσια την Έρικα ΜακΕντάρφερ –χωρίς να καταθέσει αποδεικτικά στοιχεία– ότι «χειραγώγησε τους αριθμούς για να πλήξει την εικόνα της κυβέρνησής του». Παράλληλα, απαίτησε την «άμεση» αποχώρησή της από το Γραφείο Στατιστικών Εργασίας (BLS).
Η αιφνίδια ανακοίνωση προκάλεσε αιφνιδιασμό σε πολλούς οικονομολόγους, ενώ συνάντησε έντονες αντιδράσεις από την πολιτική αντιπολίτευση.
Ο ίδιος ο Ντόναλντ Τραμπ σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social δήλωσε: «Με ικανοποίηση ανακοινώνω πως ονομάζω τον χαίροντα υψηλού σεβασμού οικονομολόγο Ιτζέι Άντονι στη θέση του επιτρόπου του γραφείου στατιστικών για την απασχόληση». Στη συνέχεια, υπογράμμισε ότι «η οικονομία μας ανθεί κι ο Ιτζέι θα εγγυηθεί πως οι αριθμοί που δημοσιεύονται θα είναι τίμιοι και ακριβείς», χρησιμοποιώντας κεφαλαία γράμματα για έμφαση.
Ο ρόλος του Ιτζέι Άντονι και οι αντιδράσεις
Ο νέος επικεφαλής του BLS, Ιτζέι Άντονι, διατηρεί ενεργό ρόλο στο Heritage Foundation, έναν οργανισμό γνωστό για τις έντονα συντηρητικές του θέσεις. Έχει υπογράψει πληθώρα άρθρων στον ιστότοπο του ιδρύματος, στα οποία εξυμνεί συστηματικά την πολιτική των Ρεπουμπλικάνων και ειδικά του κ. Τραμπ.
Είναι αξιοσημείωτο ότι το BLS συνηθίζει να αναθεωρεί τα δεδομένα για την απασχόληση – είτε προς το καλύτερο, είτε προς το χειρότερο – έπειτα από την αρχική τους δημοσιοποίηση. Αυτές οι αναθεωρήσεις, σε ορισμένες περιπτώσεις, είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακές ως προς την έκτασή τους.
Η τελευταία σημαντική διόρθωση τον Αύγουστο οδήγησε στην αναθεώρηση προς τα κάτω της απασχόλησης κατά 258.000 θέσεις, όσον αφορά τους δύο προηγούμενους μήνες.
Αυτό το γεγονός πυροδότησε την έντονη αντίδραση του προέδρου Τραμπ και οδήγησε στην απομάκρυνση της κυρίας ΜακΕντάρφερ. Ο κ. Τραμπ την κατηγόρησε δημόσια –χωρίς να παρουσιάσει τεκμήρια– ότι «κατασκεύαζε ευνοϊκούς αριθμούς για την απασχόληση ώστε να αυξήσει τις πιθανότητες νίκης του πολιτικού του αντιπάλου», δηλαδή του Δημοκρατικού Κόμματος, στις περυσινές προεδρικές εκλογές.