Η αντίδραση της κυβέρνησης στο τελευταίο περιστατικό βίας στη Νομική Αθηνών ήταν η συνήθης: επικοινωνιακή καταιγίδα και «υπεύθυνες» δηλώσεις που σε κάνουν να αναρωτιέσαι αν έχουν ξεχάσει ότι κυβερνάνε εδώ κι έξι χρόνια.
Πόσο μάλλον που μιλάμε για ένα από τα πυρηνικά ζητήματα ιδεολογίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Η πλήρης κατάργηση του ασύλου, η ίδρυση ειδικού σώματος πανεπιστημιακής αστυνομίας και τα διάφορα μέτρα φύλαξης ψηφίστηκαν και διαφημίστηκαν μανιωδώς από τα πολλά φιλικά της ΜΜΕ, χωρίς ποτέ να δοθούν πειστικές απαντήσεις για την αποτυχία τους. Διότι απέτυχαν όλα, ανεξαιρέτως, ακόμη και όσα ισχυρίζονταν για το άσυλο αφού ακόμη και στα πασοκικά 80s δεν αφορούσε τα αυτόφωρα εγκλήματα, συνεπώς το πρόβλημα, που παραμένει, κάπου αλλού θα πρέπει να οφείλεται. Ενιοτε, δε, φίλοι της κυβέρνησης μεταχειρίζονται και το γελοιωδέστερο, διαχρονικά, επιχείρημα κάθε αποτυχημένου. Το «δεν φταίω εγώ, φταίνε όσοι προειδοποίησαν ότι θα αποτύχω». Η μετατόπιση της ευθύνης από τη διοίκηση στην πολιτική ή κοινωνική αντιπολίτευση είναι όμως ανάλογης αστειότητας με το «δεν είναι αυτό που νομίζεις» όταν τους συλλαμβάνεις γυμνούς και χωρίς σκεπάσματα.
Το πρόβλημα, βλέπετε, με το σύνθημα «νόμος και τάξη» είναι πως όσοι το φωνάζουν σπανίως ενδιαφέρονται πραγματικά για τον νόμο και την τάξη. Διότι το αληθινό ενδιαφέρον προϋποθέτει σοβαρή νομική και εγκληματολογική προσέγγιση, δηλαδή πολλή δουλειά και επιστήμη, συλλογή δεδομένων και μελέτη παραδειγμάτων, όχι ποινικό λαϊκισμό επίπεδου πρωινάδικου που σχολιάζει το αστυνομικό δελτίο ζητώντας αυστηροποίηση γιατί δεν ξέρει τίποτα άλλο. Παρομοίως με το δημόσιο πανεπιστήμιο, εκεί όπου πρέπει να γίνει σαφές ότι η βία περιορίζει την ελευθερία διακίνησης ιδεών όλων. Οχι όμως με επικοινωνιακά τερτίπια (όπως π.χ. νέες και καταφανώς αντισυνταγματικές ιδέες περί διαγραφής φοιτητών χωρίς να έχει τελεσιδικήσει καταδίκη). Ας κάτσουν κάποτε μαζί, κυβέρνηση, ο νομικός κόσμος, η ακαδημαϊκή κοινότητα, εκπρόσωποι των φοιτητών, να δουν τι ισχύει πραγματικά στα δημόσια ιδρύματα σε δημοκρατικές χώρες και να επιδιώξουν να συμφωνήσουν σε ένα σύστημα φύλαξης που θα είναι και αποτελεσματικό και συμβατό με το αυτοδιοίκητο. Κάποιοι βεβαίως απορρίπτουν εξαρχής έναν τέτοιο διάλογο. Ισως δεν πιστεύουν και πολύ στη διαβούλευση ως στοιχείο του δημοκρατικού πολιτεύματος. Απλώς, μετά, ας είναι τουλάχιστον λίγο τίμιοι και ας μην κατηγορούν τους άλλους για τις δικές τους αποτυχημένες «λύσεις».