Τέσσερις σπουδαίες γυναικείες φωνές που άνθισαν σε διαφορετικά σημεία του χάρτη, κυρίως το πρώτο μισό του 20ου αιώνα, η Billie Holiday, η Μαρίκα Παπαγκίκα, η Edith Piaf και η Elis Regina, και που όλες τους είχαν ένα κοινό όνειρο, να τραγουδήσουν στη Νέα Υόρκη, ενέπνευσαν τη Φένια Παπαδόδημα για να δημιουργήσει το Travellin΄All Alone project. Mία περιήγηση στη γυναικεία έκφραση και ευαισθησία μέσα από τις ιδιαίτερες και δύσκολες ζωές αυτών των γυναικών, τα πιο αγαπημένα τους τραγούδια, τις πόλεις όπου έζησαν: Αλεξάνδρεια, Σμύρνη, Παρίσι, Ρίο ντε Τζανέιρο, Νέα Υόρκη.

Ανατολίτικα γκαζέλ, θρυλικά swing, jazz & blues μπαλάντες που γεννήθηκαν στο Χάρλεμ, μελωδίες του Michel Legrand, της Barbara και μία γεύση από την bossa nova του Jobim, στο Ρίο του 1950, είναι μόνο η αφορμή. Το υλικό αυτό διασκευάζεται και μεταμορφώνεται από ένα πρωτότυπο world jazz σχήμα στο οποίο συναντιούνται μετά από χρόνια τέσσερις κορυφαίοι μουσικοί, ο Κώστας Μπαλταζάνης στην κιθάρα, ο Γιώργος Παλαμιώτης στο μπάσο, ο Ανδρέας Πολυζωγόπουλος στην τρομπέτα και ο Παναγιώτης Κωστόπουλος στα τύμπανα.

Γιατί επιλέξετε τις συγκεκριμένες φωνές ως πυρήνα  τις παράστασή σας; Ποιο είναι το στοιχείο δηλαδή που σας συνδέει;

Η Μπίλι Χόλιντευ είναι ίσως η πιο παλιά γνώριμη φωνή για την οποία στο παρελθόν είχα γράψει μία θεατρική νουβέλα, «Μία γάτα που τη λέγαν Μπίλι Χόλιντεϊ», την οποία είχαμε παίξει με τον Ντέιβιντ Λιντς στο θέατρο Πορεία. Έχω διαβάσει πολλές φορές τη βιογραφία της και η συγκίνηση που νιώθω κάθε φορά είναι σαν να πρόκειται για ένα πολύ δικό μου πρόσωπο. Σαν να γνωριζόμαστε από παλιά. Αργότερα γνώρισα καλύτερα την Πιαφ αν και όσο ζούσα στο Παρίσι δεν μπορούσα να την ακούσω γιατί είχε κάτι τόσο τραγικό που δεν μπορούσα να αντέξω τότε. Φυσικά και η δική της ζωή ήταν αδιανόητη, αν και δεν νιώθω την ίδια συγγένεια, θαυμάζω  όμως τη δύναμη της δημιουργικότητας που χαρακτήριζε αυτά τα πρόσωπα και που μεταμορφώνει τις απίστευτες δυσκολίες που έπρεπε να αντιμετωπίσουν. Το ίδιο ισχύει και για την Μαρίκα Παπαγκίκα που ανακάλυψα αργότερα χάρις στον Παναγιώτη Κουνάδη, αλλά και για την Ελις Ρεγγίνα. Ίσως αυτό είναι το στοιχείο που μας συνδέει. Η ανάγκη της μεταμόρφωσης της μιζέριας σε ομορφιά μέσα από το τραγούδι.

Τι ενώνει αυτές τις εμβληματικές τραγουδίστριες που γεννήθηκαν σε διαφορετικές χώρες και αντιπροσωπεύουν διαφορετικό ρεπερτόριο; 

Αυτό που τις ενώνει είναι το ότι ο τρόπος με τον οποίον τραγουδάνε, που φανερώνει ότι είναι και ηθοποιοί εκτός από εξαιρετικές τραγουδίστριες. Αυτό είναι κάτι σπάνιο. Συνήθως οι πολύ καλές δεξιοτεχνικά τραγουδίστριες είναι λιγότερο καλές ερμηνεύτριες γιατί τους λείπει η ακρίβεια στο νόημα των λέξεων που τραγουδούν, καθώς και η ταπεινότητα- ταπείνωση του καλού ηθοποιού. Για να παίξεις καλά πρέπει να είσαι έτοιμος να κάνεις χώρο μέσα σου, να μικρύνεις τον εαυτό σου και όχι να επιβάλεις την περσόνα σου με κάθε ευκαιρία. Αυτές οι γυναίκες είχαν έναν μαγικό τρόπο να σκηνοθετούν τον εαυτό τους μέσα από τα τραγούδια τους.

Πως πιστεύετε ότι αφορούν το σήμερα – μέσα από αυτό που εκφράζουν και νοηματοδοτεί το έργο τους; 

Για να καταφέρεις να διαγράψει κανείς την πορεία που διέγραψαν αυτές οι ανεπανάληπτες περιπτώσεις γυναικών που επιβίωσαν και πάλεψαν με τα θηρία κυριολεκτικά, με μοναδικό όπλο την τέχνη τους και τη φωνή τους, θα πρέπει να έχει καταφέρει κάτι άλλο εξίσου αν όχι και πιο σημαντικό, να έχει διατηρήσει την αθωότητά του κάπου έστω βαθιά θαμμένη μέσα του. Να έχει ακόμη ζωντανή την επαφή του με τον παιδικό του εαυτό. Μ’ αυτό που ονόμαζε «rosebud» ο πολίτης Κειν του Ορσον  Ουελς. Αυτό τους έδινε την ακαταμάχητη δύναμη που τις χαρακτήριζε. Το God bless the child  που έγραφε η Μπίλι…  Σε μία εποχή όπου ο άνθρωπος χάνει την παιδικότητά του και απομονώνεται ολοένα και περισσότερο, όπου κάθε αξία, κάθε ιδανικό αργά αλλά σταθερά «μηχανοποιείται», μπορεί να αντικατασταθεί από το ψεύτικο αντίγραφό του, σε μια εποχή  όπου η τέχνη έχει σχεδόν χάσει το νόημα ύπαρξής της και η ίδια η δημιουργική έκφραση θα καταντήσει σύντομα συνδυασμός πιθανοτήτων μέσα από προγράμματα υπολογιστών, είναι σημαντικό να ερχόμαστε σε επαφή με τέτοιες προσωπικότητες, να ψηλαφούμε τις ζωές τους που ήταν γεμάτες δυνατά αισθήματα, θεία τρέλα, έρωτα αληθινό, έμπνευση και ανάγκη επικοινωνίας ( κατανόησης, διαλόγου, συγχώρεσης) με τους ανθρώπους μέσα από τη δύναμη της τέχνης τους.

Τεσσερις εμβληματικές ερμηνεύτριες ενέπνευσαν τη Φένια Παπαδόδημα…

Ποια τραγούδια θα παρουσιάσετε και πως καταλήξατε στα συγκεκριμένα; 

Θα αναφέρω μερικά από τα πιο γνωστά τραγούδια που θα παίξουμε – διασκευάσουμε στο Half Note: το Σμυρναίικο μινόρε της Παπαγκίκα, το Ραστ Γκαζέλ που είχε γίνει γνωστό και από την Εσκενάζυ, το Travelling all alone, You go to my head και το Strange fruit της Μπίλι Χόλιντεϊ του οποίου θα πούμε και τη συγκλονιστική ιστορία καθώς για τη Μπίλι συνδέεται με τον θάνατο του πατέρα της και φυσικά αποτελεί τη θρυλική κραυγή της ενάντια στον ρατσισμό. Θα πούμε ακόμη τον Accordeoniste της Πιαφ, που είναι το πιο αγαπημένο μου από τα τραγούδια της καθώς νομίζω ότι την περιγράφει απόλυτα, «une vraie tordue de la musique» που μπορεί και να ακουστεί σαν «une oeuvre tordue de la musique». Δηλαδή ή μία τρελή για τη μουσική ή ένα έργο τρελό της μουσικής!… Και τα δύο φυσικά ισχύουν. Θα πούμε ακόμη το φοβερό «Aguas de Μarco», που στη Βραζιλία θεωρείται το δεύτερο πιο δημοφιλές τραγούδι της μπόσα νόβα, έτσι όπως παίχτηκε και τραγουδήθηκε από την Ελις Ρεγγίνα στο θρυλικό άλμπουμ που ηχογράφησαν με τον Ζομπίμ στο Λος Αντζελες, το περίφημο «Ελις & Τομ».

Και πολλά άλλα ακόμη τραγούδια- πλανήτες όπως τα ονομάζω εγώ γιατί φέρουν έναν ολόκληρο κόσμο μέσα τους, όπως  το Well You needn’t του Τελόνιους Μονκ που συνδέεται τέλεια με την ιστορία που αφηγούμαι περνώντας μέσα από τις ζωές τους. Θα πούμε ακόμη ένα πολύ δυνατό τραγούδι του Μισέλ Λεγκραντ, το Windmills of your mind, που μιλάει για τους αέναους κύκλους που κάνει η ζωή, τους κύκλους του χρόνου που δεν πιάνεται, τους κύκλους που συνδέουν τις βιογραφίες αυτών των προσώπων. Ας μην πω εδώ όμως όλο το ρεπερτόριο της βραδιάς. Μόνο να προσθέσω ότι θα έχω και δύο δικές μου συνθέσεις που θεωρώ ότι εξυπηρετούν την κατεύθυνση που θα ήθελα να δώσω σ’ αυτή την περιήγηση μέσα από τις ζωές αυτών των εμβληματικών ερμηνευτριών, συνδέοντας και την δική μου πορεία όλα αυτά τα χρόνια μέσα από το τραγούδι.

Η αυτοσχεδιαστική μουσική προσέγγιση της βραδιάς με τη συμμετοχή των συγκεκριμένων κορυφαίων μουσικών είναι αυτό που κάνει αυτή την περιήγηση ξεχωριστή, σπάνια και δυνατή. Είναι μεγάλη χαρά  για μένα που θα παίξω με τον Κώστα Μπαλταζάνη στην κιθάρα, τον Αντρέα Πολυζωγόπουλο στην τρομπέτα, τον Παναγιώτη Κωστόπουλο στα τύμπανα, τον Γιώργο Παλαμιώτη στο μπάσο, αλλά και με τους εξαιρετικούς καλεσμένους μας, τον Γιώργο Μικρό στο πιάνο, τον Πάνο Βέργο στο σαντούρι και την Κατερίνα Ζήση στο κανονάκι.

…για να δημιουργήσει το Travellin΄All Alone project

Γιατί, κατά την άποψή σας, τα τραγούδια αυτά έχουν κερδίσει τη θέση τους στη μουσική ιστορία; 

Φέρουν αλήθειες και αξίες πανανθρώπινες που αγγίζουν κατευθείαν την καρδιά, μιλούν άμεσα στη φαντασία κάθε ακροατή κάνοντάς τον μέτοχο αυτής της αλήθειας. Μιλούν για καταστάσεις υπαρξιακές και κοινωνικές που διαμορφώνουν τελικά τον καθέναν από μας είτε το θέλουμε είτε όχι. Τα τραγούδια αυτά είναι φορείς της αλήθειας. Της αλήθειας που δεν κρύβεται, που δεν αρέσει πάντα και σε όλους αλλά παραμένει αλήθεια. Το ότι αυτές τις δυνατές μαρτυρίες αλήθειας της έχουν καταθέσει γυναικείες φωνές, έχει κι αυτό κάτι να μας πει, ως προς τις βαθύτερη δύναμη που μπορεί να κρύβει μία γυναίκα όταν μέσα από τον ψυχισμό της τολμά να αγκαλιάσει τον κόσμο.

Η τέχνη των γυναικών αυτών ήταν  ουσιαστικό μέρος  της ζωής τους. Σήμερα πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό, με τις νεότερες ερμηνεύτριες;  

Οσο η αγορά, το εμπόριο της τέχνης αλλά και της μουσικής εκπαίδευσης, το showbiz, η δημιουργία των ειδώλων, των σταρ, εξελίσσεται, τόσο περισσότερο μέσα στα χρόνια αποδυναμώνεται η αυθεντική καλλιτεχνική έκφραση – κατάθεση. Οι όροι της αγοράς κυριαρχούν και οι αρμόδιοι της οικειοποιούνται κάθε νέα δημιουργική τάση πλασάροντας την ως μόδα με συγκεκριμένο περιτύλιγμα. Σ’ αυτό το πλαίσιο οι δυνατές προσωπικότητες δεν συμφέρουν. Σ’ αυτό το πλαίσιο η ίδια η έννοια της μνήμης, τη σύνδεσης με κάτι, δεν συμφέρει. Χρειάζονται προϊόντα με ημερομηνία σύντομης λήξης ώστε να αντικατασταθούν άμεσα από το επόμενο προϊόν που θα πουλήσει περισσότερο. Οταν έχεις μέσα σου μνήμη ζωντανή που σε συνδέει με κάποιον καλλιτέχνη δεν μπορείς να είσαι καλός καταναλωτής.

Μέσα σ’ αυτή τη ζούγκλα οι νέοι καλλιτέχνες παλεύουν πολύ γενναία και ιδιαίτερα στην Ελλάδα όπου δεν υπάρχει η ίδια κρατική στήριξη όπως στη Γαλλία πχ, για κάποιον που θέλει να πειραματιστεί, να εξερευνήσει έναν δικό του δρόμο συνεχίζοντας όμως τον δρόμο που κάποιος προηγουμένως είχε χαράξει, σε οποιονδήποτε καλλιτεχνικό τομέα. Επίσης το τραγικό στην Ελλάδα είναι η παντοδυναμία της τηλεόρασης, των μουσικών και γενικότερα καλλιτεχνικών προτύπων που προωθεί ως επί το πλείστο με ελάχιστες εξαιρέσεις. Τα πρότυπα μίας φροντισμένης μετριότητας στο χώρο της showbiz είναι αυτά που αντιγράφουν τα παιδιά μας. Γι’ αυτό κι εμείς δεν έχουμε τηλεόραση στο σπίτι εδώ και πολλά χρόνια.

Εκφράζεστε μέσα από διαφορετικές τέχνες. Ποια είναι εκείνη με την οποία νιωθετε περισσότερο συνδεδεμένη ή εγγύτητα; 

Πολλές φορές μου κάνουν αυτή την ερώτηση αλλά δεν μπορώ να τοποθετηθώ έξω από μένα και να δω όλα αυτά που κάνω σαν διαφορετικές τέχνες. Από μικρή σπούδαζα παράλληλα χορό, μουσική, θέατρο αλλά υπάρχουν πάρα πολλοί σαν εμένα. Δεν είναι κάτι τόσο ιδιαίτερο αυτό. Είναι απόλυτα βέβαιο ότι δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς τη μουσική και το θέατρο. Γι’ αυτό τα τελευταία χρόνια δουλεύω πάνω στη μορφή του μουσικού θεάτρου μέσα από τις συνεργασίες μου με την Εναλλακτική Λυρική Σκηνή, το Εθνικό, το φεστιβάλ Αθηνών, αλλά και μέσα από τις δικές μας ανεξάρτητες παραγωγές.

Παράλληλα όμως έκανα την πρώτη μου μεγάλου μήκους ταινία «Το καταφύγιο στην Ομόνοια» (The downtown refuge), που ακόμη υπάρχει στην πλατφόρμα του ERTFLIX, μία ταινία στην οποία αφιέρωσα τρία χρόνια της ζωής μου, που παίχτηκε στο διαγωνιστικό τμήμα πολύ σημαντικών διεθνών φεστιβάλ όπως το Σίντνεϊ, στο Μπουένος Άιρες, στο Λονδίνο, στη Βουδαπέστη, και αν με ρωτούσατε αν θα μπορούσα τελικά να ζήσω και χωρίς το σινεμά θα σας έλεγα πως όχι. Ως προς το θέμα της εγγύτητας η μουσική, το τραγούδι και το θέατρο είναι φυσικά πιο εύκολα να πραγματοποιηθούν σχετικά άμεσα από το να κάνεις μία ταινία. Οπότε νομίζω ότι θα πορευθώ όπως το έχω κάνει μέχρι τώρα και αυτή είναι και η συμβουλή μου στους νεότερους γιατί όπως έλεγε και η Μπίλι «Mama may have , papa may have, but God bless the child that’s got his own».

INFO

HALF NOTE JAZZ CLUB: Τριβωνιανού 17, Μετς, τηλ. 210 9213310,  Τρίτη 12 Μαρτίου στις 21.30

 Εισιτήρια:www.more.com/music/f-papadodima-travelin-all-alone-with-friends/