Θα γραφτεί στην ιστορία: ο νόμος για τον γάμο των ομοφύλων ήλθε στη Βουλή από μια συντηρητική παράταξη, από μια κεντροδεξιά κυβέρνηση, όχι από την Πρώτη Φορά Αριστερά που δεν έλαβε σχετική πρωτοβουλία όταν είχε την ευκαιρία. Και η ισότητα των δικαιωμάτων των ομόφυλων ζευγαριών με εκείνα των ετερόφυλων (εξαιρουμένης της παρένθετης κύησης) έγινε πράξη χάρις στις προσπάθειες του Κυριάκου Μητσοτάκη και των στενών του συνεργατών, που αγνόησαν τα συντηρητικά αντανακλαστικά της κοινωνίας, ξεκαθάρισαν τα όρια παρεμβάσεων της Εκκλησίας, εργάστηκαν σκληρά για να μεταπείσουν όσους από τους αντιρρησίες βουλευτές δεν είχαν παρωπίδες, αλλά στο τέλος έκαναν αυτό που έπρεπε.

Ο Πρωθυπουργός είπε χθες στη Βουλή πράγματα που θα έπρεπε να είναι αυτονόητα. Οτι ο γάμος δεν είναι τίποτα άλλο από το επιστέγασμα της αγάπης δύο ανθρώπων που επιλέγουν να συμπορευτούν. Οτι ευτυχισμένα παιδιά μπορούν να μεγαλώνουν και με γονείς του ίδιου φύλου, αρκεί να υπάρχουν αγάπη και στοργή. Οτι τα θέματα των δικαιωμάτων είναι θέματα αρχής. Και ότι πολίτες διαφορετικών ταχυτήτων δεν ταιριάζουν στη δημοκρατία μας και στον πολιτισμό μας.

Ακουγες τον Μητσοτάκη κι ύστερα τον Σαμαρά και νόμιζες ότι οι άνθρωποι αυτοί ανήκουν όχι μόνο σε διαφορετικές εποχές, όχι μόνο σε διαφορετικά κόμματα, αλλά και σε διαφορετικούς κόσμους.

Tι σχέση όμως έχουν όλα αυτά με το πρόσφατο ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το κράτος δικαίου στην Ελλάδα; Πώς πέρασε ο Πρωθυπουργός από έναν λόγο που ήταν μνημείο φιλελευθερισμού σε μια επίθεση εναντίον των ελλήνων ευρωβουλευτών που συνέβαλαν με την ψήφο τους στην υιοθέτηση ενός κειμένου από τον πιο δημοκρατικό θεσμό της Ευρώπης; Πώς γίνεται ο πολιτικός που μιλά με τόσο ζεστά και συγκινητικά λόγια για τις δοκιμασίες της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας να χρησιμοποιεί ένα τόσο σκληρό λεξιλόγιο για εκείνους που του ζητούν να  τηρήσει την υπόσχεσή του να χυθεί άπλετο φως σε ένα μεγάλο σκάνδαλο; Είναι προδότες και ανθέλληνες όσοι καταθέτουν στα ευρωπαϊκά όργανα για τις υποκλοπές, για τα Τέμπη ή για την Πύλο; Δεν είναι οικογένειά μας η Ευρώπη;

Αφορμή για τη νέα έκρηξη ήταν η κατάταξη της Ελλάδας από τον Economist στις πιο ανεπτυγμένες δημοκρατίες του κόσμου. Το βασικό κριτήριο που χρησιμοποίησε το περιοδικό ήταν βέβαια η κατάσταση της οικονομίας. Ανεξαρτήτως αυτού, όμως, γιατί οι έπαινοι του Economist δεν μπορεί να συμβαδίζουν με την κριτική του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου; Και πότε θα σταματήσει η κυβέρνηση – όχι μόνο αυτή, όλες το ίδιο έκαναν – να επικαλείται τον ξένο Τύπο όταν τη συμφέρει και να τον καταγγέλλει όταν αποκαλύπτει τα pushbacks ή τις παρακολουθήσεις;

Στο μόνο πράγμα που είχε δίκιο χθες ο Σαμαράς ήταν πως πρέπει να ακούμε τη συνείδησή μας. Κι αυτό δεν ισχύει φυσικά μόνο για τα ομόφυλα ζευγάρια. Ούτε μόνο για τους πολιτικούς.